Tuesday, 23 December 2014

Καλές Γιορτές απο τη Χώρα της Αδιάφορης Βουλής

Οι βουλευτές (όσοι πήγαν στη Βουλή και ήσαν ξύπνιοι) ψήφισαν σήμερα πάλι για την εκλογή Προέδρου Δημοκρατίας.

Πάλι άκαρπη ψηφοφορία.

Το ΧΑΑ πέφτει, οι επενδυτές πετούν, ο κόσμος ανησυχεί...

Στο μεταξύ οι Έλληνες βουλευτές σφυρίζουν ανέμελα, αδιάφορα... 

Ασχολούνται και τσακώνονται για το ότι φταίει πάντα ο κάποιος άλλος ο άλλος που δεν έχει δικιο...


Η Ελλάδα είναι η χώρα με τις πιο χαμηλές επενδύσεις στο ΚΟΣΜΟ.

Που είναι λογικό επίτευγμα δεδομένου ότι στην Ελλάδα το πρόβλημα είναι ο ιδιωτικός τομέας και οι συνταξιούχοι του. Άρα ΔΕΝ ΘΕΛΟΥΜΕ επενδύσεις που σημαίνει άυξηση του ιδιωτικού τομέα!

Η Ελλάδα φτιάχτηκε για να έχει μόνο κρατικούς υπαλλήλους΄

Σκεφτείτε πόσο εύκολα θα ήταν τα πράγματα αν ΔΕΝ είχαμε ιδιωτικό τομέα: ούτε υπουργεία εμπορίου, ούτε ελεγκτές, ούτε ΙΚΑ, ούτε εργατική νομοθεσία, φορολοική νομοθεσία μιάς γραμμής (φόρος= "όσα θέλει και χρειάζεται ο Βεζύρης") ούτε ανεργία, ούτε...!

Αντ'αυτού, έμπλεξε και έχουμε μνημόνια, χρέος και τηλεοπτικό χρόνο μπουρδολογίας πολιτικών επί των θεμάτων αυτών, κλπ...


Μερρυ Κρίστμας σε όλους! Τα Χριστούγεννα είναι δικά μας!!
Εύχομαι με το νέο έτος να μη φορολογηθούν τα Χριστούγεννα.

Καλή Χρονιά!


Monday, 15 December 2014

Οι συντάξεις στην Ελλάδα: το μεγαλύτερο ποσοστό Δημόσιας δαπάνης στον ΟΟΣΑ!

Βέβαια, αυτή την εποχή ασχολούμαστε με το ποιός, απο τους εφήβους στην Βουλή των Ελλήνων θα ψηφίσουν στις προεδρικές εκλογές και, λυρίως, πως θα ψηφίσουν.

Και βέβαια καταιγισμός από τα μέσα μαζικής ψυχαγωγίας επί του θέματος. Να μου πείτε, φτηνό πρόγραμμα -- τζάμπα καλεσμένοι και σίγουρη μπουρδολογία: πως να αντισταθούνε τα κανάλια!

Βέβαια, το θέμα του τι είναι καλύτερο για τη χώρα, δεν εμπίπτει στη επιχειρηματολογία κανενός, ούτε των πολιτικών, ούτε των μέσων


Για αλλαγή, παραθέτω πίνακα του ΟΟΣΑ που δείχνει τη δαπάνη για συντάξεις σαν ποσοστό του συνόλου των δημοσίων δαπανών.

Οι συντάξεις σαν ποσοστό του συνόλου των κρατικών δαπανών. Πηγή ΟΟΣΑ.


Στην Ελλάδα έχουμε το 2 μεγαλύτερο ποσοστό μετά την Ιταλία με ~28%. Ο μέσος όρος των χωρών του ΟΟΣΑ είναι 18%.

Βέβαια, το υψηλό ποσοστό συνδέεται και με τη πτώση του συνόλου των δαπανώ. Από την άλλη, οι ίδιες οι συντάξεις έχουν πέσει σημαντικά επίσης.

Δεν γνωρίζω πόσοι τυχεροί συνταξιούχοι στα 40-45 υπάρχουν στην Ελλάδα, πόσοι με άλλους τρόπους, αλλά το ποσοστό μιλάει από μόνο του.

Αναρωτιέμαι, στο μέλλον θα υπάρχουν συντάξεις;

Η τις πήραν όλες κάποιοι σοσιαλ-ελληνάρες συνταξιούχοι και έφυγαν;;;;



Monday, 1 December 2014

Troika, Ελληνική Δημοκρατία και Ελληνική Κυβέρνηση






Troika Δεκέμβρης 2014: άλλο ένα επεισόδιο του σήριαλ "Τρόϊκα εναντίον Ελ Κυβ" που βρίσκει λύση (happy ending) προς το τέλος του επειδοσίου, ή ουσιώδεις διαφορές;


Αυτή τη φορά, αυτό δεν το γνωρίζω.

Γνωρίζω όμως ότι τα λεγόμενα περί Τρόϊκα επιμένει σε μέτρα ενώ η ΕΛληνική Κυβ αντιστέκεται σθεναρά είναι μπούρδες: προκειμένου να αποφύγει τα δύσκολα (απολύσεις δημαοσίων υπαλλήλων, ελευθέρωση επαγγελμάτων, κλπ) που έχει άλλωστε συμφωνήσει το Ελληνικό κράτος, η κυβέρνσηση πάλι καταφεύγει σε λύσεις πρόσκαιρες για να αποφύγει τις μεταρρυθμίσεις... συντάξεις, περίθαλψη, κλπ.

Εμφανώς πλέον το Ελληνικό κράτος με τη Διοίκησή του δείχνουν ξεκάθαρα το Ελληνικό μοντέλλο κράτους: ΔΕΝ ΧΩΡΑΕΙ ΠΟΛΛΟΥΣ ΠΟΛΙΤΕΣ.

