Showing posts with label IMF. Show all posts
Showing posts with label IMF. Show all posts

Thursday, 5 March 2015

Σύγχυση Ελλήνων επι επίκαιρων θεμάτων.



 Γνωστή καθηγήτρια Οικονομικών στην ΅Ελλάδα μου εκμηστηρεύτηκε ότι επικρατεί μεγάλο κονφούζιο μεταξύ φοιτητών, ανεξαρτητα κατεύθυνσης, σε θέματα οικονομικών, δημόσιας οικονομίας και εννοιών χρηματοπιστωτικής. Τόσο που είναι θέμα συζήτησης με καθηγητές σε άλλες χώρες.

Σύγχυσης μεγάλη επικρατεί στην Ελλάδ και σε άλλα θέματα της επικαιρότητας. Βέβαια, με το σκοταδισμό που επικρατεί στα ελληνικά ΜΜΕ και, πρόσφατα, με την ολοκληρωτική παραπληροφόρηση από το ελληνικό κράτος μέσα από τα ΜΜΕ, η σύγχυση είναι αναμενόμενη...

Ιδού παρακάτω κάποιες δημοφιλείς και πολυσυζητημένες πανελλαδικές συγχύσεις. Το κείμενο μου στάλθηκε από φίλο αλλά πιστεύω ότι είναι πόνημα του Αντώνη Κρούστη.
Είναι οξυδερκές και καλογραμμένο. Οι όποιες {σάλτσες} έχουν προστεθεί είναι δικές μου και βαρύνουν μόνο εμένα.
 

Τα 20 μεγαλύτερα ψέματα της ελληνικής κοινωνίας


ΨΕΜΑ 1
Όπου έχει αναλάβει το ΔΝΤ βύθισε την οικονομία στην ύφεση.
Το ΔΝΤ από τις 20 χώρες που έχει χρηματοδοτήσει οι 13 αναπτύχθηκαν και οι 2 τώρα βρίσκονται στους G20.(Τουρκία, Βραζιλία) Ο άλλες 7 απλά δεν εφάρμοσαν το σταθεροποιητικό πρόγραμμα (βλέπε Ελλάδα). Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι της Αγγλίας το 1979 που μπήκε στο ΔΝΤ και εφαρμόζοντας πολιτικές απελευθέρωσης της αγοράς , γνώρισε την μεγαλύτερη ανάπτυξη της ιστορίας της.

ΨΕΜΑ 2
Θα μπορούσαμε να χρηματοδοτηθούμε από την Ρωσία.
Όχι μόνο δεν επιβεβαιώθηκε ποτέ αυτό ,αλλά πρέπει να γνωρίζουμε ότι η Ρωσία είναι από τα μέλη του ΔΝΤ που έφερε αντίρρηση για το ύψος της βοήθειας προς την Ελλάδα σαν μη συμφέρουσα επένδυση.
Η περίπτωση της Λευκορωσίας είναι χαρακτηριστική, ενώ βγήκε από τις αγκάλες του ΔΝΤ, στράφηκε σε δανεισμό στη Ρωσία , η οποία της δάνεισε λιγότερα με μεγαλύτερο επιτόκιο και με επαχθέστερους όρους όπως το ξεπούλημα όλων των υποδομών τους σ' αυτήν.
Δείγμα των προθέσεων της είναι ότι αρνείται να πουλήσει πετρέλαιο επί πιστώσει στα ελληνικά Διυλιστήρια, δηλ. σε κερδοφόρες και φερέγγυες επιχειρήσεις.
Και για να δείξουμε το ανεδαφικό του παραπάνω ισχυρισμού, η Ρωσία θα μπορούσε να αγοράσει ελληνικά ομόλογα από την ελεύθερη αγορά, απλά δεν το 'κανε.

ΨΕΜΑ 3
Θα μπορούσαμε να χρηματοδοτηθούμε από την Κίνα.
Αυτό είναι το δεύτερο σκέλος της πλάνης ότι αρνηθήκαμε να αναλάβει το χρέος μας η Κίνα και οι προδότες πολιτικοί μας μας έριξαν στην μέγγενη του ΔΝΤ.
Η Κίνα όπως και η Ρωσία ,όπως είπαμε θα μπορούσαν να αγοράσουν ελληνικά ομόλογα από την ελεύθερη αγορά ,χωρίς να υπάρχει διακρατική συμφωνία. Δεν το έκαναν γιατί απλά δεν ρισκάρουν τα λεφτά τους σε μια αναξιόπιστη οικονομία.
Πρέπει να γνωρίζουν οι μυθοπλάστες της ελληνικής πραγματικότητας ότι η Κίνα έχει δικό της οίκο αξιολόγησης ,ο οποίος υποβαθμίζει συνεχώς την πιστοληπτική ικανότητα της Ελλάδος. Με λίγα λόγια, όχι δεν θέλει να μας δανείσει, αλλά συμβουλεύει και τους άλλους να μην το κάνουν.
Είναι πράγματι αφελείς αυτοί που πιστεύουν, πως η Κίνα θα αναλάμβανε το χρέος μας για να περνούν οι έλληνες καλά, όταν από τα αποθεματικά της δεν τροφοδοτεί ανάγκες του δικού της λαού;

ΨΕΜΑ 4
Οι δανειστές μας είναι στυγνοί τοκογλύφοι.
Αυτοί που δανείζουν δανείζουν για να κερδίσουν, αυτό είναι ξεκάθαρο. Το ύψος του επιτοκίου είναι ανάλογο του ρίσκου που παίρνουν. Ας δούμε λοιπόν τι αναλογία επιτοκίου -ρίσκου υπάρχει.
Το επιτόκιο -ρίσκο που θα έβαζαν οι αγορές για να δανείσουν τη χώρα μας (spreads) κυμαίνονταν πάνω από 20%. Δηλ. απαγορευτικό. Το επιτόκιο δανεισμού που έλαβε η Ελλάδα από τον μηχανισμό στήριξης για το πρώτο μνημόνιο ήταν 4-5% και για το δεύτερο μνημόνιο 3,6%, όταν τα επιτόκια στην ελεύθερη αγορά έφταναν το 30%. Ποιος λοιπόν είναι ο στυγνός τοκογλύφος, όταν τα επιτόκια της Ιταλίας και της Ισπανίας κυμαίνονται στο 6-7%;

ΨΕΜΑ 5
Η Γερμανία δανείζει την Ελλάδα με σκοπό να ελέγξει την οικονομία της και να αγοράσει τα πάντα έναντι πινακίου φακής.
Στον ισχυρισμό αυτόν θα αντιτάξω το ερώτημα , γιατί η Γερμανία δεν άφησε την Ελλάδα να χρεοκοπήσει και να αγοράσει τα πάντα φτηνότερα και χωρίς ρίσκο;
Γιατί τα δεκάδες δις που εκταμιεύονται από τους κρατικούς προϋπολογισμούς των εταίρων μας και δη της Γερμανίας δεν επενδύονται σε ασφαλέστερα σημεία του πλανήτη(Βαλκάνια, Μεσόγειο) και επενδύονται στην Ελλάδα;
Στον μηχανισμό στήριξης συμμετέχουν όλες οι χώρες της ευρωζώνης. Γιατί αυτή η πολεμική μόνο για τους Γερμανούς και όχι για τους Ολλανδούς, Νορβηγούς, Φιλανδούς, Κύπριους κλπ;
Προφανώς όλα εντάσσονται στα συμφέροντα κάθε χώρας και της ευρωζώνης γενικότερα. Κανένας δεν χαρίζει και κανένας δεν θέλει να χάσει. Αλλά η προσπάθεια διάσωσης της χώρας μας ευνοεί πρωτίστως εμάς και κατ'επεκτασιν τους εταίρους μας.

ΨΕΜΑ 6
Η Γερμανία δανείζει την Ελλάδα για να στηρίξει τις εξαγωγές της.
Είναι τουλάχιστον αστείο να πιστεύει κάποιος ότι μια αγορά 10εκ κατοίκων μπορεί να στηρίξει την ανάπτυξη μιας χώρας 80εκ.
Στο γενικό σύνολο των εξαγωγών της Γερμανίας, η Ελλάδα κατέχει το 0,7%. Δηλ περίπου 6δις το χρόνο όταν το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών είναι 34 δις. Αντίστοιχα η Πορτογαλία εισάγει περίπου 8δις από την Γερμανία και δεν αναλώνεται σε τέτοιες ανόητες κατηγορίες, όπως και η Ιρλανδία που εξάγει, αντί να εισάγει, στη Γερμανία 11δις το χρόνο δεν σκέφτηκε κανείς να πει ότι η Γερμανία δεν πρέπει να δανείσει την Ιρλανδία;
Άρα τα προβλήματα κάθε χώρας δεν έχουν να κάνουν με τις εξαγωγές της Γερμανίας στις χώρες αυτές, αλλού είναι τα προβλήματα.

ΨΕΜΑ 7
Η Γερμανία μας δανείζει για να αγοράζουμε εξοπλιστικά προγράμματα από αυτήν.
Μετέωρος ο ισχυρισμός και ανατρέψιμος μέσω των αριθμών. Η Ελλάδα δαπανά κάθε χρόνο περίπου 2δις ευρώ για εξοπλισμούς από τους οποίους μόνο το 20% αφορά την Γερμανία δηλ. 400εκ ευρώ το χρόνο. Το ερώτημα είναι, ασχέτως αν χρειάζονται η όχι, ότι δημιουργούνται φαντάσματα και πλασματικοί εχθροί όταν οι εκροές χρημάτων από την Γερμανία στην Ελλάδα είναι πολλαπλάσια των εκροών.
Θα καταγράψω ένα νούμερο από μελέτη της EUROBANK ότι τα χρήματα που έχουν δοθεί στην Ελλάδα μόνο μέσω επιδοτήσεων τα τελευταία 30 χρόνια είναι 203 δις, τα περισσότερα από τα οποία είναι από τις καταβολές των φορολογούμενων γερμανών πολιτών.
Οι επιδοτήσεις δεν δόθηκαν στην Ελλάδα από συμπάθεια αλλά από μια διευρυμένη αντίληψη του συμφέροντος των χωρών αυτών στο πλαίσιο της ΕΕ. Το πώς αξιοποιήθηκαν οι πόροι αυτοί από την Ελλάδα είναι ζήτημα μιας άλλης συζήτησης.

ΨΕΜΑ 8
Το μνημόνιο κατέστρεψε τη χώρα.
Η χώρα ήταν κατεστραμμένη πριν το μνημόνιο. Το μνημόνιο ήταν μια διακρατική συμφωνία με όρους δανεισμού. Σε γενικές γραμμές προσανατολιζόταν στη μείωση των δημοσίων δαπανών, στις ιδιωτικοποιήσεις, στην πάταξη της φοροδιαφυγής και στην επιτάχυνση διαρθρωτικών αλλαγών τόσο στο δημόσιο όσο και στον ιδιωτικό τομέα. (μείωση δημοσίων υπαλλήλων, άνοιγμα κλειστών επαγγελμάτων, κλπ)
Η κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ που διαχειρίσθηκε το μνημόνιο δεν μείωσε δραστικά τις δημόσιες δαπάνες και τις σπατάλες του κράτους, δεν έκανε ούτε μια ιδιωτικοποίηση, δεν κατάφερε να πατάξει την φοροδιαφυγή, δεν μείωσε τους δημοσίους υπαλλήλους , δεν έκλεισε άχρηστους δημόσιους οργανισμούς , δεν άνοιξε τα κλειστά επαγγέλματα, και αντ αυτού μείωσε μισθούς και συντάξεις οριζόντια και έβαλε φόρους σε ότι κινείται ή δεν κινείται. Αποτέλεσμα αυτού η ύφεση να παγιωθεί και να χρειαστεί δεύτερο μνημόνιο πιο σκληρό. Το αστείο της υπόθεσης είναι ότι επί δυο χρόνια αυτοί που διαμαρτύρονταν να μην εφαρμοστεί το μνημόνιο το κατάφεραν στο ακέραιο. Τώρα διαδηλώνουν ότι η εφαρμογή του έφταιγε που καταρρέει η χώρα. Είναι σε σύγχυση ή την επιδίωκαν;

{8β': Με ξαίρεση το επιτόκιο και τν διακοσμητική παρουσία της τρόϊκα τα πρώτα χρόνια, οι όροι του πρώτου μνημονίου ήταν εθνικά χρήσιμοι σε κάποια σημεία: ουσιαστικά, η Ελλάδα ζητούσε και έπαιρνε χρόνο για να υλοποιήσει μεταρρυθμίσεις που θα έφερναν (από μόνες τους) κάποια ανάπτυξη και ισονομία (βελτίωση της ψυχολογίας στην αγορά) και παγίωνε την χρηματοδότηση (=δάνειο) για  να το κάνει. Η τότε Ελληνική κυβέρνηση δεν έκανε τίποτα - ούτε ρύθμιση ούτε μεταρρύθμιση.}

ΨΕΜΑ 9
Τα λεφτά τα έφαγαν οι πολιτικοί μαζί με τα κρατικοδίαιτα λαμογια.
Σωστό! Αλλά.
Από τα 100 ευρω που δαπανά το ελληνικό κράτος το 70% πηγαίνει σε μισθούς και συντάξεις, το 20% σε τοκοχρεολύσια και ένα 10% σε δραστηριότητες δημοσίων επενδύσεων. Σ'αυτό το 10% κρύβεται η διαπλοκή και το πάρτι με τις μίζες ημετέρων. Αν όμως το αναλύσεις λογιστικά στο σύνολο των δαπανών η διαφθορά δεν ξεπερνά το 1,5% και σε καμιά περίπτωση δεν αντιστοιχεί στο δημόσιο χρέος των 360δις.
Το πρόβλημα είναι ξεκάθαρο ότι δαπανούσαμε κάθε χρόνο 30δις παραπάνω από αυτό που παράγαμε. Κάθε ευρώ που έμπαινε στη χώρα έβγαινε με την αγορά εισαγόμενων προϊόντων. Αν μας χάριζε κάποιος ολόκληρο το χρέος σε 10 χρόνια θα βρισκόμασταν στο σημείο που βρισκόμαστε σήμερα.