Για την ελληνικη΄διοίκηση και τους πολιτικούς, η ελλάδα θα ήταν ιδανικό μέρος αν είχε ΜΟΝΟ:
πολιτικούς και δημοσίους υπαλλήλους και λίγους αυλικούς γύρω, γύρω.

Σύνολο πλυθησμού ~2 εκατ. Ούτε προβλήματα με σχολεία, περίθαλψη, ανεργίες, κλπ.




ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ, ΌΛΟΙ ΟΙ ΥΠΟΛΟΙΠΟΙ ΕΙΜΑΣΤΕ ΠΑΡΕΙΣΑΚΤΟΙ



 ΔΕΝ είχε όλους τους παρείσακτους ανθτώπους / κατοίκους με 


Η ιδανική Ελλάδα κατά την τρέχουσα


Friday, 14 November 2014

(Νεο) Ελληνική Δημοκρατία

Η απόλυτη, σαφέστερη και περιεκτικότερη επιγραφή για τη κατάσταση στην Ελλάδα:



(Με λίγα λόγια,) το ελληνικό δημόσιο αντιστέκεται στον πολιτισμό



(από το άρθρο του Α. Ζαμπούκα "Οι μικροί δικτάτορες του ελληνικού δημοσίου"

Πηγή:www.capital.gr

Wednesday, 24 September 2014

Το "Φθίνον Έθνος" με τις έντονες μυθολογικές ιδέες που εκλαμβάνει ως ρεαλιστική αυτοεπίγνωση...

Το εν λόγω έθνος είναι, βέβαια και δυστυχώς, το Ελληνικό.

Η φράση του τίτλου είναι σύνθεση από το βιβλίο "Πλανητική πολιτική μετά τον ψυχρό πόλεμο" του έξοχου και εξαίρετου συγγραφέα, μεταφραστή και φιλόσοφου Παναγιώτη Κονδύλη (17 Αυγ.1943 – 11 Ιουλ. 1998).

Το βιβλίο πρωτοεκδόθηκε στα γερμανικά ( Planetarische Politik nach dem kalten Krieg) και μεταφράστηκε στα ελληνικά πριν από το θάνατό του από τις εκδόσεις Θεμέλιο, έχει δε επανεκδοθεί πρόσφατα .
Μεταξύ άλλων, διορατικών (αι επίκαιρων) αναλύσεων, το βιβλίο περιέχει και μια εξαιρετικά οξυδερκή, σαφή και πλήρως επίκαιρη περιγραφή της σύγχρονης Ελλάδας και των νεο-ελλήνων. Η διορατικότητα του συγγραφέα είναι εντυπωσιακή.

""" (Παν. Κονδύλης, "Πλανητική πολιτική μετά το ψυχρό πόλεμο", εκ. Θεμέλιο)
...Η σημερινή Ελλάδα αποτελεί περίπτωση φθίνοντος έθνους
Η σημερινή Ελλάδα αποτελεί ακριβώς περίπτωση φθίνοντος έθνους, το οποίο εκλαμβάνει τις έμμονες μυθολογικές του ιδέες για τον εαυτό του ως ρεαλιστική αυτεπίγνωση. Δεν είναι διόλου περίεργο ότι η ψυχολογική αυτή κατάσταση συχνότατα παρουσιάζει συμπτώματα παθολογικού αυτισμού γιατί το απαραίτητο υπόβαθρο και πλαίσιο της υγιούς αυτεπίγνωσης είναι η γνώση του ευρύτερου περιβάλλοντος κόσμου, μέσα στον οποίο καλείται να δράσει ένα ατομικό ή συλλογικό υποκείμενο, αποτιμώντας κατά το δυνατόν νηφάλια τις δυνατότητες του και υποκαθιστώντας τη νοσηρά εγωκεντρική αρχή της ηδονής με τη φυσιολογικά εγωκεντρική αρχή της πραγματικότητας. Όπως οι κατώτεροι ζωικοί οργανισμοί, έτσι και οι σημερινοί Έλληνες αντιδρούν με έντονες αντανακλαστικές κινήσεις μονάχα σ’ ό,τι τους ερεθίζει άμεσα και ειδικά· οι δηλώσεις κάποιου «φιλέλληνα» στη Χαβάη ή κάποιου «μισέλληνα» στη Γροιλανδία (κι ας μη μιλήσουμε καθόλου για τα όσα παρεμφερή μαθαίνει κανείς από τις Βρυξέλλες ή την Ουάσιγκτον) ευφραίνουν ή εξάπτουν, αναλόγως, τα πνεύματα πολύ περισσότερο απ’ ό,τι τα απασχολούν τα ουσιώδη, αν και συχνά αφανή, μεγέθη της πολιτικής και της οικονομίας