ΨΕΜΑ 10
Χρεωκοπία αντί μνημόνιο 2.
Το μνημόνιο 2 φέρνει ύφεση και εξασφαλίζει μόνο τους δανειστές μας. Ο.Κ.
Η χρεοκοπία και αυτή εξ ορισμού θα φέρει ύφεση. Άρα τι διαλέγουμε;
Με το μνημόνιο 2 η χώρα μπαίνει σε μακροχρόνια ύφεση μένοντας όμως στην Ευρώπη, στο ευρώ και με πληθωρισμό 2,5%. Αν όμως χρεοκοπήσει η χώρα βγαίνει από το ευρώ χωρίς ρευστότητα, με αλλαγή νομίσματος και με πληθωρισμό άνω του 20%.
Και ρωτώ, σε ποια από τις δυο περιπτώσεις υπάρχουν προοπτικές ανάπτυξης;
Το να κατηγορούμε κάτι δεν σημαίνει ότι η άλλη επιλογή είναι καλύτερη.

ΨΕΜΑ 11
Να πάμε στην δραχμή και να αναπτυχθούμε μόνοι μας
Η προοπτική της δραχμής δεν μας κάνει ανεξάρτητους από τους πιστωτές μας αλλά εξαρτημένους για πολλά χρόνια από την φτώχια. Φαντάζει εφιαλτικό οι καταθέσεις όλων μας να μετατραπούν σε δραχμές που με την ιλιγγιώδη αύξηση του πληθωρισμού θα εκμηδενισθούν, το δημόσιο χρέος θα πολλαπλασιασθεί, τα στεγαστικά δάνεια θα είναι αδύνατον να αποπληρωθούν, η ακρίβεια και η ανεργία, και οι ελλείψεις σε βασικά προϊόντα επιβίωσης, θα πυροδοτήσουν τεράστια κοινωνικά προβλήματα( εγκληματικότητα, πορνεία, παραοικονομία κ.α)
για το λόγο αυτό η μόνη λύση είναι η ασπίδα του ευρώ, να μας δώσει την δυνατότητα να έχουμε την απαιτούμενη οικονομική σύγκλιση με τις εύρωστες χώρες της ευρωζωνης.

{Η σύγχυση των ελληνων φοιτητών (βλέπε παραπάνω) είναι μεγάλη σε αυτό το σημείο. Αδυνατούν να κάνουν τη συσχέτηση του εγχώριου νομίσματος, της αξίας του στις αγορές και της συναλλαγματικής του συμπεριφοράς.}

ΨΕΜΑ 12
Το χρέος είναι απεχθές ,και να μην το πληρώσουμε.
Απεχθές λέγεται το χρέος που δημιουργείται από απολυταρχικά καθεστώτα, όταν ο εκάστοτε δικτάτορας λαμβάνει δάνειο για δική του πρόσοδο και δεν φθάνει ποτέ στον λαό. Στην περίπτωση μας όμως είναι πολύ διαφορετικά τα πράγματα, τα δάνεια χορηγήθηκαν για επιδοματική πολιτική, διορισμούς , συντάξεις και κατασπαταλήθηκαν σε διάφορες ορατές δαπάνες του κράτους. Άρα η άποψη του δεν πληρώνω χαρακτηρίζεται από λαϊκίστικη έως δολίως παραπληροφόρηση των πολιτών.

ΨΕΜΑ 13
Την κρίση να πληρώσει η πλουτοκρατία!!!
Το υπουργείο Οικονομικών δημοσίευσε τη λίστα 6000 μεγάλων
επιχειρήσεων που χρωστάνε στο Δημόσιο περίπου 42δις.
Αν διαβάσει κανείς προσεκτικά τα ονόματα των επιχειρήσεων του «Μεγάλου Κεφαλαίου» που αν τους τα πάρουμε θα σωθεί ο τόπος, παρατηρεί τις εξής τέσσερις κατηγορίες.
Στη πρώτη κατηγορία είναι οι επιχειρήσεις του Δημοσίου με πρωταγωνιστή τον ΟΣΕ που χρωστά 1.2δις, ακολουθούν τα Ελληνικά Πετρέλαια, η ΔΕΗ, διάφοροι Κρατικοί Οργανισμοί, Δήμοι ,δημοτικές επιχειρήσεις και αγροτικοί συνεταιρισμοί.
Στη δεύτερη κατηγορία βρίσκονται επιχειρήσεις που δεν υπάρχουν πια, μεταξύ άλλων είναι , η Πειραϊκή Πατραϊκή, το Μινιόν, ο Κατράντζος, η Υβοννη, η Ανατόλια, η Τράπεζα Κρήτης, το NEW CHANNEL, οι ασφαλιστικές Φοίνιξ , ASPIS, και εκατοντάδες άλλες.
Στη τρίτη κατηγόρια βρίσκονται εταιρείες προβληματικές που βρίσκονται σε διαδικασία εκκαθάρισης ή σε καθεστώς οικονομικής επιτήρησης όπως το GLOU, το ARTISTI ITALIANI, η ΑΕΚ, ο Πανιώνιος, ο Αρης και πλήθος άλλων.
Στην τέταρτη κατηγορία βρίσκονται οι εταιρείες που χρωστάνε και αναμφισβήτητα πρέπει να πληρώσουν.
Κύκλοι του υπουργείου οικονομικών υπολογίζουν ότι θα είναι μεγάλη επιτυχία να καταφέρουν να μαζέψουν τα 6δις από τα 42δις.
Το αφιερώνω σε όσους διαδηλώνουν εναντίον φαντασμάτων, ψάχνοντας σε αραχνιασμένα σεντούκια και λαϊκίζοντας πάνω στον ανθρώπινο πόνο.

ΨΕΜΑ 14
Να ανατρέψουμε το σύστημα και να πάρουμε τα λεφτά από τους πλούσιους και να τα δώσουμε στο λαό
Ας παραθέσουμε μερικά στοιχεία που δείχνουν την ανατομία της λεγόμενης πλουτοκρατίας. Aπο το σύνολο των επιχειρήσεων στην Ελλάδα μόνο 13% είναι αυτό που λέμε <<μεγάλο κεφάλαιο>>.
Η αποτίμηση όλων των εισηγμένων εταιρειών στο χρηματιστήριο δεν ξεπερνούν τα 16 δις, η οποία μειώνεται μέρα με τη μέρα. {Έχει φτάσει σε περίπου 14δισ - (morgan stanley)}
Το ενεργητικό των τραπεζών μπορεί να είναι περίπου 600δις, όπως διακηρύσσουν διάφοροι αριστεροί πολιτικάντηδες στην τηλεόραση, το αποθεματικό τους όμως είναι πολύ πιο κάτω από τα 20δις.
Η συνολική αξία του χρηματοπιστωτικού μας συστήματος αυτή τη στιγμή είναι μόλις 4δις.

ΨΕΜΑ 15
Να φορολογηθούν οι πλούσιοι.
Από το σύνολο των φορολογουμένων, το 60% ή βρίσκεται στο αφορολόγητο ή έχει επιστροφή φόρου. {Καταργήσαμε το αφορολόγητο...} Το 50% των ετήσιων εσόδων του κράτους οφείλονται σ΄αυτό που λέμε μεγάλο κεφάλαιο και από τα υψηλόμισθα στελέχη των μεγάλων εταιρειών.
Η φοροδιαφυγή γίνεται από τις πολυδιάστατες μικροεπιχειρησεις και υπηρεσίες ( βιοτεχνίες, εμπορικά μαγαζιά, αυτοαπασχολούμενοι κ.α.) σημειωτέον ότι οι αγρότες δεν πληρώνουν καθόλου φόρους.
Τα τεράστια κεφάλαια που κατέχουν οι εφοπλιστές δεν είναι παραγόμενος πλούτος εντός Ελλάδος αλλά από δραστηριότητες του εξωτερικού .Άρα δε δικαιούμαστε ούτε μπορούμε να τα φορολογήσουμε παρά μόνο να δημιουργήσουμε τις κατάλληλες συνθήκες να τα επενδύσουν στην χώρα μας. Όλα τ'αλλα είναι λαϊκίστικες κορόνες, αφού και όλα τα χρήματα της πλουτοκρατίας να δεσμεύσουμε τα χρήματα που χρωστάμε είναι 350+110=460 δις. Δυστυχώς η επανάσταση ματαιώνεται.

ΨΕΜΑ 16
Αν πατάξουμε την φοροδιαφυγή θα έχουμε δημοσιονομικό πλεόνασμα
Θεωρητικά αν όλοι οι έλληνες αύριο το πρωί πλήρωναν τους οφειλόμενους φόρους τους και βουλώναμε όλες τις τρύπες στις δημόσιες δαπάνες θα χρειαζόμασταν ακόμα δανεισμό για τις κάλυψη των κρατικών δαπανών .
Και αν ακόμη όλοι οι έλληνες, πλούσιοι και φτωχοί, βάζαμε σ'ένα τραπέζι όλα τα λεφτά μας δεν θα συγκεντρώναμε πάνω από 150δις, όταν ήδη χρωστάμε 350δις στις τράπεζες, 110δις στην Τρόικα, 200δις χρωστάνε τα ασφαλιστικά μας ταμεία και 40δις για εγγυήσεις των δανείων που πήραμε. ΣΥΝΟΛΟ σχεδόν 1 τρις ευρω.
Το πρόβλημα είναι ότι όσα λεφτά και να συγκεντρώσουμε τα ρίχνουμε σ'ένα βαρέλι δίχως πάτο. Η φοροδιαφυγή συμβαίνει όταν η φορολογια είναι υψηλη , άρα άδικη και όταν δεν είναι ανταποδοτική.

ΨΕΜΑ 17
Η χρεοκοπία της Ελλάδος είναι χεωκοπια του καπιταλιστικού συστήματος.
Όταν σε μια οικονομία η οικονομική δραστηριότητα κατά 60% ανήκει στο κράτος, όταν η γραφειοκρατία είναι μια παγιωμένη κατάσταση, όταν 300 επαγγέλματα είναι κλειστά, όταν οι μισθοί καθορίζονται από συλλογικές συμβάσεις, όταν έχουμε 1.000.000 δημοσίους υπαλλήλους, όταν η φορολογία στις επιχειρήσεις φθάνει συνολικά το 68%, όταν ο ΦΠΑ είναι στο 23%,όταν η επιδοματική πολιτική στηρίζει τα εισοδήματα, όταν δαπανάμε περισσότερα από ότι εισπράττουμε λόγω αυξημένων αναγκών του διογκωμένου κράτους, αυτό λοιπόν μοιραία έρχεται και καταρρέει.
Δυστυχώς η αριστερά ακόμα δεν έχει καταλάβει ότι η διόγκωση της κουλτούρας της διόγκωσε και το κράτος το οποίο πτώχευσε. Καιρός είναι να το καταλάβει και ο ελληνικός λαός.

ΨΕΜΑ 18
Για την κατάσταση που έφτασε η Ελλάδα φταίνε τα δυο κόμματα εξουσίας.
Θα το έλεγα διαφορετικά, ότι για την κατάσταση που έχει φτάσει η χώρα χρεώνονται τα 2 κόμματα εξουσίας. Γιατί εξουσία δεν ασκούν μόνο οι κυβερνήσεις αλλά όλοι οι θεσμοί. Αντιπολίτευση, δημοσιογράφοι, δικαιοσύνη, γραφειοκράτες , συνδικαλιστές κ.ο.κ. συνέβαλαν στη κρατικιστικη αντίληψη της οικονομίας και την μεγέθυνση του Δημοσίου. Δυστυχώς για αυτούς που υποστηρίζουν την άποψη αυτή , η ευθύνη είναι οριζόντια και η κατάρρευση συλλογική.

ΨΕΜΑ 19
Ο λαός δεν φταίει πουθενά.
Ο λαός είναι υπεύθυνος αλλά όχι κατηγορούμενος. Είναι πολύ δύσκολο να κατανείμεις κατηγορίες σε μια συλλογική αποτυχία. Η ευθύνη όταν μοιράζεται σε πολλούς απενεχοποιειται. Ο λαός με τις επιλογές του και με την ανοχή του συμμετείχε στην διόγκωση της αποτυχίας. Θα αναφέρω σαν παράδειγμα το εξής, όταν ο Αν. Πεπονης εισήγαγε το νόμο του ΑΣΕΠ, που έβαζε φρένο στο πελατειακό κράτος , στις επόμενες εκλογές οι πολίτες τον τιμώρησαν πανηγυρικά. Επίσης, όταν κατετέθη το νομοσχέδιο Γιαννίτση για το ασφαλιστικό οι «προοδευτικές» δυνάμεις το αναχαίτισαν, τώρα η συνταξιοδότηση πήγε στα 67 .Τώρα, οι ίδιες δυνάμεις και πάλι φωνάζουν. Όταν, κάθε φορά που πήγαινε να περιοριστεί το κράτος και οι δαπάνες του πάλι ο λαός έβγαινε με συνθήματα στους δρόμους και κατηγορούσε τους «άκαρδους» πολιτικούς σαν προδότες που ξεπουλάν τα πάντα, τώρα όμως ; θα πουληθούν όλα αλλά με το πλεονέκτημα στον αγοραστή και όχι στον πωλητή. Τέτοια παραδείγματα υπάρχουν χιλιάδες.

ΨΕΜΑ 20.
Δεν είναι οι δημόσιοι υπάλληλοι, οι γιατροί ,οι δικηγόροι, δημοσιογράφοι, οι υδραυλικοί, οι ταξιτζήδες , εφοριακοί, πολεοδόμοι, αγρότες, κ.α. όλοι το ίδιο.
Όλοι δεν είναι , αλλά δυστυχώς είναι οι περισσότεροι.


________________________________________

 Πότε θα μάθουμε να κ΄ρινουμετους πολιτικούς μας λογικά και όχι συναισθηματικά;

Tuesday, 24 February 2015

Τα διπλά βιβλία και η αληθο-διαφυγή στην Ελλάδα

Ο Ιωσήφ Goebbels, διευθυντής Επικοινωνίας του Hitler, είχε πει το περίφημο "τι είναι αλήθεια... αν επαναλάβεις αρκετές φορές ένα ψέμμα, γίνεται αλήθεια..."

Αντίστοιχα, η Ελληνική κυβέρνηση διατυμπανίζει μέσω των μέσων ότι πέτυχε τις προγραμματικές δηλώσεις της Θεσ/νίκης και μνημόνιο, "τέλος".

Δηλαδή τους "παίξαμε". Κρατική προπαγάνδα.

Λένε ανακρίβειες. Αν τα επαναλάβουμε μύριες φορές θα γίνουν αλήθεια; (όπως και στη Ναζιστική Γερμανία;)

Διότι το μνημόνιο (memorandum) το προσυπέγραψε.
 Στο παρα-πέντα αλλά το υπέγραψε

 Στο μέλλον θα έχουμε νέο μνημόνιο αλλά με άλλο όνομα (agreement, συμβόλαιο). Κατ'αυτή την έννοια, αντίο μνημόνιο, hallo "συμβόλαιο".

Έστω, υπεγράφη παράταση 4 μηνών.

  • Επίσης ανέλαβε την υποχρέωση ο,τι κάνει να μη αυξήσει τις κρατικές δαπάνες ("no negative fiscal effects").
  • Επίσης, ανέλαβε την υποχρέωση να βάλει μπρος κάποιες μεταρρυθμίσεις, όλες αυτές που έχει το μνημόνιο (εφεξής "συμβόλαιο") -- που, εν τέλει, δεν είναι και κακές...
  • Επίσης ανέλαβε την υποχρέωση να μη σταματήσει τις κρατικοποιήσεις...
  • Επίσης ανέλαβε να πετύχει τους δημοσιονομικούς στόχους της προηγούμενης κυβέρνησης
  • Επίσης ανέλαβε να εκπονήσει το σχέδιο πρόταση για το νέο μνημόνιο.
  • Επίσης ανέλαβε την υποχρέωση να ξεχρεώσει -- δηλαδή δεν διαγράφεται το χρέος... (όχι ακόμη, τουλάχιστο).
  • Κερδίσαμε το συμφωνηθέν ποσοστό του πλεονάσματος να είναι ~3% αντί +4%.
  • Σώσαμε  τις τράπεζες μας -- δηλαδή, τα χρήματα που είναι ακόμη στις ελληνικές τράπεζες.

Γιατί δεν λέμε αυτά που γίναν καιεπιμένουμε σε εικονική αλήθεια. Μία η λραγματική, μία για το κόσμο, εμάς, τους χαζούς...

Σαν να έχουμε διπλά βιβλία δηλαδή

Και υποτίθεται ότι η κυβέρνηση θα πάταζε τη φοροδιαφυγή... την αληθο-διαφυγή ποιός θα τη πατάξει;




Thursday, 8 January 2015

Καλη Χρονιά...

Ομως για κάποιους δεν ξεκίνησε καλά το 2015...

Για κάποιους ξαφνικά τελείωσαν όλα:

Τα λόγια είναι φτώχεια
Άρα όλοι οι άλλοι που είμαστε εδώ είμαστε σχετικά καλά.


Monday, 1 December 2014

Troika, Ελληνική Δημοκρατία και Ελληνική Κυβέρνηση






Troika Δεκέμβρης 2014: άλλο ένα επεισόδιο του σήριαλ "Τρόϊκα εναντίον Ελ Κυβ" που βρίσκει λύση (happy ending) προς το τέλος του επειδοσίου, ή ουσιώδεις διαφορές;


Αυτή τη φορά, αυτό δεν το γνωρίζω.

Γνωρίζω όμως ότι τα λεγόμενα περί Τρόϊκα επιμένει σε μέτρα ενώ η ΕΛληνική Κυβ αντιστέκεται σθεναρά είναι μπούρδες: προκειμένου να αποφύγει τα δύσκολα (απολύσεις δημαοσίων υπαλλήλων, ελευθέρωση επαγγελμάτων, κλπ) που έχει άλλωστε συμφωνήσει το Ελληνικό κράτος, η κυβέρνσηση πάλι καταφεύγει σε λύσεις πρόσκαιρες για να αποφύγει τις μεταρρυθμίσεις... συντάξεις, περίθαλψη, κλπ.

Εμφανώς πλέον το Ελληνικό κράτος με τη Διοίκησή του δείχνουν ξεκάθαρα το Ελληνικό μοντέλλο κράτους: ΔΕΝ ΧΩΡΑΕΙ ΠΟΛΛΟΥΣ ΠΟΛΙΤΕΣ.

Για την ελληνικη΄διοίκηση και τους πολιτικούς, η ελλάδα θα ήταν ιδανικό μέρος αν είχε ΜΟΝΟ:
πολιτικούς και δημοσίους υπαλλήλους και λίγους αυλικούς γύρω, γύρω.

Σύνολο πλυθησμού ~2 εκατ. Ούτε προβλήματα με σχολεία, περίθαλψη, ανεργίες, κλπ.




ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ, ΌΛΟΙ ΟΙ ΥΠΟΛΟΙΠΟΙ ΕΙΜΑΣΤΕ ΠΑΡΕΙΣΑΚΤΟΙ



 ΔΕΝ είχε όλους τους παρείσακτους ανθτώπους / κατοίκους με 


Η ιδανική Ελλάδα κατά την τρέχουσα


Friday, 14 November 2014

(Νεο) Ελληνική Δημοκρατία

Η απόλυτη, σαφέστερη και περιεκτικότερη επιγραφή για τη κατάσταση στην Ελλάδα:



(Με λίγα λόγια,) το ελληνικό δημόσιο αντιστέκεται στον πολιτισμό



(από το άρθρο του Α. Ζαμπούκα "Οι μικροί δικτάτορες του ελληνικού δημοσίου"

Πηγή:www.capital.gr

Wednesday, 24 September 2014

Το "Φθίνον Έθνος" με τις έντονες μυθολογικές ιδέες που εκλαμβάνει ως ρεαλιστική αυτοεπίγνωση...

Το εν λόγω έθνος είναι, βέβαια και δυστυχώς, το Ελληνικό.

Η φράση του τίτλου είναι σύνθεση από το βιβλίο "Πλανητική πολιτική μετά τον ψυχρό πόλεμο" του έξοχου και εξαίρετου συγγραφέα, μεταφραστή και φιλόσοφου Παναγιώτη Κονδύλη (17 Αυγ.1943 – 11 Ιουλ. 1998).

Το βιβλίο πρωτοεκδόθηκε στα γερμανικά ( Planetarische Politik nach dem kalten Krieg) και μεταφράστηκε στα ελληνικά πριν από το θάνατό του από τις εκδόσεις Θεμέλιο, έχει δε επανεκδοθεί πρόσφατα .
Μεταξύ άλλων, διορατικών (αι επίκαιρων) αναλύσεων, το βιβλίο περιέχει και μια εξαιρετικά οξυδερκή, σαφή και πλήρως επίκαιρη περιγραφή της σύγχρονης Ελλάδας και των νεο-ελλήνων. Η διορατικότητα του συγγραφέα είναι εντυπωσιακή.

""" (Παν. Κονδύλης, "Πλανητική πολιτική μετά το ψυχρό πόλεμο", εκ. Θεμέλιο)
...Η σημερινή Ελλάδα αποτελεί περίπτωση φθίνοντος έθνους
Η σημερινή Ελλάδα αποτελεί ακριβώς περίπτωση φθίνοντος έθνους, το οποίο εκλαμβάνει τις έμμονες μυθολογικές του ιδέες για τον εαυτό του ως ρεαλιστική αυτεπίγνωση. Δεν είναι διόλου περίεργο ότι η ψυχολογική αυτή κατάσταση συχνότατα παρουσιάζει συμπτώματα παθολογικού αυτισμού γιατί το απαραίτητο υπόβαθρο και πλαίσιο της υγιούς αυτεπίγνωσης είναι η γνώση του ευρύτερου περιβάλλοντος κόσμου, μέσα στον οποίο καλείται να δράσει ένα ατομικό ή συλλογικό υποκείμενο, αποτιμώντας κατά το δυνατόν νηφάλια τις δυνατότητες του και υποκαθιστώντας τη νοσηρά εγωκεντρική αρχή της ηδονής με τη φυσιολογικά εγωκεντρική αρχή της πραγματικότητας. Όπως οι κατώτεροι ζωικοί οργανισμοί, έτσι και οι σημερινοί Έλληνες αντιδρούν με έντονες αντανακλαστικές κινήσεις μονάχα σ’ ό,τι τους ερεθίζει άμεσα και ειδικά· οι δηλώσεις κάποιου «φιλέλληνα» στη Χαβάη ή κάποιου «μισέλληνα» στη Γροιλανδία (κι ας μη μιλήσουμε καθόλου για τα όσα παρεμφερή μαθαίνει κανείς από τις Βρυξέλλες ή την Ουάσιγκτον) ευφραίνουν ή εξάπτουν, αναλόγως, τα πνεύματα πολύ περισσότερο απ’ ό,τι τα απασχολούν τα ουσιώδη, αν και συχνά αφανή, μεγέθη της πολιτικής και της οικονομίας


Επίσης ελάχιστοι φαίνεται να ενδιαφέρονται για τα πολιτικά συμπαρομαρτούντα των διαγραφόμενων οικολογικών στενωπών ή για τις προσεχείς συνέπειες της μετανάστευσης των λαών σε μια χώρα τόσο ευπαθή οικολογικά και τόσο έκθετη γεωγραφικά όσο η Ελλάδα. Όμως η έλλειψη, και μάλιστα η άρνηση, της αυτεπίγνωσης δεν φαίνεται μόνον έμμεσα στη στενότητα της πολιτικής κοσμοεικόνας, από την οποία συνήθως αφορμώνται οι συζητήσεις πάνω στην εθνική πολιτική. Φαίνεται και άμεσα, στον τρόπο διεξαγωγής αυτών των συζητήσεων. Στο επίκεντρό τους βρίσκονται δηλ. περισσότερο ή λιγότερο θεμελιωμένες σκέψεις και γνώμες για το ποιά τροπή θα πάρει αυτή ή εκείνη η συγκεκριμένη εξέλιξη και για το αν αυτή ή εκείνη η ενέργεια ενδείκνυται ή όχι, πράγμα πού συχνότατα οδηγεί στη γνωστή και προσφιλή πολιτικολογία και τραπεζορητορεία. Δεν θίγεται όμως ο ακρογωνιαίος λίθος κάθε πολιτικής προβληματικής: ποιά είναι η ταυτότητα και η οντότητα του πολιτικού υποκειμένου, για τις πράξεις, τις παραλείψεις και το μέλλον του οποίου γίνεται λόγος; Πιο συγκεκριμένα: ποιά είναι η σημερινή φυσιογνωμία της Ελλάδας και τι προκύπτει απ’ αυτήν ως προς την ικανότητά της να ασκήσει εθνική πολιτική μέσα στις σημερινές πλανητικές συνθήκες; Η εσωτερική αποσύνθεση, την οποία κανείς αφήνει να προχωρήσει όσο δεν φαίνεται ν’ αντιμετωπίζει άμεσο κίνδυνο, του στερεί τα απαιτούμενα μέσα και περιθώρια ελιγμών όταν η ανάγκη σφίγγει.