Επίσης ελάχιστοι φαίνεται να ενδιαφέρονται για τα πολιτικά συμπαρομαρτούντα των διαγραφόμενων οικολογικών στενωπών ή για τις προσεχείς συνέπειες της μετανάστευσης των λαών σε μια χώρα τόσο ευπαθή οικολογικά και τόσο έκθετη γεωγραφικά όσο η Ελλάδα. Όμως η έλλειψη, και μάλιστα η άρνηση, της αυτεπίγνωσης δεν φαίνεται μόνον έμμεσα στη στενότητα της πολιτικής κοσμοεικόνας, από την οποία συνήθως αφορμώνται οι συζητήσεις πάνω στην εθνική πολιτική. Φαίνεται και άμεσα, στον τρόπο διεξαγωγής αυτών των συζητήσεων. Στο επίκεντρό τους βρίσκονται δηλ. περισσότερο ή λιγότερο θεμελιωμένες σκέψεις και γνώμες για το ποιά τροπή θα πάρει αυτή ή εκείνη η συγκεκριμένη εξέλιξη και για το αν αυτή ή εκείνη η ενέργεια ενδείκνυται ή όχι, πράγμα πού συχνότατα οδηγεί στη γνωστή και προσφιλή πολιτικολογία και τραπεζορητορεία. Δεν θίγεται όμως ο ακρογωνιαίος λίθος κάθε πολιτικής προβληματικής: ποιά είναι η ταυτότητα και η οντότητα του πολιτικού υποκειμένου, για τις πράξεις, τις παραλείψεις και το μέλλον του οποίου γίνεται λόγος; Πιο συγκεκριμένα: ποιά είναι η σημερινή φυσιογνωμία της Ελλάδας και τι προκύπτει απ’ αυτήν ως προς την ικανότητά της να ασκήσει εθνική πολιτική μέσα στις σημερινές πλανητικές συνθήκες; Η εσωτερική αποσύνθεση, την οποία κανείς αφήνει να προχωρήσει όσο δεν φαίνεται ν’ αντιμετωπίζει άμεσο κίνδυνο, του στερεί τα απαιτούμενα μέσα και περιθώρια ελιγμών όταν η ανάγκη σφίγγει.