Υπάρχει διάχυτη η εντύπωση ότι μόλις εμφανισθεί στο διεθνές προσκήνιο η Ελλάδα (ολόκληρη Ελλάδα!) και υψώσει τη φωνή για τα δίκαιά της, η κοινωνία των εθνών θα αφήσει τις δικές της έγνοιες και θα ενδιαφερθεί για τα ελληνικά αιτήματα, περίπου αποσβολωμένη από την ηθική λάμψη τους. Η προβολή της εξ ορισμού ανώτερης ηθικής διάστασης φαίνεται να απαλλάσσει από τους ταπεινούς μόχθους και τους παραζαλιστικούς λαβυρίνθους της συγκεκριμένης πολιτικής, φαίνεται δηλ. ότι αρκεί να έχει κανείς το δίκαιο με το μέρος του για να έχει κάνει σχεδόν τα πάντα, όσα εξαρτώνται απ’ αυτόν. Στον υπόλοιπο κόσμο εναπόκειται να αντιληφθεί το ελληνικό δίκαιο και να πράξει ανάλογα. Η ελληνική πλευρά συχνότατα θεώρησε και θεωρεί ως αδιανόητο ότι οι άλλοι μπορούν να έχουν (ειλικρινά ή όχι) διαφορετική αντίληψη για το τι είναι δίκαιο· επίσης δυσκολευόταν και δυσκολεύεται να συμφιλιωθεί με τη σκέψη ότι οι άλλοι δεν παίρνουν πάντα τοις μετρητοίς τους ισχυρισμούς της κι ότι χρησιμοποιούν και άλλες πηγές πληροφοριών ή ακούνε και άλλες απόψεις. Εκείνο όμως πού προ παντός αρνείται να κατανοήσει σε μόνιμη βάση η ελληνική πλευρά, καθώς έχει αυτοπαγιδευθεί στις υπεραναπληρώσεις των ηθικολογικών άλλοθι, είναι ότι κάθε ισχυρισμός και κάθε διεκδίκηση μετρούν μόνο τόσο, όσο και η εθνική οντότητα πού στέκει πίσω τους. Όποιος λ.χ. μονίμως επαιτεί δάνεια και επιδοτήσεις για να χρηματοδοτήσει την οκνηρία και την οργανωτική του ανικανότητα δεν μπορεί να περιμένει ότι θα εντυπωσιάσει ποτέ κανέναν με τα υπόλοιπα «δίκαιά» του. Ούτε μπορεί κανείς να περιμένει ότι θα ληφθεί ποτέ σοβαρά υπ’ όψιν μέσα στο διεθνές πολιτικό παιγνίδι, αν δεν έχει κατανοήσει, και αν δεν συμπεριφέρεται έχοντας κατανοήσει, ότι, πίσω και πέρα από τις μη δεσμευτικές διακηρύξεις αρχών ή τις αόριστες φιλοφρονήσεις, τις φιλίες ή τις έχθρες τις δημιουργεί και τις παγιώνει η σύμπτωση ή η απόκλιση των συμφερόντων. Όμως στη βάση αυτή μπορεί να κινηθεί μόνον όποιος έχει την υλική δυνατότητα να προσφέρει τόσα, όσα ζητά ως αντάλλαγμα. Με άλλα λόγια: οι κινήσεις στο πολιτικό-διπλωματικό πεδίο αποδίδουν όχι ανάλογα με το «δίκαιο», το οποίο άλλωστε η κάθε πλευρά ορίζει για λογαριασμό της, αλλά ανάλογα με το ιστορικό και κοινωνικό βάρος των αντίστοιχων συλλογικών υποκειμένων, το οποίο όλοι αποτιμούν κατά μέσον όρο παρόμοια, όπως γίνεται και με τα εμπορεύματα στην αγορά. Επί πλέον καμμιά προστασία και καμμιά συμμαχία δεν κατασφαλίζει τελειωτικά οποίον βρίσκεται μαζί της σε σχέση μονομερούς εξάρτησης. Η αξία μιας συμμαχίας για μιαν ορισμένη πλευρά καθορίζεται από το ειδικό βάρος της πλευράς αυτής μέσα στο πλαίσιο της συμμαχίας. Ισχυροί σύμμαχοι είναι άχρηστοι σ’ όποιον δεν διαθέτει ό ίδιος σεβαστό ειδικό βάρος, εφ’ όσον ανάλογα με τούτο εδώ αυξομειώνεται το ενδιαφέρον των ισχυρών. Ίσως να θεωρεί κανείς «απάνθρωπα» και λυπηρά αυτά τα δεδομένα, αν όμως ασκεί εθνική πολιτική αγνοώντας τα, αργά ή γρήγορα θα βρεθεί σε μια κατάσταση όπου τη λύπη για την ηθική κατάπτωση των άλλων θα τη διαδεχθεί ο θρήνος για τις δικές του συμφορές.
Η παρατήρηση αυτή μας φέρνει στη δεύτερη από τις δύο μεγάλες φάσεις της εθνικής συρρίκνωσης του ελληνισμού σ’ αυτόν τον αιώνα. Αν η πρώτη είχε κυρίως γεωπολιτικό χαρακτήρα, η δεύτερη, πού άρχισε μετά τη σχετική ολοκλήρωση της πρώτης, χαρακτηρίζεται από τα συμπτώματα και τα συμπαρομαρτούντα ενός παρασιτικού καταναλωτισμού αδιάφορου για τις μακροπρόθεσμες εθνικές του επιπτώσεις, ιδιαίτερα σ’ ό,τι αφορά την ανεξαρτησία της χώρας και την αυτοτέλεια των εθνικών της αποφάσεων. Τον καταναλωτισμό αυτόν δεν τον ονομάζουμε παρασιτικό για να τον υποβιβάσουμε ηθικά, αντιπαρατάσσοντάς του «ανώτερα» και «πνευματικά» ιδεώδη ζωής, όπως κάνουν διάφοροι διανοούμενοι. Θα ήταν εξωπραγματικό και ανόητο να θέλει να αποκόψει κανείς τον ελληνικό λαό στο σύνολό του από τις νέες δυνατότητες της παραγωγής και της τεχνολογίας — και επί πλέον θα ήταν και επικίνδυνο, γιατί μια τέτοια αποκοπή θα συμβάδιζε με μια γενικότερη οικονομική και στρατιωτική καθυστέρηση. Ό όρος «παρασιτικός καταναλωτισμός» χρησιμοποιείται εδώ στην κυριολεξία του για να δηλώσει ότι η σημερινή Ελλάδα, όντας ανίκανη να παραγάγει η ίδια όσα καταναλώνει και
μην έχοντας αρκετή αυτοσυγκράτηση — και αξιοπρέπεια — ώστε να μην καταναλώνει περισσότερα απ’ όσα μπορεί να παραγάγει η ίδια, προκειμένου να καταναλώσει παρασιτεί, και μάλιστα σε διπλή κατεύθυνση: παρασιτεί στο εσωτερικό, που υποθηκεύει τους πόρους του μέλλοντος μετατρέποντάς τους σε τρέχοντα τοκοχρεολύσια, και παρασιτεί προς τα έξω, που έχει επίσης δανεισθεί υπέρογκα ποσά όχι για να κάνει επενδύσεις μελλοντικά καρποφόρες αλλά κυρίως για να πληρώσει με αυτά τεράστιες ποσότητες καταναλωτικών αγαθών, τις οποίες και πάλι εισήγαγε από το εξωτερικό. Η εξέλιξη αυτή συντελέσθηκε στο πλαίσιο της μεταπολεμικής προοδευτικής διαπλοκής των διεθνών οικονομικών διαδικασιών γενικά και των ευρωπαϊκών οικονομιών ειδικότερα, ωστόσο θα ήταν λάθος να τη θεωρήσουμε ως ειμαρμένη πού ενέσκηψε πάνω σε μιαν αδύνατη κι ανυπεράσπιστη Ελλάδα, αιχμαλωτισμένη ανέκκλητα στα δίχτυα του «διεθνούς κεφαλαίου». Τέτοιες φαινομενικά περισπούδαστες εξηγήσεις προσφέρουν όσοι οχυρώνονται πίσω από την αγοραία «αριστερή» και «φιλολαϊκή» ρητορική, αρνούμενοι να αναμετρήσουν το μέγεθος των δικών τους ευθυνών, το βάθος των συντελεστών της σημερινής εθνικής κρίσης και την οδυνηρότητα των πιθανών διεξόδων απ’ αυτήν.
Οι πρωταρχικοί λόγοι, πού έθεσαν σε κίνηση τη διαδικασία της εθνικής εκποίησης και της συναφούς πολιτικής αποδυνάμωσης της Ελλάδας σε διεθνές επίπεδο, είναι ενδογενείς και ανάγονται στη λειτουργία του πολιτικού της συστήματος και στη συμπεριφορά όλων των υποκειμενικών του παραγόντων. Με άλλα λόγια: το ελληνικό κοινωνικό και πολιτικό σώμα στο σύνολο του επωφελήθηκε από τη μεταπολεμική πρωτοφανή ανάπτυξη της διεθνούς οικονομίας και άντλησε βραχυπρόθεσμα ωφελήματα απ’ αυτή με αντάλλαγμα τον μακροπρόθεσμο υποβιβασμό της Ελλάδας στην κλίμακα του διεθνούς καταμερισμού της εργασίας και συνάμα τη γενική εθνική της υποβάθμιση. Αυτό έγινε με τη μορφή ενός σιωπηρού, αλλά διαρκούς και κατά μέγα μέρος συνειδητού και επαίσχυντου κοινωνικού συμβολαίου, στο πλαίσιο του οποίου η εκάστοτε πολιτική ηγεσία — «δεξιά», «φιλελεύθερη» ή «σοσιαλιστική», κοινοβουλευτική ή δικτατορική: στο κρίσιμο τούτο σημείο οι αποκλίσεις υπήρξαν ελάχιστες — ανέλαβε τη λειτουργία να ενισχύει γρήγορα και παρασιτικά τις καταναλωτικές δυνατότητες του «λαού» με αντίτιμο την πολιτική του εύνοια ή ανοχή, ήτοι τη διαχείριση της πολιτικής εξουσίας και την κάρπωση των συναφών κοινωνικών και υλικών προνομίων. Βεβαίως, η συναλλαγή αυτή χαρακτήριζε τον ελληνικό κοινοβουλευτισμό από τα γεννοφάσκια του, όμως η πρωτοφανής μεταπολεμική διεθνής οικονομική συγκυρία της προσέδωσε δυνατότητες επίσης πρωτοφανείς: προς άγρα και συγκράτηση της εκλογικής πελατείας μπορούσαν τώρα να προσφερθούν όχι απλώς ανιαρές κρατικές θέσεις, αλλά επί πλέον πολύχρωμες μάζες καταναλωτικών αγαθών και πλήθος δελεαστικών καταναλωτικών δυνατοτήτων. Ενώ όμως η πρώτη προσφορά συνεπαγόταν κυρίως την εκποίηση του κρατικού μηχανισμού και των κρατικών πόρων στην εσωτερική αγορά, η δεύτερη — και πιο πλουσιοπάροχη — απέληγε με εσωτερική αναγκαιότητα στο ξεπούλημα ολόκληρου τού έθνους στη διεθνή αγορά. Αυτό το ξεπούλημα άρχισε με τα μεγάλα, αντίδρομα και ταυτοχρόνως συμπληρωματικά, κύματα της μετανάστευσης και του τουρισμού, για να κορυφωθεί, αλλάζοντας αισθητά όψη και συναισθηματική επένδυση, στην αγορά αυστριακών μπισκότων για σκύλους και στην οργάνωση τριήμερων ταξιδιών στο Λονδίνο για ψώνια, κατασταλάζοντας ενδιαμέσως παχυλές επιδοτήσεις μιας περιττής αγροτικής παραγωγής και την περαιτέρω διόγκωση μιας ημιπαράλυτης δημοσιοϋπαλληλίας. Ποτέ άλλοτε το κράτος και το έθνος δεν βρέθηκαν, χάρη στην απλόχερη μεσολάβηση του «πολιτικού κόσμου», σε τόσο αγαστή σύμπνοια με τον χαρτοπαίχτη της επαρχίας και με το τσόκαρο των Αθηνών.
Ο παρασιτικός καταναλωτισμός, όπως τον ορίσαμε παραπάνω, προκάλεσε μια τέτοια διασπάθιση πόρων, ιδιαίτερα στη δεκαετία του 1980, ώστε η στενότητα των πόρων θα ακολουθεί στο εξής, και για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα, την ελληνική εθνική πολιτική
σαν βαρειά σκιά. Οι σημερινές, και οι αναπόδραστες αυριανές, προσπάθειες του «πολιτικού κόσμου» για τη λύση αυτού του πιεστικού προβλήματος δεν αποτελούν διαρθρωτική του αντιμετώπιση, παρά κατά βάθος αποσκοπούν στη δημιουργία συνθηκών πρόσκαιρης ανακούφισης πού θα επιτρέψουν ξανά την ανακύκλωση του προηγούμενου φαύλου παιγνιδιού μεταξύ κομμάτων και ψηφοφόρων. Είναι περιττό να εξηγήσουμε ποιές μακροπρόθεσμες συνέπειες έχει η υφιστάμενη σήμερα στενότητα των πόρων για το μέλλον τού έθνους, δηλ. για την οικονομική ανταγωνιστικότητα του, για την παιδεία του και για την άμυνα του. Εξ αιτίας της στενότητας τούτης η Ελλάδα ξεκινά τον αγώνα δρόμου στην αρχόμενη πολυτάραχη φάση της πλανητικής πολιτικής με ένα επί πλέον σημαντικότατο μειονέκτημα. Η οικονομική της υποπλασία, η οποία χρηματοδοτήθηκε και εξωραΐσθηκε καταναλωτικά με την εκτεταμένη απώλεια της οικονομικής της ανεξαρτησίας, θα περιορίσει πολύ τα περιθώρια των πολιτικών της επιλογών και δραστηριοτήτων, προ παντός όταν θα συγκρουσθούν οι δικές της θέσεις με εκείνες των Ευρωπαίων και άλλων χρηματοδοτών της. Για τη σύγκρουση αυτή, η οποία, δεν αποκλείεται κάποτε να πάρει εκρηκτικές διαστάσεις, θα πούμε μερικά πράγματα αμέσως παρακάτω. Πάντως την πορεία και την έκβασή της τις προδιαγράφει η σημερινή εικόνα της Ελλάδας στον διεθνή, και προ παντός στον κοινοτικό ευρωπαϊκό χώρο. Θα πρέπει κανείς, όπως συμβαίνει κατά κανόνα στη μακάρια ελληνική επικράτεια, να αγνοεί τον χώρο αυτόν ή να έχει πάθει αθεράπευτη εθνικιστική τύφλωση και κώφωση για να μη γνωρίζει ότι στα μάτια των εταίρων της η Ελλάδα είναι σήμερα ένας ανεπιθύμητος παρείσακτος, ένας αναξιοπρεπής επαίτης, ο οποίος ζητά δισεκατομμύρια δολάρια κάθε χρόνο προκειμένου να καταναλώνει πολύ περισσότερα απ’ όσα του επιτρέπουν οι παραγωγικές του δυνατότητες και η παραγωγικότητα της εργασίας του, και ο οποίος επί πλέον, για να διασφαλίσει την παρασιτική του ευημερία, δεν διστάζει να ελίσσεται και να εξαπατά, ενώ ο επαρχιωτισμός και ο ενίοτε παιδικός εγωκεντρισμός του δεν του επέτρεψαν ποτέ να διατυπώσει κάποια ουσιώδη σκέψη ή πρόταση γενικού ευρωπαϊκού ή διεθνούς ενδιαφέροντος. Δεν έχει σημασία αν την εικόνα τούτη τη συμμερίζονται όλοι ανεξαιρέτως και αν ευσταθούν όλες της οι λεπτομέρειες ? βαρύνουσα πολιτική σημασία έχει η γενική της διάδοση και προ παντός η γενική συμφωνία της με τα πραγματικά δεδομένα. Εδώ ήδη φαίνεται καθαρότατα η βαθειά εσωτερική σχέση ανάμεσα στην πολιτική του παρασιτικού καταναλωτισμού και στις τύχες της χώρας μέσα στην κοινωνία των εθνών.
Οι απωθητικοί και αντισταθμιστικοί μηχανισμοί, με τη βοήθεια των οποίων η πολυδαίδαλη και πολυμήχανη νεοελληνική ψυχή παρακάμπτει τους εξευτελισμούς χωρίς ποτέ να τους υπερνικήσει κατά μέτωπο, είναι παλαιοί, δοκιμασμένοι και γνωστοί. Επειδή ο επαίτης κατάγεται, γεωγραφικά τουλάχιστον, από τον τόπο του Περικλή, πιστεύει ο ίδιος ότι δικαιούται να εμφανίζεται με χλαμύδα, τη λευκότητα της οποίας τίποτε, ούτε καν κατάφωρες παραχαράξεις και καταχρήσεις, δεν θα μπορούσε να σπιλώσει. Παράλληλα, οι περιοδικές πατριωτικές εξάρσεις ή αψιθυμίες, από διάφορες αφορμές, επιτρέπουν την ψυχολογικά βολική υπερκάλυψη της εθνικά ολέθριας συλλογικής πρακτικής από το υψιπετές εθνικό φρόνημα, της κοντόθωρης ευδαιμονιστής δραστηριότητας από το μετέωρο παραλήρημα. Επίσης καθιστούν δυνατή την ψευδαίσθηση της ομοψυχίας όταν οι ατομικές βλέψεις και οι προσωπικές επιδιώξεις στην πραγματικότητα αποκλίνουν τόσο, ώστε είναι πια δυσχερέστατο να συντονισθούν με καθοριστικό άξονα τις επιταγές μιας μακρόπνοης εθνικής πολιτικής. Η κραυγαλέα επίδειξη ομοψυχίας υποκαθιστά έτσι την ύπαρξη πρακτικά δεσμευτικής και αποδοτικής ομογνωμίας πάνω σε συγκεκριμένα ζητήματα και συγκεκριμένες λύσεις. Έτσι, ό,τι θα έπρεπε ν’ αποτελεί ψυχολογικό θεμέλιο για την άσκηση εθνικής πολιτικής μετατρέπεται σεψυχολογικό άλλοθι για τη ματαίωση των προϋποθέσεών της, καθώς η διαρκής πατριωτική μέθη εμποδίζει μόνιμα τους ευτυχείς φορείς της να αποκρυσταλλώσουν τη ρητορική εθελοθυσία τους σε κοινές πραγματιστικές πολιτικές αποφάσεις, ήτοι σε μία κατανομή ευθυνών, εργασιών,
προσφορών και απολαβών μέσα σ’ ένα μακρόχρονο και δεσμευτικό πρόγραμμα εθνικής επιβίωσης. Όσο περισσότερο η συζήτηση μετατοπίζεται προς την κατεύθυνση τέτοιων αποφάσεων, τόσο γρηγορότερα η μέθη ξεθυμαίνει για να επικρατήσει και πάλι η ατομική ή «κλαδική» λογική του παρασιτικού καταναλωτισμού. Ως συνδετικός ιστός και ως κοινός παρονομαστής απομένει έτσι μία γαλανόλευκος πομφόλυξ.
Το γεγονός, το οποίο περιπλέκει αφάνταστα τη σημερινή ελληνική κατάσταση, κάνοντάς τη να φαίνεται κατ’ αρχήν αδιέξοδη, είναι ότι η υπέρβαση του παρασιτικού καταναλωτισμού ειδικότερα και του κοινωνικού και ιστορικού παρασιτισμού γενικότερα, η εκλογίκευση της οικονομίας και της εθνικής προσπάθειας στο σύνολο της, δεν προσκρούουν απλώς στα οργανωμένα συμφέροντα μιας μειοψηφίας, η οποία στο κάτω-κάτω θα μπορούσε να παραμερισθεί με οποιαδήποτε μέσα και προ παντός με τη συμπαράσταση της μεγάλης πλειοψηφίας. Τα πράγματα είναι ακριβώς αντίστροφα. Η συντριπτική πλειοψηφία του ελληνικού λαού όλων των κοινωνικών στρωμάτων έχει εν τω μεταξύ συνυφάνει, κατά τρόπους κλασσικά απλούς ή απείρως ευρηματικούς, την ύπαρξη και τις απασχολήσεις της με τη νοοτροπία και με την πρακτική του παρασιτικού καταναλωτισμού και του κοινωνικού παρασιτισμού. Για να ακριβολογήσουμε, βέβαια, πρέπει να προσθέσουμε ότι σε σχέση με τη σύγχρονη Ελλάδα η έννοια του παρασιτισμού μόνον οξύμωρα μπορεί να χρησιμοποιηθεί: γιατί εδώ δεν πρόκειται για έναν λίγο-πολύ υγιή εθνικό κορμό, ο οποίος έχει αρκετές περισσές ικμάδες ώστε να τρέφει και μερικά παράσιτα ποσοτικώς αμελητέα, παρά για ένα πλαδαρό σώμα πού παρασιτεί ως σύνολο εις βάρος ολόκληρου του εαυτού του, ήτοι τρώει τις σάρκες του και συχνότατα και τα περιττώματα του. Οι κοινωνικές και ατομικές συμπεριφορές, πού ευδοκιμούν μοιραία σε τέτοιο μικροβιολογικό περιβάλλον, συμφυρόμενες με ζωτικότατα κατάλοιπα αιώνων ραγιαδισμού, βαλκανικού πατριαρχισμού και πελατειακού κοινοβουλευτισμού,αποτελούν την άκρα αντίθεση και τον κύριο φραγμό προς κάθε σύλληψη και λύση των προβλημάτων της εθνικής επιβίωσης πάνω σε βάση μακροπρόθεσμης και οργανωμένης συλλογικής προσπάθειας. Η σημερινή ψυχοπνευματική εξαθλίωση του ελληνικού λαού στο σύνολο του δεν νοείται ωστόσο εδώ με τη στενή σημασία των διαφόρων ηθικολόγων, παρά πρωταρχικά ως μέγεθος πολιτικό: έγκειται στην επίμονη και ιδιοτελή παραγνώριση της αδήριτης σχέσης πού υφίσταται ανάμεσα σε απόδοση και απόλαυση, και κατ’ επέκταση στην αδιαφορία απέναντι στην υπονόμευση του εθνικού μέλλοντος εξ αιτίας απολαύσεων μη καλυπτομένων από αντίστοιχη απόδοση.
Ως ελαφρυντικό πρέπει ίσως να θεωρήσει κανείς ότι οι πλείστοι Έλληνες δεν γνωρίζουν καν τι σημαίνει «απόδοση» με τη σύγχρονη έννοια και συχνά πιστεύουν ότι αποδίδουν μόνο και μόνο επειδή ιδροκοπούν, φωνασκούν και τρέχουν από το πρωί ως το βράδυ. Όμως αυτό ελάχιστα μεταβάλλει το πρακτικό αποτέλεσμα. Η δυσαρμονία απόλαυσης και απόδοσης ήταν ανεκτή όσο η απόλαυση ήταν γλίσχρα και όσο η απόδοση δεν μετριόταν πάντα με τα μέτρα των προηγμένων ανταγωνιστικών οικονομιών. Αλλά στις τελευταίες δεκαετίες μεταστράφηκαν και οι δύο αυτοί όροι: τα οικονομικά σύνορα έπεσαν, τουλάχιστον σ’ ό,τι άφορα το μέτρο της απόδοσης, εφ’ όσον δεν είναι δυνατό να αποτιμώνται με άλλο μέτρο απόδοσης τα (συνεχώς αυξανόμενα) εισαγόμενα και με άλλο τα εξαγόμενα, κι επομένως όποιος θέλει να εισαγάγει χωρίς να ξεπουληθεί πρέπει να εξαγάγει ίση απόδοση ? οι αντιλήψεις για το τι σημαίνει απόλαυση προσανατολίσθηκαν, πάλι, μαζικά στα πρότυπα των προηγμένων καταναλωτικών κοινωνιών, έτσι ώστε η απόσταση απ’ αυτά να γίνεται από τους πλείστους αισθητή ως στέρηση. Έτσι η διάσταση ανάμεσα σε απόλαυση και απόδοση έγινε εκρηκτική, με αποτέλεσμα τον τελευταίο καιρό να ξαναγίνουν επίκαιρες ορισμένες στοιχειώδεις οικονομικές αλήθειες πού η Ελλάδα νόμιζε ότι τις είχε ξεπεράσει με την απλή μέθοδο του δανεισμού. Με δεδομένες όμως τις νοοτροπίες και τις συμπεριφορές πού επισημάναμε παραπάνω, οι αλήθειες αυτές δεν επενέργησαν ως καταλύτης παραγωγικών ενεργειών, παρά μάλλον ως καταλύτης αντεγκλήσεων, η στειρότητα των οποίων επέτεινε τη συλλογική αμηχανία και αβουλία. Πράγματι, για όποιον δεν είναι εξ επαγγέλματος και ιδιοτελώς υποχρεωμένος (λ.χ. ως πολιτικός) να τρέφει και να διαδίδει ψευδαισθήσεις, είναι προφανές ότι η χώρα βυθίζεται στον κοινωνικό λήθαργο και στη συλλογική απραξία, ήτοι η κοινωνική πράξη έχει υποκατασταθεί από αντανακλαστικές κινήσεις: το νευρόσπαστο κινείται κι αυτό, όμως δεν πράττει. Η αίσθηση της αποσύνθεσης είναι γενική και δεσπόζει σε όλες τις συζητήσεις, ενώ η εξ ίσου διάχυτη δυσφορία εκτονώνεται όλο και ευκολότερα, όλο και συχνότερα σε προκλητική επιθετικότητα και σε επιδεικτική χυδαιότητα.
Η σημερινή κατάσταση του «πολιτικού κόσμου» δεν απέχει ουσιαστικά από τη γενική κατάσταση του περιούσιου λαού και αποτελεί επίσης ισχυρότατο εμπόδιο για την εκλογίκευση της εθνικής πολιτικής. Αν ο «πολιτικός κόσμος» κάποτε εμφανίζεται χειρότερος από τον «λαό», ενώ είναι απλώς ίδιος, ο λόγος είναι ότι ο «λαός» ή όσοι μιλούν εκάστοτε στο όνομά του έχουν ένα τακτικό πλεονέκτημα απέναντι στον «πολιτικό κόσμο»: μπορούν να τον αποκαλούν ανίκανο η διεφθαρμένο χωρίς να φοβούνται δυσάρεστες συνέπειες — απεναντίας μάλιστα, αποκτούν πολύτιμους και εξαργυρώσιμους τίτλους δημοσίων κηνσόρων. Αλίμονο όμως σ’ έναν κοινοβουλευτικό πολιτικό αν τολμήσει να αποκαλέσει τον δήμο ηλίθιο ή ιδιοτελή κι αδιάφορο για το εθνικό μέλλον? η σταδιοδρομία του σε μεγάλο βαθμό εξαρτάται από την ικανότητά του να εγκωμιάζει τις μεγάλες ψυχικές αρετές και την ευθυκρισία ή τουλάχιστον το αλάνθαστο ένστικτο «του λαού μας».Ωστόσο δεν έχουμε ενδείξεις για να υποθέσουμε ότι πολλοί Έλληνες πολιτικοί στις ημέρες μας αντιμετωπίζουν το δίλημμα της επιλογής μεταξύ παρρησίας και σταδιοδρομίας. Είναι οι ίδιοι, στη μέγιστη πλειοψηφία τους, τόσο ζυμωμένοι με τις διάφορες (όχι αναγκαία τις ίδιες πάντοτε) εκφάνσεις εκείνου πού συνιστά τη σημερινή ψυχοπνευματική εξαθλίωση του ελληνικού λαού, ώστε δεν χρειάζεται καν να κρύψουν μία περιφρόνηση, την οποία δεν έχουν αρκετό επίπεδο για να αισθανθούν μάλλον θαυμάζοντας τον λαό θαυμάζουν τον εαυτό τους ως ηγέτη του και μάλλον δείχνοντας κατανόηση προς τους άλλους επαιτούν επιείκεια γι’ αυτούς τους ίδιους.
Μεταξύ τους έχει άλλωστε εμπεδωθεί, αν όχι η ξεκάθαρη συνείδηση, πάντως η πρακτική του ότι αποτελούν κι αυτοί, όπως και όλες οι άλλες κοινωνικές ομάδες, κλάδο με ειδικά συμφέροντα, με μόνη τη διαφορά ότι ο κλάδος αυτός εξυπηρετεί τα ειδικά του συμφέροντα διαχειριζόμενος ή εκποιώντας τα γενικά συμφέροντα προς όφελος πολυπληθέστατων τρίτων. Η ακραία και oλεθριότερη περίπτωση αυτής της πρακτικής ήταν η ένταξη της χώρας στον δρόμο του παρασιτικού καταναλωτισμού και η εκσυγχρονισμένη εμπέδωση του κοινωνικού παρασιτισμού με αντάλλαγμα την εύνοια «του λαού», ήτοι τη νομή της εξουσίας. Ένας τέτοιος «πολιτικός κόσμος» δεν θα είναι ποτέ ικανός ως σύνολο να θέσει και να λύσει το πρόβλημα της εθνικής πολιτικής και της εθνικής επιβίωσης παρά μόνον ευκαιριακά και φραστικά. Είναι ο ίδιος όχι μόνο προαγωγός, αλλά και προϊόν του κοινωνικού παρασιτισμού, ανήμπορος ως εκ της φύσεώς του να αντιταχθεί στον «λαό», όταν ο «λαός» απαιτεί την εκποίηση του έθνους για να καταναλώσει περισσότερα και να εργασθεί λιγότερο. Πέρα απ’ αυτό, είναι ανίκανος να κάνει κάτι τι διαφορετικό απ’ ό,τι κάνει λόγω του επιπέδου και του ποιού του. Ότι ο σημερινός ελληνικός «πολιτικός κόσμος», κοινοβουλευτικός και εξωκοινοβουλευτικός, αποτελείται ως επί το πολύ από πρόσωπα ελαφρά έως φαιδρά, δεν αποτελεί καν κοινό μυστικό, αποτελεί πηγή δημόσιας θυμηδίας, συχνά με τη σύμπραξη των ίδιων των διακωμωδούμενων. Οι λίγοι, πού έχουν γνώση και συνείδηση, πού κάτι είχαν και κάτι διατηρούν μέσα στους ρηχούς, καριερίστες ή απλώς ψευτόμαγκες συναδέλφους τους, καταπίνουν κι αυτοί τη γλώσσα τους ή μιλούν με πρόσθετες περιστροφές όταν τα θέματα γίνονται οριακά για την πολιτική τους επιβίωση.