Υπάρχει διάχυτη η εντύπωση ότι μόλις εμφανισθεί στο διεθνές προσκήνιο η Ελλάδα (ολόκληρη Ελλάδα!) και υψώσει τη φωνή για τα δίκαιά της, η κοινωνία των εθνών θα αφήσει τις δικές της έγνοιες και θα ενδιαφερθεί για τα ελληνικά αιτήματα, περίπου αποσβολωμένη από την ηθική λάμψη τους. Η προβολή της εξ ορισμού ανώτερης ηθικής διάστασης φαίνεται να απαλλάσσει από τους ταπεινούς μόχθους και τους παραζαλιστικούς λαβυρίνθους της συγκεκριμένης πολιτικής, φαίνεται δηλ. ότι αρκεί να έχει κανείς το δίκαιο με το μέρος του για να έχει κάνει σχεδόν τα πάντα, όσα εξαρτώνται απ’ αυτόν. Στον υπόλοιπο κόσμο εναπόκειται να αντιληφθεί το ελληνικό δίκαιο και να πράξει ανάλογα. Η ελληνική πλευρά συχνότατα θεώρησε και θεωρεί ως αδιανόητο ότι οι άλλοι μπορούν να έχουν (ειλικρινά ή όχι) διαφορετική αντίληψη για το τι είναι δίκαιο· επίσης δυσκολευόταν και δυσκολεύεται να συμφιλιωθεί με τη σκέψη ότι οι άλλοι δεν παίρνουν πάντα τοις μετρητοίς τους ισχυρισμούς της κι ότι χρησιμοποιούν και άλλες πηγές πληροφοριών ή ακούνε και άλλες απόψεις. Εκείνο όμως πού προ παντός αρνείται να κατανοήσει σε μόνιμη βάση η ελληνική πλευρά, καθώς έχει αυτοπαγιδευθεί στις υπεραναπληρώσεις των ηθικολογικών άλλοθι, είναι ότι κάθε ισχυρισμός και κάθε διεκδίκηση μετρούν μόνο τόσο, όσο και η εθνική οντότητα πού στέκει πίσω τους. Όποιος λ.χ. μονίμως επαιτεί δάνεια και επιδοτήσεις για να χρηματοδοτήσει την οκνηρία και την οργανωτική του ανικανότητα δεν μπορεί να περιμένει ότι θα εντυπωσιάσει ποτέ κανέναν με τα υπόλοιπα «δίκαιά» του. Ούτε μπορεί κανείς να περιμένει ότι θα ληφθεί ποτέ σοβαρά υπ’ όψιν μέσα στο διεθνές πολιτικό παιγνίδι, αν δεν έχει κατανοήσει, και αν δεν συμπεριφέρεται έχοντας κατανοήσει, ότι, πίσω και πέρα από τις μη δεσμευτικές διακηρύξεις αρχών ή τις αόριστες φιλοφρονήσεις, τις φιλίες ή τις έχθρες τις δημιουργεί και τις παγιώνει η σύμπτωση ή η απόκλιση των συμφερόντων. Όμως στη βάση αυτή μπορεί να κινηθεί μόνον όποιος έχει την υλική δυνατότητα να προσφέρει τόσα, όσα ζητά ως αντάλλαγμα. Με άλλα λόγια: οι κινήσεις στο πολιτικό-διπλωματικό πεδίο αποδίδουν όχι ανάλογα με το «δίκαιο», το οποίο άλλωστε η κάθε πλευρά ορίζει για λογαριασμό της, αλλά ανάλογα με το ιστορικό και κοινωνικό βάρος των αντίστοιχων συλλογικών υποκειμένων, το οποίο όλοι αποτιμούν κατά μέσον όρο παρόμοια, όπως γίνεται και με τα εμπορεύματα στην αγορά. Επί πλέον καμμιά προστασία και καμμιά συμμαχία δεν κατασφαλίζει τελειωτικά οποίον βρίσκεται μαζί της σε σχέση μονομερούς εξάρτησης. Η αξία μιας συμμαχίας για μιαν ορισμένη πλευρά καθορίζεται από το ειδικό βάρος της πλευράς αυτής μέσα στο πλαίσιο της συμμαχίας. Ισχυροί σύμμαχοι είναι άχρηστοι σ’ όποιον δεν διαθέτει ό ίδιος σεβαστό ειδικό βάρος, εφ’ όσον ανάλογα με τούτο εδώ αυξομειώνεται το ενδιαφέρον των ισχυρών. Ίσως να θεωρεί κανείς «απάνθρωπα» και λυπηρά αυτά τα δεδομένα, αν όμως ασκεί εθνική πολιτική αγνοώντας τα, αργά ή γρήγορα θα βρεθεί σε μια κατάσταση όπου τη λύπη για την ηθική κατάπτωση των άλλων θα τη διαδεχθεί ο θρήνος για τις δικές του συμφορές.
Η παρατήρηση αυτή μας φέρνει στη δεύτερη από τις δύο μεγάλες φάσεις της εθνικής συρρίκνωσης του ελληνισμού σ’ αυτόν τον αιώνα. Αν η πρώτη είχε κυρίως γεωπολιτικό χαρακτήρα, η δεύτερη, πού άρχισε μετά τη σχετική ολοκλήρωση της πρώτης, χαρακτηρίζεται από τα συμπτώματα και τα συμπαρομαρτούντα ενός παρασιτικού καταναλωτισμού αδιάφορου για τις μακροπρόθεσμες εθνικές του επιπτώσεις, ιδιαίτερα σ’ ό,τι αφορά την ανεξαρτησία της χώρας και την αυτοτέλεια των εθνικών της αποφάσεων. Τον καταναλωτισμό αυτόν δεν τον ονομάζουμε παρασιτικό για να τον υποβιβάσουμε ηθικά, αντιπαρατάσσοντάς του «ανώτερα» και «πνευματικά» ιδεώδη ζωής, όπως κάνουν διάφοροι διανοούμενοι. Θα ήταν εξωπραγματικό και ανόητο να θέλει να αποκόψει κανείς τον ελληνικό λαό στο σύνολό του από τις νέες δυνατότητες της παραγωγής και της τεχνολογίας — και επί πλέον θα ήταν και επικίνδυνο, γιατί μια τέτοια αποκοπή θα συμβάδιζε με μια γενικότερη οικονομική και στρατιωτική καθυστέρηση. Ό όρος «παρασιτικός καταναλωτισμός» χρησιμοποιείται εδώ στην κυριολεξία του για να δηλώσει ότι η σημερινή Ελλάδα, όντας ανίκανη να παραγάγει η ίδια όσα καταναλώνει και