Η κομματικοποίηση των μεγάλων θεμάτων της εθνικής πολιτικής και η άγρια εσωτερική τους εκμετάλλευση είναι πασίγνωστη ήδη από το γεγονός ότι οι πάντες την επιρρίπτουν στους πάντες — διαιωνίζοντας την. Στο σημείο αυτό γίνεται εμφανέστατη η εθνική ανεπάρκεια τού ελληνικού «πολιτικού κόσμου» και συνάμα ο οργανικός του συγχρωτισμός με τη σημερινή κατάσταση της ελληνικής κοινωνίας, ο οποίος τον καθιστά ανίκανο να της αντιπαραταχθεί για να την καθοδηγήσει. Ο κατακερματισμός των αντιλήψεων για την ελληνική εθνική πολιτική, ο μικροπολιτικός της χειρισμός και η σύνδεση της με ζητήματα προσωπικού γοήτρου αντανακλούν τον κατακερματισμό του κοινωνικού σώματος, τον αποπροσανατολισμό του συνόλου λόγω του ιδιοτελούς και παρασιτικού προσανατολισμού των ατόμων και των ομάδων. Σ’ αυτό το πλαίσιο θα ήταν βέβαια μάταιο ν’ αναμένει κανείς από τους συγκαιρινούς Έλληνες διανοουμένους να δώσουν εκείνοι ό,τι αδυνατεί να δώσει ο κατά τεκμήριο αρμοδιότερος «πολιτικός κόσμος». Όχι μόνον επειδή οι ίδιοι είναι κατακερματισμένοι σε ομάδες επίσης κατακερματισμένες σε εν πολλοίς αυτιστικά άτομα, όχι μόνον επειδή η γενική τους μόρφωση θυμίζει ως προς το ποιόν και τη συγκρότησή της τον αεριτζίδικο και αυτοσχεδιαστικό χαρακτήρα της ελληνικής οικονομικής δραστηριότητας, όχι μόνον επειδή για τις παγκόσμιες πολιτικοοικονομικές εξελίξεις γνωρίζουν συνήθως ακόμα λιγότερα και από τα όσα επιφανειακά και ασυνάρτητα γράφονται στις ελληνικές εφημερίδες, αλλά και για έναν πρόσθετο λόγο: επειδή αντιλαμβάνονται την πολιτική με βάση φιλολογικές ή ηθικολογικές κατηγορίες και επιχειρούν πολιτικές αποφάνσεις στο επίπεδο των αντίστοιχων νερουλών γενικεύσεων.
Δεν είναι δύσκολο να αντιληφθεί κανείς ότι, από ψυχολογική άποψη, η ευρωπαϊκή πανάκεια αποτελεί μιαν ακόμη μεταμφίεση του όψιμου επιχώριου ευδαιμονισμού, ο οποίος ονειρεύεται ανεξάντλητες πηγές επιδοτήσεων και συνάμα την έμμεση τουλάχιστον διασφάλιση των συνόρων από ξένα όπλα, έτσι ώστε να κατοχυρωθεί από όλες τις πλευρές και να «την αράξει». Ωστόσο ακόμα και μία γνώση των διεθνών πραγμάτων τόσο ατελής, όσο αυτή πού συναντάται κατά κανόνα στην Ελλάδα, θα αρκούσε για να θεωρηθεί πρακτικά έωλη μία ουσιώδης προϋπόθεση της ευρωπαϊκής προοπτικής, δηλ. η πεποίθηση ότι η «Ευρώπη» θα αποτελέσει κάποτε, αν όχι μία πραγματική πολιτική ενότητα, πάντως ένα σύνολο κρατών ικανό να δρα σε κάθε περίπτωση ενιαία και αποφασιστικά ? τόσο η ένταση των πλανητικών ανταγωνισμών όσο και η όξυνση του προβλήματος της Ινδοευρωπαϊκής ηγεμονίας, ιδιαίτερα μετά τη γερμανική επανένωση, μάλλον τις κεντρόφυγες παρά τις κεντρομόλες δυνάμεις θα ενισχύσει στην ευρωπαϊκή ήπειρο, κι ας μη μιλήσουμε καθόλου για την επικείμενη διεύρυνση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας ή για τις μελλοντικές εξελίξεις στην ανατολική Ευρώπη. Οι τριγμοί πού ακούγονται στα θεμέλια του ευρωπαϊκού πολιτικού συστήματος, καθώς στις μεγαλύτερες ευρωπαϊκές χώρες το κύρος των κατεστημένων κομμάτων καταπίπτει, ενώ νέα ανέρχονται, η διαγραφόμενη για το άμεσο μέλλον οικονομική στασιμότητα και η συνεπόμενη στενότητα των πόρων οι οικολογικές και πληθυσμιακές αναταραχές: όλα αυτά, μαζί και με άλλα, θα ρίξουν το κάθε έθνος πίσω στις δικές του δυνάμεις, καθώς είναι ευκολότερο να συμμετέχουν όλοι στην κοινή ευημερία παρά ο ένας να βαστάζει τα βάρη του άλλου. Στην περίπτωση αυτή, στους κόλπους της «Ευρώπης» μάλλον θα είχαμε έναν συνασπισμό των ισχυρών με σκοπό ν’ απαλλαγούν από τους αδύνατους ή ανίκανους παρά την αδελφική διανομή προς ανακούφιση όσων ολιγώρησαν ή υστέρησαν.
Ώστε η «ευρωπαϊκή ένταξη» διόλου δεν θα λύσει τα μεγάλα προβλήματα της ελληνικής εθνικής πολιτικής κατά τον ευθύγραμμο τρόπο πού φαντάζονται πολλοί Έλληνες «ευρωπαϊστές», ποζάροντας από τώρα ως ξεσκολισμένοι και υπερώριμοι «Ευρωπαίοι». Όμως επίσης δεν θα τα έλυνε μία ελληνοκεντρική αναδίπλωση, η οποία ναι μεν είναι χρήσιμη για να θυμάται κανείς που και που ότι σε τελευταία ανάλυση πρέπει να σταθεί στα δικά του τα πόδια, εφ’ όσον ούτε από το πετσί του μπορεί να βγει, ωστόσο καθίσταται επιζήμια όταν ως πρόταση συνάπτεται με διάφορες ανιστόρητες ανοησίες πού αντιπαραθέτουν στην «πνευματική» Ανατολή την «υλόφρονα» Δύση κτλ. Τέτοιες αντιλήψεις μπορούν να χρησιμεύσουν μονάχα ως ιδεολογικές υπεραναπληρώσεις λαών συχνά ταπεινωμένων και με ελάχιστη συνεισφορά στον σύγχρονο πολιτισμό, δεν προσφέρονται όμως ως πυξίδα μιας εθνικής πολιτικής πάνω στον σημερινό πλανήτη. Γιατί, θέτοντας στο επίκεντρο ηθικά ή μεταφυσικά μεγέθη, φενακίζουν τα πνεύματα, καθώς επικαλύπτουν κάτω από διανοουμενίστικες αοριστολογίες την καθοριστική σημασία της μεθόδου του οικονομείν για μία σύγχρονη κοινωνία και τους υπαρξιακούς κινδύνους μιας ουσιώδους ολιγωρίας στο σημείο αυτό. Εδώ πρέπει να υπογραμμισθεί ότι η συνήθης αντιπαράθεση των εκσυγχρονιστικών τάσεων προς την καλλιέργεια της εθνικής παράδοσης είναι απλουστευτική και παραπλανητική.
Μονάχα η ευόδωση της εκσυγχρονιστικής προσπάθειας επιτρέπει την επιτυχή άμιλλα με άλλα έθνη και έτσι χαρίζει την αυτοπεποίθηση εκείνη, η οποία επιτρέπει την απροβλημάτιστη αναστροφή με την εθνική παράδοση και καθιστά ψυχολογικά περιττό τον πιθηκισμό. Αντίθετα, η ανικανότητα ενός έθνους να συναγωνισθεί τα άλλα σε ό,τι σήμερα — καλώς η κακώς — θεωρείται κεντρικό πεδίο της κοινωνικής δραστηριότητας θέτει σε κίνηση έναν διπλό υπεραναπληρωτικό μηχανισμό: τον πιθηκισμό ως προσπάθεια να υποκαταστήσεις με επιφάσεις ό,τι δεν κατέχεις ως ουσία και την παραδοσιολατρία ως αντιστάθμισμα του πιθηκισμού. Απ’ αυτή την άποψη, ο πτωχοπροδρομικός ελληνοκεντρισμός και ο κοσμοπολίτικος πιθηκισμός αποτελούν μεγέθη συμμετρικά και συναφή, όσο κι αν φαινομενικά εκπροσωπούν δύο κόσμους εχθρικούς μεταξύ τους. Μονάχα ο εκσυγχρονισμός στη βάση μιας μακρόπνοης εθνικής πολιτικής και εθνικής ανανέωσης θα δημιουργήσει συνθήκες ψυχικής υγείας, έτσι ώστε και η αναγκαιότητα του εκσυγχρονισμού (στη μορφή της τεχνικής-οικονομικής ορθολογικότητας) να καταφάσκεται και η στενότητα της παράδοσης να γίνεται αισθητή, και οι επικίνδυνες αντινομίες του σύγχρονου κόσμου να διαπιστώνονται ψύχραιμα και η εθνική παράδοση να βιώνεται δίχως συμπλέγματα κατωτερότητας ή ανωτερότητας.
Και η τελευταία τάση, για την οποία θα μιλήσουμε ακροθιγώς σε σχέση με την ελληνική εθνική πολιτική, δεν διαθέτει κάποιον αξιόλογο και μαζικό πολιτικό φορέα, αλλά είναι μάλλον διάχυτη, όπως και η προηγούμενη. Απλώνεται σε διάφορους βαθμούς ασάφειας κυρίως μέσα στον χώρο της ευρύτερης αριστεράς, μολονότι κάποτε συνοδοιπορεί με την πολιτική της ευρωπαϊκής ένταξης, αν και εφ’ όσον απ’ αυτήν αναμένεται η άμβλυνση των εθνικισμών και η προαγωγή της ειρήνης ή της συναδέλφωσης μεταξύ των λαών μέσω της απάλειψης των συνόρων, της καθολικής εφαρμογής των ανθρωπίνων δικαιωμάτων κτλ. κτλ. Τέτοιοι, κατά βάθος απολιτικοί, ευσεβείς πόθοι αποτελούν κατ’ ουσία την αριστερή εκδοχή ή παραλλαγή του μαζικο-δημοκρατικού ευδαιμονισμού,ο οποίος ονειρεύεται μία κατάσταση, όπου συλλογικές προσπάθειες και συλλογικές θυσίες θα είναι περιττές, και την απροθυμία του γι’ αυτές την ντύνει με ψευτοηθικές δεοντολογίες. Μετά την κατάρρευση του κομμουνιστικού κινήματος, οι παρεμφερείς αντιλήψεις εκπληρώνουν μία πρόσθετη ψυχολογική λειτουργία.
Πολλοί, των οποίων οι ελπίδες, οι διαγνώσεις και οι προγνώσεις διαψεύσθηκαν παταγωδώς και οι οποίοι τώρα δεν έχουν αρκετή αξιοπρέπεια για να σωπάσουν και να αναρωτηθούν μήπως είναι ανίκανοι να καταλάβουν τι γίνεται στον κόσμο, παρά αντίθετα συνεχίζουν απτόητοι τη φιλόδοξη πολιτική ή συγγραφική τους σταδιοδρομία επικαλούμενοι την ακατάλυτη πίστη τους στο «μέλλον του άνθρωπου» και στην «πρόοδο» — πολλοί τέτοιοι, λοιπόν, ζητούν σήμερα υποκατάστατα των παλαιών ορθόδοξων σοσιαλιστικών ουτοπιών σε θολούς ειρηνισμούς και σε οικουμενιστικές ηθικολογίες. Νομίζουν ότι με τον τονισμό του μεγάλου κοινού ανθρωπιστικού παρονομαστή και με την υπόμνηση του πάντα αδιάπτωτου ανθρωπιστικού τους φρονήματος θα ρίξουν μία γέφυρα ανάμεσα στις χθεσινές και στις σημερινές τους τοποθετήσεις, σβήνοντας έτσι από τη μνήμη των άλλων τις πολιτικές τους γκάφες και διασκεδάζοντας τις εύλογες αμφιβολίες, ως προς τις πνευματικές τους ικανότητες σ’ ό,τι αφορά στη σύλληψη πολιτικών καταστάσεων. Ο κόπος τους φαίνεται ωστόσο να πηγαίνει χαμένος. Γιατί και τα καινούργια τους θεολογούμενα απέχουν, το ίδιο όπως και τα παλιά, παρασάγγες από τις κινητήριες δυνάμεις της σύγχρονης πλανητικής ιστορίας και από τον χαρακτήρα της πολιτικής. Είναι πολιτικά νήπιος όποιος αναφέρεται στις δήθεν γενικές σύγχρονες τάσεις για υπέρβαση του εθνικού κράτους και για τη βαθμιαία πτώση των συνόρων, αποσιωπώντας ότι είναι δύο πολύ διαφορετικά πράγματα να περνούν τα σύνορα σου στρατιές τουριστών και να τα περνούν τα στρατεύματα ενός γειτονικού κράτους. Και εξ ίσου πολιτικά νήπιοι είναι όσοι φαντάζονται ότι τα «ανθρώπινα δικαιώματα» μπορούν ν’ αποτελέσουν αμετακίνητο κριτήριο για την άσκηση εθνικής πολιτικής, παραγνωρίζοντας τη συγκεκριμένη επήρεια και χρήση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων σε κάθε πολιτική συγκυρία.
Ας επαναλάβουμε, κλείνοντας, ότι σκοπός των σύντομων αυτών παρατηρήσεων δεν ήταν, ούτε μπορούσε να είναι, η διατύπωση συγκεκριμένων προτάσεων πάνω στα συγκεκριμένα προβλήματα πού αντιμετωπίζει σήμερα η ελληνική εξωτερική πολιτική. Θελήσαμε να τονίσουμε την απλή και στοιχειώδη αλήθεια, ότι μία τελεσφόρα και μακρόπνοη εθνική πολιτική μπορεί ν’ απορρεύσει μονάχα από μιαν ακμαία εθνική οντότητα ως conditio sine qua non. Το τι θα κάμει στα επί μέρους όποιος διαθέτει την απαραίτητη τούτη προϋπόθεση εξαρτάται από τον εκάστοτε διεθνή συσχετισμό δυνάμεων, από τις εκάστοτε ανάγκες και επιδιώξεις του. Για να περπατήσει κανείς πρέπει πρώτα-πρώτα να έχει πόδια, το που, πώς και πότε θα πάει, δεν το ξέρει πάντοτε εκ των προτέρων και δεν το καθορίζει πάντοτε ο ίδιος. Συχνότατα η σημερινή ελληνική εθνική πολιτική θυμίζει κάποιον ο οποίος δεν ανησυχεί γιατί δεν έχει πόδια, πιστεύοντας ότι στην κρίσιμη στιγμή θα του φυτρώσουν φτερά. Η στάση αυτή δεν προμηνύει τίποτε καλό. Πράγματι, μία νηφάλια εκτίμηση μάλλον θα κατέληγε στο πόρισμα ότι είναι άκρως αμφίβολο αν η Ελλάδα θα μπει στον επίπονο και τραχύ δρόμο της εσωτερικής ανόρθωσης, πού μόνος θα της έδινε τις προϋποθέσεις για την άσκηση εθνικής πολιτικής ικανής ν’ αντεπεξέλθει στις εξαιρετικά δυσχερείς συνθήκες της σημερινής πλανητικής συγκυρίας. Μάλλον θα συνεχίσει να αιωρείται αμήχανα μεταξύ ευρωπαϊκών ελπίδων και υπεραναπληρωτικού νευρωτικού εθνικισμού, ανήκοντας στην Ευρώπη με τον πιθηκισμό της και στα Βαλκάνια με ό,τι γνησιότερο έχει: τη μιζέρια και τον επαρχιωτισμό της.
Αυτό επιβάλλεται να πει όποιος επιχειρεί σήμερα μία διάγνωση πέρα από επιθυμίες και φόβους, συμπάθειες και αντιπάθειες. Ούτε αγνοώ ούτε λησμονώ τις άκρως τιμητικές ατομικές εξαιρέσεις έναντι των κανόνων πού διέπουν τη λειτουργία της σημερινής ελληνικής κοινωνίας. Όμως οι εξαιρέσεις δεν μπορούν ν’ αποτελέσουν το αντικείμενο μιας σύντομης κοινωνιολογικής και πολιτικής ανάλυσης, όταν οι κανόνες είναι τόσο εξόφθαλμοι και τόσο επαχθείς. Πολλοί ίσως βρουν υπερβολικά καυστικές διάφορες εκφράσεις απ’ όσες χρησιμοποιήθηκαν στην παραπάνω περιγραφή. Θα είναι ασφαλώς εκείνοι πού ακόμα δεν κατάλαβαν ότι στην Ελλάδα δεν υπάρχουν πια περιθώρια για μισόλογα και διακριτικούς υπαινιγμούς.