μην έχοντας αρκετή αυτοσυγκράτηση — και αξιοπρέπεια — ώστε να μην καταναλώνει περισσότερα απ’ όσα μπορεί να παραγάγει η ίδια, προκειμένου να καταναλώσει παρασιτεί, και μάλιστα σε διπλή κατεύθυνση: παρασιτεί στο εσωτερικό, που υποθηκεύει τους πόρους του μέλλοντος μετατρέποντάς τους σε τρέχοντα τοκοχρεολύσια, και παρασιτεί προς τα έξω, που έχει επίσης δανεισθεί υπέρογκα ποσά όχι για να κάνει επενδύσεις μελλοντικά καρποφόρες αλλά κυρίως για να πληρώσει με αυτά τεράστιες ποσότητες καταναλωτικών αγαθών, τις οποίες και πάλι εισήγαγε από το εξωτερικό. Η εξέλιξη αυτή συντελέσθηκε στο πλαίσιο της μεταπολεμικής προοδευτικής διαπλοκής των διεθνών οικονομικών διαδικασιών γενικά και των ευρωπαϊκών οικονομιών ειδικότερα, ωστόσο θα ήταν λάθος να τη θεωρήσουμε ως ειμαρμένη πού ενέσκηψε πάνω σε μιαν αδύνατη κι ανυπεράσπιστη Ελλάδα, αιχμαλωτισμένη ανέκκλητα στα δίχτυα του «διεθνούς κεφαλαίου». Τέτοιες φαινομενικά περισπούδαστες εξηγήσεις προσφέρουν όσοι οχυρώνονται πίσω από την αγοραία «αριστερή» και «φιλολαϊκή» ρητορική, αρνούμενοι να αναμετρήσουν το μέγεθος των δικών τους ευθυνών, το βάθος των συντελεστών της σημερινής εθνικής κρίσης και την οδυνηρότητα των πιθανών διεξόδων απ’ αυτήν.
Οι πρωταρχικοί λόγοι, πού έθεσαν σε κίνηση τη διαδικασία της εθνικής εκποίησης και της συναφούς πολιτικής αποδυνάμωσης της Ελλάδας σε διεθνές επίπεδο, είναι ενδογενείς και ανάγονται στη λειτουργία του πολιτικού της συστήματος και στη συμπεριφορά όλων των υποκειμενικών του παραγόντων. Με άλλα λόγια: το ελληνικό κοινωνικό και πολιτικό σώμα στο σύνολο του επωφελήθηκε από τη μεταπολεμική πρωτοφανή ανάπτυξη της διεθνούς οικονομίας και άντλησε βραχυπρόθεσμα ωφελήματα απ’ αυτή με αντάλλαγμα τον μακροπρόθεσμο υποβιβασμό της Ελλάδας στην κλίμακα του διεθνούς καταμερισμού της εργασίας και συνάμα τη γενική εθνική της υποβάθμιση. Αυτό έγινε με τη μορφή ενός σιωπηρού, αλλά διαρκούς και κατά μέγα μέρος συνειδητού και επαίσχυντου κοινωνικού συμβολαίου, στο πλαίσιο του οποίου η εκάστοτε πολιτική ηγεσία — «δεξιά», «φιλελεύθερη» ή «σοσιαλιστική», κοινοβουλευτική ή δικτατορική: στο κρίσιμο τούτο σημείο οι αποκλίσεις υπήρξαν ελάχιστες — ανέλαβε τη λειτουργία να ενισχύει γρήγορα και παρασιτικά τις καταναλωτικές δυνατότητες του «λαού» με αντίτιμο την πολιτική του εύνοια ή ανοχή, ήτοι τη διαχείριση της πολιτικής εξουσίας και την κάρπωση των συναφών κοινωνικών και υλικών προνομίων. Βεβαίως, η συναλλαγή αυτή χαρακτήριζε τον ελληνικό κοινοβουλευτισμό από τα γεννοφάσκια του, όμως η πρωτοφανής μεταπολεμική διεθνής οικονομική συγκυρία της προσέδωσε δυνατότητες επίσης πρωτοφανείς: προς άγρα και συγκράτηση της εκλογικής πελατείας μπορούσαν τώρα να προσφερθούν όχι απλώς ανιαρές κρατικές θέσεις, αλλά επί πλέον πολύχρωμες μάζες καταναλωτικών αγαθών και πλήθος δελεαστικών καταναλωτικών δυνατοτήτων. Ενώ όμως η πρώτη προσφορά συνεπαγόταν κυρίως την εκποίηση του κρατικού μηχανισμού και των κρατικών πόρων στην εσωτερική αγορά, η δεύτερη — και πιο πλουσιοπάροχη — απέληγε με εσωτερική αναγκαιότητα στο ξεπούλημα ολόκληρου τού έθνους στη διεθνή αγορά. Αυτό το ξεπούλημα άρχισε με τα μεγάλα, αντίδρομα και ταυτοχρόνως συμπληρωματικά, κύματα της μετανάστευσης και του τουρισμού, για να κορυφωθεί, αλλάζοντας αισθητά όψη και συναισθηματική επένδυση, στην αγορά αυστριακών μπισκότων για σκύλους και στην οργάνωση τριήμερων ταξιδιών στο Λονδίνο για ψώνια, κατασταλάζοντας ενδιαμέσως παχυλές επιδοτήσεις μιας περιττής αγροτικής παραγωγής και την περαιτέρω διόγκωση μιας ημιπαράλυτης δημοσιοϋπαλληλίας. Ποτέ άλλοτε το κράτος και το έθνος δεν βρέθηκαν, χάρη στην απλόχερη μεσολάβηση του «πολιτικού κόσμου», σε τόσο αγαστή σύμπνοια με τον χαρτοπαίχτη της επαρχίας και με το τσόκαρο των Αθηνών.
Ο παρασιτικός καταναλωτισμός, όπως τον ορίσαμε παραπάνω, προκάλεσε μια τέτοια διασπάθιση πόρων, ιδιαίτερα στη δεκαετία του 1980, ώστε η στενότητα των πόρων θα ακολουθεί στο εξής, και για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα, την ελληνική εθνική πολιτική