Ενδιαφέρουσα συνέντευξη (στον Σ. Τσακνιά) που εμφανίστηκε στο περιοδικό "Διαβάζω" το 4/1998, ο συγγραφέας αναφέρεται στη πολιτική ανάλυση και την εξέλιξη της αναλύτικής του θεώρησης.


Τι καλά να το διάβαζαν και κατόπιν να το λάμβαναν σοβαρά υπ'όψη οι ηγέτες του πολιτικο-διοικητικού κατεστημένου στην Ελλάδα του σήμερα.
Το παραπάνω εγείρει δύο σημαντικές δυσκολίες:

α) από τους πολιτικούς που θυμούνται την ανάγνωση, πόσοι θα ασχολήθούν, όταν ο χρόνος τους μπορεί να επενδυθεί (καλύτερα) στο να αερολογούν σε τηλε-κανάλια, πίνοντας καφέ στα πέριξ της Βουλής, ή ξεφυλλίζοντας  την κομματική εφημερίδα με τις ωραίες φωτό ωραίων κυρίων;
β) "άσε με τώρα, λες και δε είχα καλύτερη δουλειά να κάνω..."

Wednesday, 6 August 2014

Δεν Δόθηκε Πότέ Στον Έλληνα Πεδίο Υγιούς Οικονομίας...

Από to άρθρο "Κρεμάστε Εναν Ιδιοκτήτη" του Κου Ανδρέα Ζαμπούκα στο Capital, παραθέτω μια παράγραφο που εξηγεί τη πεμπτουσία των όσων υφίστανται όλοι όσοι προσπαθούν να ευδοκιμήσουν ΕΚΤΟΣ Δημοσίου στην Ελλάδα.

Είναι εξαιρετικό -- το πως πέτυχε να τα πει όλα σε μία πρόταση: "Εδώ και δύο αιώνες, δεν δόθηκε ποτέ στον Έλληνα, ένα πεδίο υγιούς οικονομίας για να εμπιστευτεί την προσωπική του ευδοκίμηση..."
Συμπληρώνω εγώ: εξ 'ου και ανάτρεξε και ανατρέχει σε άλλες, ανορθόδοξες οδούς για να προκόψει. Και η ανορθοδοξία (λαμογιά) έγινε ο κανόνας}


Ιδού η παράγραφος:
"Εδώ και δύο αιώνες, δεν δόθηκε ποτέ στον Έλληνα, ένα πεδίο υγιούς οικονομίας για να εμπιστευτεί την προσωπική του ευδοκίμηση. Απλά, η χώρα μοιράστηκε σε «φιλέτα» και  «ξεροκόμματα» για να μείνουν όλοι ικανοποιημένοι. Αυτό δεν ήταν καπιταλισμός αλλά  ένα τριτοκοσμικό παζάρι μικροσυμφερόντων. Το όνειρο κάθε επαρχιώτη ήταν για δεκαετίες, πότε θα έρθει στην Αθήνα να διοριστεί στο δημόσιο, να χτίσει σιγά σιγά τριώροφο για την οικογένεια  και αυθαίρετο στη Λούτσα για εξοχικό... Κανείς δεν του έδωσε τη δυνατότητα να επενδύσει τον κόπο του στην ανάπτυξη του δικού του τόπου. Κανείς δεν βοήθησε στην εκβιομηχάνιση, στην αστικοποίηση, στην εξαγωγική ανάπτυξη της περιφέρειας. Κανείς δεν καλλιέργησε την κουλτούρα συλλογικής διάθεσης της ιδιοκτησίας προς όφελος του συνόλου (συμμετοχή σε εταιρείες, σε υγιείς συνεταιρισμούς, σε μεταποίηση και εμπόριο). Και όποτε αυτό δοκιμάστηκε, για τα μάτια του κόσμου, απέτυχε εξαιτίας του άθλιου κομματικού κράτους που διέλυε τα πάντα πριν ακόμα, τα δημιουργήσει."
Ευχαριστώ, κε Ζαμπούκα

 Η ελπίδα είναι να δουν τα παιδιά μας το άρθρο αυτό και άλλα παρόμοια και να καταλάβουν, μήπως ξεφύγουν...

Friday, 13 June 2014

4 ΗΜΕΡΕΣ ΓΙΑ ΝΑ ΛΥΘΕΙ ΤΟ ΕΛΛΕΙΜΑ ΤΩΝ ΤΑΜΕΙΩΝ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

Ευρηματικό άρθρο του αγαπητού φίλου Άγη. Ηταν να συναντηθούμε τη περασμένη εβδομάδα, αλλά δεν το κατάφερα εγώ.

 Το άρθρο ανέβηκε στο Capital στις 12 Ιουνίου 2014. Σκοπέυω να συνεισφέρω σχόλια από αύριο.

 

Πως λύνεται το πρόβλημα των ταμείων σε τέσσερις ημέρες


Του Αγη Βερούτη

Το θέμα με το αναλογιστικό έλλειμμα και τα ασφαλιστικά ταμεία στην Ελλάδα του 2014 είναι ωρολογιακή βόμβα στα θεμέλια της οικονομίας και της κοινωνίας. Το έλλειμμα ανάλογα με το πόσο θα μειωθούν οι συντάξεις ή η ανεργία, κυμαίνεται ανάμεσα στα 200 και τα 600 δισεκατομμύρια ευρώ για την επόμενη 30ετία.

Ήδη το κράτος αναγκάζεται να συμπληρώνει με έσοδα από φόρους, τα χρήματα που μαζεύονται με τις εισφορές, για να πληρώνονται οι συντάξεις. Ουσιαστικά τις σημερινές συντάξεις τις πληρώνουν εν μέρει οι φορολογούμενοι, στο ποσόν περί των 10 δις από τα 27 δις που δίδονται σε συντάξεις ετησίως.

Αν υπολογίσουμε από τα πρόσφατα στοιχεία του συστήματος ΗΛΙΟΣ, περίπου 2 δισεκατομμύρια το χρόνο δίνονται σε συνταξιούχους κάτω των 55 ετών, ενώ ως την ηλικία των 65 δίδονται άλλα 7 δις. Σύνολο η Ελλάδα πληρώνει όσο 3 ΕΝΦΙΑ ετησίως, ή άνω από 7,5-πλάσια από όσο ήταν το Πρωτογενές Πλεόνασμα του 2013 (€1,2δις), σε συνταξιούχους που είναι κάτω από την ηλικία που μπορεί κάποιος να βγάλει νόμιμα σύνταξη σήμερα...

Αν υπολογιστούν και οι 300.000 που έχουν κάνει αίτημα συνταξιοδότησης και καθυστερούν να βγουν οι συντάξεις τους, πιθανά το σύνολο να ξεπερνάει τα 10 δις ετησίως, για συνταξιούχους κάτω από το ηλικιακό όριο της συνταξιοδότησης, που είναι περίπου ίσο με το ποσόν που συνεισφέρει το κράτος σήμερα από φόρους στο συνταξιοδοτικό.

Αν συνεχίσουμε να έχουμε τα ίδια ποσά εσόδων από εισφορές, και εξόδων σε συντάξεις, δηλαδή χονδρικά 17 δις είσπραξη εισφορών και 27 δις απόδοση συντάξεων, το αναλογιστικό μας έλλειμμα στην 30ετία θα είναι 300 δισεκατομμύρια ευρώ! Φυσικά, ο πληθυσμός μας γερνάει, η ανεργία καλπάζει κοντά στο 30%, και οι μισθοί πέφτουν. Το 600 δις φαντάζει ρεαλιστικά απειλητικό.

Έτσι είναι ξεκάθαρο γιατί τόσο μανιωδώς το κράτος προσπαθεί να καλύψει αυτό το ετήσιο αναλογιστικό έλλειμμα των 10 δις ετησίως, μειώνοντας τις εκροές του ασφαλιστικού συστήματος (διακοπή συντάξεων θυγατρικής αγαμίας και ψευδούς αναπηρίας και οριζόντιες περικοπές) ενώ η συλλογή των εισφορών επί δικαίων και αδίκων γίνεται πλέον με ναζιστική εμμονή.

Ενώ σύμφωνα με το μνημόνιο και το κοινό περί δικαίου αίσθημα, το κράτος θα έπρεπε να είχε μειώσει τις εισφορές των αυτασφαλισμένων αναλογικά και την πτώση της ιδιωτικής οικονομίας, και τις συντάξεις επίσης, δεν το έκανε. Οι μειώσεις ήσαν πολύ μικρότερες, ενώ οι αυτασφαλισμένοι που αδυνατούν να πληρώσουν τις υψηλές εισφορές ξεπερνούν τους 450.000 οι οποίοι συνεχίζουν μάλιστα να χρεώνονται για υπηρεσίες υγείας στις οποίες όμως τους απαγορεύεται η πρόσβαση παρανόμως και αντισυνταγματικά.

Το πρόβλημα είναι περίπλοκο, και κατά κύριο λόγο το κράτος αυθαιρετεί ενάντια στους αυτασφάλιστους, συνεισφέροντας τερατωδώς περισσότερους πόρους ανά συνταξιούχο και σε απόλυτους αριθμούς σε ευγενή ταμεία όπως των ΟΤΕ/ΔΕΗ (12-17 χιλιάδες ετησίως ανά συνταξιούχο), ενώ στους αυτασφάλιστους, αν δεν κάνω λάθος, θα δώσει λιγότερο από το 1/5 ανά συνταξιούχο σε συμπλήρωμα.