σαν βαρειά σκιά. Οι σημερινές, και οι αναπόδραστες αυριανές, προσπάθειες του «πολιτικού κόσμου» για τη λύση αυτού του πιεστικού προβλήματος δεν αποτελούν διαρθρωτική του αντιμετώπιση, παρά κατά βάθος αποσκοπούν στη δημιουργία συνθηκών πρόσκαιρης ανακούφισης πού θα επιτρέψουν ξανά την ανακύκλωση του προηγούμενου φαύλου παιγνιδιού μεταξύ κομμάτων και ψηφοφόρων. Είναι περιττό να εξηγήσουμε ποιές μακροπρόθεσμες συνέπειες έχει η υφιστάμενη σήμερα στενότητα των πόρων για το μέλλον τού έθνους, δηλ. για την οικονομική ανταγωνιστικότητα του, για την παιδεία του και για την άμυνα του. Εξ αιτίας της στενότητας τούτης η Ελλάδα ξεκινά τον αγώνα δρόμου στην αρχόμενη πολυτάραχη φάση της πλανητικής πολιτικής με ένα επί πλέον σημαντικότατο μειονέκτημα. Η οικονομική της υποπλασία, η οποία χρηματοδοτήθηκε και εξωραΐσθηκε καταναλωτικά με την εκτεταμένη απώλεια της οικονομικής της ανεξαρτησίας, θα περιορίσει πολύ τα περιθώρια των πολιτικών της επιλογών και δραστηριοτήτων, προ παντός όταν θα συγκρουσθούν οι δικές της θέσεις με εκείνες των Ευρωπαίων και άλλων χρηματοδοτών της. Για τη σύγκρουση αυτή, η οποία, δεν αποκλείεται κάποτε να πάρει εκρηκτικές διαστάσεις, θα πούμε μερικά πράγματα αμέσως παρακάτω. Πάντως την πορεία και την έκβασή της τις προδιαγράφει η σημερινή εικόνα της Ελλάδας στον διεθνή, και προ παντός στον κοινοτικό ευρωπαϊκό χώρο. Θα πρέπει κανείς, όπως συμβαίνει κατά κανόνα στη μακάρια ελληνική επικράτεια, να αγνοεί τον χώρο αυτόν ή να έχει πάθει αθεράπευτη εθνικιστική τύφλωση και κώφωση για να μη γνωρίζει ότι στα μάτια των εταίρων της η Ελλάδα είναι σήμερα ένας ανεπιθύμητος παρείσακτος, ένας αναξιοπρεπής επαίτης, ο οποίος ζητά δισεκατομμύρια δολάρια κάθε χρόνο προκειμένου να καταναλώνει πολύ περισσότερα απ’ όσα του επιτρέπουν οι παραγωγικές του δυνατότητες και η παραγωγικότητα της εργασίας του, και ο οποίος επί πλέον, για να διασφαλίσει την παρασιτική του ευημερία, δεν διστάζει να ελίσσεται και να εξαπατά, ενώ ο επαρχιωτισμός και ο ενίοτε παιδικός εγωκεντρισμός του δεν του επέτρεψαν ποτέ να διατυπώσει κάποια ουσιώδη σκέψη ή πρόταση γενικού ευρωπαϊκού ή διεθνούς ενδιαφέροντος. Δεν έχει σημασία αν την εικόνα τούτη τη συμμερίζονται όλοι ανεξαιρέτως και αν ευσταθούν όλες της οι λεπτομέρειες ? βαρύνουσα πολιτική σημασία έχει η γενική της διάδοση και προ παντός η γενική συμφωνία της με τα πραγματικά δεδομένα. Εδώ ήδη φαίνεται καθαρότατα η βαθειά εσωτερική σχέση ανάμεσα στην πολιτική του παρασιτικού καταναλωτισμού και στις τύχες της χώρας μέσα στην κοινωνία των εθνών.
Οι απωθητικοί και αντισταθμιστικοί μηχανισμοί, με τη βοήθεια των οποίων η πολυδαίδαλη και πολυμήχανη νεοελληνική ψυχή παρακάμπτει τους εξευτελισμούς χωρίς ποτέ να τους υπερνικήσει κατά μέτωπο, είναι παλαιοί, δοκιμασμένοι και γνωστοί. Επειδή ο επαίτης κατάγεται, γεωγραφικά τουλάχιστον, από τον τόπο του Περικλή, πιστεύει ο ίδιος ότι δικαιούται να εμφανίζεται με χλαμύδα, τη λευκότητα της οποίας τίποτε, ούτε καν κατάφωρες παραχαράξεις και καταχρήσεις, δεν θα μπορούσε να σπιλώσει. Παράλληλα, οι περιοδικές πατριωτικές εξάρσεις ή αψιθυμίες, από διάφορες αφορμές, επιτρέπουν την ψυχολογικά βολική υπερκάλυψη της εθνικά ολέθριας συλλογικής πρακτικής από το υψιπετές εθνικό φρόνημα, της κοντόθωρης ευδαιμονιστής δραστηριότητας από το μετέωρο παραλήρημα. Επίσης καθιστούν δυνατή την ψευδαίσθηση της ομοψυχίας όταν οι ατομικές βλέψεις και οι προσωπικές επιδιώξεις στην πραγματικότητα αποκλίνουν τόσο, ώστε είναι πια δυσχερέστατο να συντονισθούν με καθοριστικό άξονα τις επιταγές μιας μακρόπνοης εθνικής πολιτικής. Η κραυγαλέα επίδειξη ομοψυχίας υποκαθιστά έτσι την ύπαρξη πρακτικά δεσμευτικής και αποδοτικής ομογνωμίας πάνω σε συγκεκριμένα ζητήματα και συγκεκριμένες λύσεις. Έτσι, ό,τι θα έπρεπε ν’ αποτελεί ψυχολογικό θεμέλιο για την άσκηση εθνικής πολιτικής μετατρέπεται σεψυχολογικό άλλοθι για τη ματαίωση των προϋποθέσεών της, καθώς η διαρκής πατριωτική μέθη εμποδίζει μόνιμα τους ευτυχείς φορείς της να αποκρυσταλλώσουν τη ρητορική εθελοθυσία τους σε κοινές πραγματιστικές πολιτικές αποφάσεις, ήτοι σε μία κατανομή ευθυνών, εργασιών,
προσφορών και απολαβών μέσα σ’ ένα μακρόχρονο και δεσμευτικό πρόγραμμα εθνικής επιβίωσης. Όσο περισσότερο η συζήτηση μετατοπίζεται προς την κατεύθυνση τέτοιων αποφάσεων, τόσο γρηγορότερα η μέθη ξεθυμαίνει για να επικρατήσει και πάλι η ατομική ή «κλαδική» λογική του παρασιτικού καταναλωτισμού. Ως συνδετικός ιστός και ως κοινός παρονομαστής απομένει έτσι μία γαλανόλευκος πομφόλυξ.
Το γεγονός, το οποίο περιπλέκει αφάνταστα τη σημερινή ελληνική κατάσταση, κάνοντάς τη να φαίνεται κατ’ αρχήν αδιέξοδη, είναι ότι η υπέρβαση του παρασιτικού καταναλωτισμού ειδικότερα και του κοινωνικού και ιστορικού παρασιτισμού γενικότερα, η εκλογίκευση της οικονομίας και της εθνικής προσπάθειας στο σύνολο της, δεν προσκρούουν απλώς στα οργανωμένα συμφέροντα μιας μειοψηφίας, η οποία στο κάτω-κάτω θα μπορούσε να παραμερισθεί με οποιαδήποτε μέσα και προ παντός με τη συμπαράσταση της μεγάλης πλειοψηφίας. Τα πράγματα είναι ακριβώς αντίστροφα. Η συντριπτική πλειοψηφία του ελληνικού λαού όλων των κοινωνικών στρωμάτων έχει εν τω μεταξύ συνυφάνει, κατά τρόπους κλασσικά απλούς ή απείρως ευρηματικούς, την ύπαρξη και τις απασχολήσεις της με τη νοοτροπία και με την πρακτική του παρασιτικού καταναλωτισμού και του κοινωνικού παρασιτισμού. Για να ακριβολογήσουμε, βέβαια, πρέπει να προσθέσουμε ότι σε σχέση με τη σύγχρονη Ελλάδα η έννοια του παρασιτισμού μόνον οξύμωρα μπορεί να χρησιμοποιηθεί: γιατί εδώ δεν πρόκειται για έναν λίγο-πολύ υγιή εθνικό κορμό, ο οποίος έχει αρκετές περισσές ικμάδες ώστε να τρέφει και μερικά παράσιτα ποσοτικώς αμελητέα, παρά για ένα πλαδαρό σώμα πού παρασιτεί ως σύνολο εις βάρος ολόκληρου του εαυτού του, ήτοι τρώει τις σάρκες του και συχνότατα και τα περιττώματα του. Οι κοινωνικές και ατομικές συμπεριφορές, πού ευδοκιμούν μοιραία σε τέτοιο μικροβιολογικό περιβάλλον, συμφυρόμενες με ζωτικότατα κατάλοιπα αιώνων ραγιαδισμού, βαλκανικού πατριαρχισμού και πελατειακού κοινοβουλευτισμού,αποτελούν την άκρα αντίθεση και τον κύριο φραγμό προς κάθε σύλληψη και λύση των προβλημάτων της εθνικής επιβίωσης πάνω σε βάση μακροπρόθεσμης και οργανωμένης συλλογικής προσπάθειας. Η σημερινή ψυχοπνευματική εξαθλίωση του ελληνικού λαού στο σύνολο του δεν νοείται ωστόσο εδώ με τη στενή σημασία των διαφόρων ηθικολόγων, παρά πρωταρχικά ως μέγεθος πολιτικό: έγκειται στην επίμονη και ιδιοτελή παραγνώριση της αδήριτης σχέσης πού υφίσταται ανάμεσα σε απόδοση και απόλαυση, και κατ’ επέκταση στην αδιαφορία απέναντι στην υπονόμευση του εθνικού μέλλοντος εξ αιτίας απολαύσεων μη καλυπτομένων από αντίστοιχη απόδοση.
Ως ελαφρυντικό πρέπει ίσως να θεωρήσει κανείς ότι οι πλείστοι Έλληνες δεν γνωρίζουν καν τι σημαίνει «απόδοση» με τη σύγχρονη έννοια και συχνά πιστεύουν ότι αποδίδουν μόνο και μόνο επειδή ιδροκοπούν, φωνασκούν και τρέχουν από το πρωί ως το βράδυ. Όμως αυτό ελάχιστα μεταβάλλει το πρακτικό αποτέλεσμα. Η δυσαρμονία απόλαυσης και απόδοσης ήταν ανεκτή όσο η απόλαυση ήταν γλίσχρα και όσο η απόδοση δεν μετριόταν πάντα με τα μέτρα των προηγμένων ανταγωνιστικών οικονομιών. Αλλά στις τελευταίες δεκαετίες μεταστράφηκαν και οι δύο αυτοί όροι: τα οικονομικά σύνορα έπεσαν, τουλάχιστον σ’ ό,τι άφορα το μέτρο της απόδοσης, εφ’ όσον δεν είναι δυνατό να αποτιμώνται με άλλο μέτρο απόδοσης τα (συνεχώς αυξανόμενα) εισαγόμενα και με άλλο τα εξαγόμενα, κι επομένως όποιος θέλει να εισαγάγει χωρίς να ξεπουληθεί πρέπει να εξαγάγει ίση απόδοση ? οι αντιλήψεις για το τι σημαίνει απόλαυση προσανατολίσθηκαν, πάλι, μαζικά στα πρότυπα των προηγμένων καταναλωτικών κοινωνιών, έτσι ώστε η απόσταση απ’ αυτά να γίνεται από τους πλείστους αισθητή ως στέρηση. Έτσι η διάσταση ανάμεσα σε απόλαυση και απόδοση έγινε εκρηκτική, με αποτέλεσμα τον τελευταίο καιρό να ξαναγίνουν επίκαιρες ορισμένες στοιχειώδεις οικονομικές αλήθειες πού η Ελλάδα νόμιζε ότι τις είχε ξεπεράσει με την απλή μέθοδο του δανεισμού. Με δεδομένες όμως τις νοοτροπίες και τις συμπεριφορές πού επισημάναμε παραπάνω, οι αλήθειες αυτές δεν επενέργησαν ως καταλύτης παραγωγικών ενεργειών, παρά μάλλον ως καταλύτης αντεγκλήσεων, η στειρότητα των οποίων επέτεινε τη συλλογική αμηχανία και αβουλία. Πράγματι, για όποιον δεν είναι εξ επαγγέλματος και ιδιοτελώς υποχρεωμένος (λ.χ. ως πολιτικός) να τρέφει και να διαδίδει ψευδαισθήσεις, είναι προφανές ότι η χώρα βυθίζεται στον κοινωνικό λήθαργο και στη συλλογική απραξία, ήτοι η κοινωνική πράξη έχει υποκατασταθεί από αντανακλαστικές κινήσεις: το νευρόσπαστο κινείται κι αυτό, όμως δεν πράττει. Η αίσθηση της αποσύνθεσης είναι γενική και δεσπόζει σε όλες τις συζητήσεις, ενώ η εξ ίσου διάχυτη δυσφορία εκτονώνεται όλο και ευκολότερα, όλο και συχνότερα σε προκλητική επιθετικότητα και σε επιδεικτική χυδαιότητα.