Το αποτέλεσμα είναι η υπερχρέωση των αυτασφαλισμένων, χωρίς κανένα πραγματικό όφελος για το κράτος, αφού οι αδυνατούντες να πληρώσουν απλά δεν πληρώνουν.

Έτσι συσσωρεύεται ένα έλλειμα από τη μια πλευρά, και ένα ιδιωτικό χρέος από την άλλη προς τα ταμεία. Έως 450.000 ασφαλισμένοι στα ταμεία αυτασφάλισης (ΟΑΕΕ, ΕΤΑΑ), σήμερα αδυνατούν να ανταπεξέλθουν στις υπέρογκες εισφορές λόγω μείωσης της δουλειάς τους, και ως τιμωρία μάλιστα έχουν εξαιρεθεί από την πλουτοπαραγωγική διαδικασία της χώρας.

Ταυτόχρονα, απειλούνται με κατασχέσεις της πρώτης κατοικίας τους και των λογαριασμών τους, καθώς και εμποδίζονται να δραστηριοποιηθούν επαγγελματικά λόγω μη ενημερότητας.

Στις περισσότερες χώρες βέβαια, οι ελεύθεροι επαγγελματίες και οι μικρομεσαίοι επιχειρηματίες είτε δεν πληρώνουν καθόλου εισφορές αν έχουν κάτω από ένα συγκεκριμένο εισόδημα (πχ στην Πορτογαλία αν έχεις εισόδημα ως ελεύθερος επαγγελματίας κάτω από το 6πλάσιο του βασικού μισθού, δεν πληρώνεις τίποτα), είτε πληρώνουν αναλογικά με το εισόδημά τους.

Στην Ελλάδα, το κράτος ζητάει συγκεκριμένο ποσόν εισφοράς ανάλογα με τα χρόνια που δουλεύει κάποιος, ανεξάρτητα αν βγάζει λιγότερο ή περισσότερα από όσα πριν 3, 5, 10 χρόνια.

Το αποτέλεσμα είναι σε όσους δουλεύουν μια 20ετία και πάνω, το κράτος να ζητάει από κάθε μικρομεσαίο όσο τα καθαρά ένός βασικού μισθού, δηλαδή 450 ευρώ το μήνα κεφαλικό φόρο.

Δεδομένων των περιστάσεων, είναι τό ίδιο ως να ζητάει από έναν άνεργο πρώην μισθωτό, ο οποίος δεν δικαιούται και επίδομα ανεργίας, να πληρώνει στο κράτος 450 ευρώ το μήνα, ακόμα και όταν ο μισθός του έχει παύσει καθώς δεν έχει πια δουλειά.

Όχι μόνο δεν μείωσε το κράτος τις εισφορές, με την ευλογία της τρόικας, όπως ήταν μνημονιακή υποχρέωση, αλλά και συνέχισε να υπολογίζει στα ποσά των οφειλών και υπηρεσίες που δεν παρασχέθηκαν, δηλαδή την ιατροφαρμακευτική περίθαλψη.

Όλα τα παραπάνω μπορούν να λυθούν σε 4 ημέρες, ή λιγότερο!

Αρκεί να υπάρξει πολιτική βούληση.

Η ταλαιπωρία και αδικία κατά εκατομμυρίων Ελλήνων με διώξεις και υπερφορολόγηση, και κατασχέσεις περιουσιών καθώς και ποινικές διώξεις, είναι επιλογή της τρόικας και των κυβερνώντων ώστε να συνεχίσουν να δίνουν συντάξεις σε ανθρώπους που δεν τις δικαιούνται, αλλά ανήκουν στο πελατολόγιο των κυβερνώντων.

Πάμε άλλη μία, όσο πιο απλά μπορώ: Η Ελλάδα και οι Έλληνες υποφέρουν, ώστε μια μικρή μερίδα ανθρώπων (συνταξιούχοι κάτω των 65 ετών) να συνεχίζει να εισπράττει τεράστιες συντάξεις σε ηλικίες που όλοι οι υπόλοιποι υποχρεούμεθα να δουλεύουμε.

Δεδομένου του γεγονότος ότι οι συντάξεις στην Ελλάδα είναι αναδιανεμητικές, δηλαδή δίνω τις εισφορές της Μαίρης στον Πέτρο ως σύνταξη, και επειδή τα ταμεία άδειασαν με το PSI αλλά και λόγω του ότι πάντα έδιναν μεγαλύτερες συντάξεις από τις εισφορές του καθενός, δεν τίθεται θέμα κανείς να πληρωθεί αδίκως λιγότερα από όσα έβαλε στο σύστημα. Και απλά αν υπάρχει πρόβλεψη για μεγαλύτερη σύνταξη σε όσους έβαλαν πραγματικά πολλά χρήματα στο σύστημα, τότε θα λυθεί εκ των προτέρων το θέμα.

Η λύση τόσο του ασφαλιστικού όσο και του αναλογιστικού ελλείμματος μπορεί να δοθεί σε 4 ημέρες, καθώς όλα τα στοιχεία βρίσκονται στο ΗΛΙΟΣ του Υπουργείου Εργασίας και στη ΓΓΠΣ του ΥΠΟΙΚ.

Ημέρα Πρώτη: Το ΥΠΟΙΚ βλέπει πόσοι συνταξιούχοι έχουν εισοδήματα επιπρόσθετα των συντάξεων, όπως με τις άγαμες θυγατέρες. Στέλνει τα στοιχεία αυτά στο Υπουργείο Εργασίας, μαζί με το ποσόν του συνολικού εισοδήματος πλην της συντάξεως.

Ημέρα Δεύτερη: Το Υπουργείο Εργασίας μηδενίζει τις συντάξεις κάτω των 55 ετών εκτός από εκείνες για αναπηρία, και μειώνει τις συντάξεις σε όλους τους υπόλοιπους που είναι κάτω των 65 ετών, ώστε να έχουν μέγιστη σύνταξη 700 ευρώ το μήνα αν δεν έχουν κανένα άλλο εισόδημα, ενώ αν έχουν τότε το συμπληρώνει ως τα 700 ευρώ. Κατόπιν απελευθερώνει την νόμιμη εργασία σε συνταξιούχους που σήμερα απαγορεύει. Με μείωση της σύνταξης όμως μόνο κατά το ήμισυ του πιθανού φορολογημένου εισοδήματος από εργασία, που σήμερα εργάζονται έτσι κι αλλιώς με "μαύρα".

Αντίστοιχα στους άνω των 65 ετών, μειώνει τη σύνταξη ώστε να μην ξεπερνάει το πλαφόν των 1200 ευρώ, όμως όποιος έχει άλλο εισόδημα, μειώνει το ποσόν της σύνταξης αναλογικά με εισοδηματικά κριτήρια. Εφόσον μιλάμε για αναδιανομή, δεν είναι λογικό να παίρνεις από τους φτωχούς, για να δίνεις παραπάνω σε όσους ζουν από τα λεφτά των φτωχών χωρίς να δουλεύουν, και μάλιστα αν έχουν και πρόσθετο εισόδημα! Κοινωνική Δικαιοσύνη! Εισοδηματικά κριτήρια!

Καταργεί το μηχανισμό για το συνταξιοδοτικό κομμάτι των ταμείων για μείωση του κόστους του κράτους κατά 1-2 δις ετησίως, και πλέον την απόδοση των συντάξεων κάνει το ΥΠΟΙΚ είτε ως πληρωμή στους λογαριασμούς των συνταξιούχων, είτε ως συμψηφισμό με φόρους για το υπόλοιπο εισόδημά τους.

Το κόστος συνταξιοδοτήσεως μειώνεται από 2 δις στους συνταξιούχους κάτω των 55 στα 200-300 εκατομμύρια, και στους 55-65 στα 2,5-3 δις μέγιστο, ενώ στους άνω των 65, μειώνεται από 17 δις ετησίως στα 7-9 δις.
Σύνολο συντάξεων προς πληρωμή ετησίως: 10-12,5 δις από τα 27 που αναδιανέμει σήμερα.

Ημέρα Τρίτη: Ξεχωρίζει η εισφορά υγείας από τη συνταξιοδοτική, ώστε να καλύπτει τα 5 δις του κόστους της υγείας που θα μαζεύει το ΥΠΟΙΚ και θα αποδίδει απευθείας στο Υπουργείο Υγείας. Το ύψος των σημερινών εισφορών υγείας του ΟΓΑ στα 680 ευρώ ετησίως είναι μια καλή στόχευση.

Το κράτος καταργεί τελείως την συνταξιοδοτική εισφορά (όπως συμβαίνει στο Ηνωμένο Βασίλειο) και όλοι πλέον οι εργοδότες δίνουν στο χέρι του εργαζόμενου το σύνολο του μικτού μισθού πλην φόρων και της μικρής εισφοράς υγείας που αποδίδει κατευθείαν στο ΥΠΟΙΚ για δρομολόγηση στο Υπουργείο Υγείας. Η οικονομία εκτοξεύεται, και η ανεργία μειώνεται κατακόρυφα, αυξάνοντας σημαντικά τα έσοδα του κράτους από φόρους εισοδήματος μισθωτών αλλά και εργοδοτών.

Τα 10 δις που ήδη δίνει το κράτος, και οι νέοι φόροι από τη ραγδαία ανάπτυξη της οικονομίας χωρίς ασφαλιστικές εισφορές, υπερκαλύπτουν τα 2,5 δις από τα 10 που δίνει σήμερα το κράτος. Ας μη ξεχνάμε και την εξοικονόμηση 1-2 δις από την κατάργηση των ταμείων και τους ταλαιπωρίας όλων από αυτά. Η ανεργία καταπολεμάται, οι τιμές όλων των προϊόντων που κατασκευάζονται στην Ελλάδα πέφτουν, οι εξαγωγές αυξάνονται.

Ημέρα Τέταρτη: Μετατρέπονται όλα τα ταμεία αυτασφάλισης σε ανταποδοτικά και συμπληρωματικά/επικουρικά ταμεία. Οι οφειλές διαγράφονται, καθώς η οφειλή σε ένα ανταποδοτικό σύστημα είναι προς εαυτόν. Οι ποινικές διώξεις και οι κατασχέσεις ακυρώνονται όλες.

Όσα πληρώσει καθένας στο σύστημα, τόση πρόσθετη σύνταξη θα λάβει, όποτε θέλει ανάλογα με το κεφάλαιο που έχει συσσωρεύσει, με μια ελάχιστη μηνιαία σύνταξη αξιοπρεπούς διαβίωσης που θα εγγυάται και θα πληρώνει το κράτος, όπως παραπάνω, που θα καλύπτει η κοινωνία με τους φόρους της. Οι συμπληρωματικές συντάξεις δεν θα λαμβάνονται υπόψιν για τον υπολογισμό του εισοδήματος από το ΥΠΟΙΚ, ώστε να δοθεί τεράστιο κίνητρο για ασφαλιστικές αποταμιεύσεις. Επίσης έτσι μπορούν να επανέλθουν στην παραγωγική οικονομία 450.000 οι Έλληνες που σήμερα διώκονται.

Τα παραπάνω λύνουν δε σε 4 ημέρες όλα τα προβλήματα τόσο του αναλογιστικού ελλείμματος, όσο και της υπερφορολόγησης, όσο και των χαμηλών μισθών, όσο και της ανεργίας, όσο και της εξαγωγικής ανταγωνιστικότητας των Ελληνικών προϊόντων, όσο και της ελκυστικότητας της χώρας για μεγάλες επενδύσεις σε βιομηχανικές μονάδες μεταποίησης και επεξεργασίας πρώτων υλών, όσο και της δυνατότητας παροχών τεκνοποίησης για να αμβλύνουμε το δημογραφικό!

Το κόστος των τουριστικών υπηρεσιών πέφτει κατακόρυφα καθώς έχουν μεγάλο ποσοστό εργασιακού κόστους, και οι τιμές των τουριστικών πακέτων της Ελλάδας μειώνονται επιτρέποντας στον Ελληνικό τουρισμό να εκτοξευτεί!

Το παραπάνω μείγμα είναι αναπτυξιακά εκρηκτικό!

Με αυτό το μέλλον των επόμενων γενεών των Ελλήνων διασφαλίζεται!

Η Ελλάδα γίνεται ξανά μια χώρα ευτυχισμένων ανθρώπων με δουλειές σε ελάχιστο χρόνο!
Περισσεύουν πόροι από την φορολόγηση της ανάπτυξης για μελλοντική επέκταση σε ελάχιστο εγγυημένο εθνικό εισόδημα!
Και όλα αυτά χωρίς ένα ευρώ από την Ευρώπη.
Με αύξηση του ΑΕΠ αντί για μείωση, λόγω της ανάπτυξης και των νέων επενδύσεων.
Το ερώτημα είναι, τολμάει κανείς;
-------------------------------
Άγη, 
Κατά πρώτο, οι περισσότεροι είναι παντελώς άσχετοι, μισο-αγράμματοι και γενικώς απολίτιστοι -- άρα ΔΕΝ τίθεται θέμα τόλμης αλλά κατανόησης, α) του προβλήματος, β) των πιθανών λύσεων.

Κατά δεύτερο και να γνωρίζαν, καταλάβαιναν, δεν θα το κάνουν -- διότι αν ήταν, θα το είχαν κάνει. Δεν θέλουν, όχι δεν τολμούν. Αν βουλιάξει η Ελλάδα, δεν ενδιφέρει τους πολιτικούς της: έχουν μαζέψει χρήαματα και θα φύγουν να ζήσουν εκτός χώρας... άσε τι λένε...