Η σημερινή κατάσταση του «πολιτικού κόσμου» δεν απέχει ουσιαστικά από τη γενική κατάσταση του περιούσιου λαού και αποτελεί επίσης ισχυρότατο εμπόδιο για την εκλογίκευση της εθνικής πολιτικής. Αν ο «πολιτικός κόσμος» κάποτε εμφανίζεται χειρότερος από τον «λαό», ενώ είναι απλώς ίδιος, ο λόγος είναι ότι ο «λαός» ή όσοι μιλούν εκάστοτε στο όνομά του έχουν ένα τακτικό πλεονέκτημα απέναντι στον «πολιτικό κόσμο»: μπορούν να τον αποκαλούν ανίκανο η διεφθαρμένο χωρίς να φοβούνται δυσάρεστες συνέπειες — απεναντίας μάλιστα, αποκτούν πολύτιμους και εξαργυρώσιμους τίτλους δημοσίων κηνσόρων. Αλίμονο όμως σ’ έναν κοινοβουλευτικό πολιτικό αν τολμήσει να αποκαλέσει τον δήμο ηλίθιο ή ιδιοτελή κι αδιάφορο για το εθνικό μέλλον? η σταδιοδρομία του σε μεγάλο βαθμό εξαρτάται από την ικανότητά του να εγκωμιάζει τις μεγάλες ψυχικές αρετές και την ευθυκρισία ή τουλάχιστον το αλάνθαστο ένστικτο «του λαού μας».Ωστόσο δεν έχουμε ενδείξεις για να υποθέσουμε ότι πολλοί Έλληνες πολιτικοί στις ημέρες μας αντιμετωπίζουν το δίλημμα της επιλογής μεταξύ παρρησίας και σταδιοδρομίας. Είναι οι ίδιοι, στη μέγιστη πλειοψηφία τους, τόσο ζυμωμένοι με τις διάφορες (όχι αναγκαία τις ίδιες πάντοτε) εκφάνσεις εκείνου πού συνιστά τη σημερινή ψυχοπνευματική εξαθλίωση του ελληνικού λαού, ώστε δεν χρειάζεται καν να κρύψουν μία περιφρόνηση, την οποία δεν έχουν αρκετό επίπεδο για να αισθανθούν μάλλον θαυμάζοντας τον λαό θαυμάζουν τον εαυτό τους ως ηγέτη του και μάλλον δείχνοντας κατανόηση προς τους άλλους επαιτούν επιείκεια γι’ αυτούς τους ίδιους.
Μεταξύ τους έχει άλλωστε εμπεδωθεί, αν όχι η ξεκάθαρη συνείδηση, πάντως η πρακτική του ότι αποτελούν κι αυτοί, όπως και όλες οι άλλες κοινωνικές ομάδες, κλάδο με ειδικά συμφέροντα, με μόνη τη διαφορά ότι ο κλάδος αυτός εξυπηρετεί τα ειδικά του συμφέροντα διαχειριζόμενος ή εκποιώντας τα γενικά συμφέροντα προς όφελος πολυπληθέστατων τρίτων. Η ακραία και oλεθριότερη περίπτωση αυτής της πρακτικής ήταν η ένταξη της χώρας στον δρόμο του παρασιτικού καταναλωτισμού και η εκσυγχρονισμένη εμπέδωση του κοινωνικού παρασιτισμού με αντάλλαγμα την εύνοια «του λαού», ήτοι τη νομή της εξουσίας. Ένας τέτοιος «πολιτικός κόσμος» δεν θα είναι ποτέ ικανός ως σύνολο να θέσει και να λύσει το πρόβλημα της εθνικής πολιτικής και της εθνικής επιβίωσης παρά μόνον ευκαιριακά και φραστικά. Είναι ο ίδιος όχι μόνο προαγωγός, αλλά και προϊόν του κοινωνικού παρασιτισμού, ανήμπορος ως εκ της φύσεώς του να αντιταχθεί στον «λαό», όταν ο «λαός» απαιτεί την εκποίηση του έθνους για να καταναλώσει περισσότερα και να εργασθεί λιγότερο. Πέρα απ’ αυτό, είναι ανίκανος να κάνει κάτι τι διαφορετικό απ’ ό,τι κάνει λόγω του επιπέδου και του ποιού του. Ότι ο σημερινός ελληνικός «πολιτικός κόσμος», κοινοβουλευτικός και εξωκοινοβουλευτικός, αποτελείται ως επί το πολύ από πρόσωπα ελαφρά έως φαιδρά, δεν αποτελεί καν κοινό μυστικό, αποτελεί πηγή δημόσιας θυμηδίας, συχνά με τη σύμπραξη των ίδιων των διακωμωδούμενων. Οι λίγοι, πού έχουν γνώση και συνείδηση, πού κάτι είχαν και κάτι διατηρούν μέσα στους ρηχούς, καριερίστες ή απλώς ψευτόμαγκες συναδέλφους τους, καταπίνουν κι αυτοί τη γλώσσα τους ή μιλούν με πρόσθετες περιστροφές όταν τα θέματα γίνονται οριακά για την πολιτική τους επιβίωση.
Η κομματικοποίηση των μεγάλων θεμάτων της εθνικής πολιτικής και η άγρια εσωτερική τους εκμετάλλευση είναι πασίγνωστη ήδη από το γεγονός ότι οι πάντες την επιρρίπτουν στους πάντες — διαιωνίζοντας την. Στο σημείο αυτό γίνεται εμφανέστατη η εθνική ανεπάρκεια τού ελληνικού «πολιτικού κόσμου» και συνάμα ο οργανικός του συγχρωτισμός με τη σημερινή κατάσταση της ελληνικής κοινωνίας, ο οποίος τον καθιστά ανίκανο να της αντιπαραταχθεί για να την καθοδηγήσει. Ο κατακερματισμός των αντιλήψεων για την ελληνική εθνική πολιτική, ο μικροπολιτικός της χειρισμός και η σύνδεση της με ζητήματα προσωπικού γοήτρου αντανακλούν τον κατακερματισμό του κοινωνικού σώματος, τον αποπροσανατολισμό του συνόλου λόγω του ιδιοτελούς και παρασιτικού προσανατολισμού των ατόμων και των ομάδων. Σ’ αυτό το πλαίσιο θα ήταν βέβαια μάταιο ν’ αναμένει κανείς από τους συγκαιρινούς Έλληνες διανοουμένους να δώσουν εκείνοι ό,τι αδυνατεί να δώσει ο κατά τεκμήριο αρμοδιότερος «πολιτικός κόσμος». Όχι μόνον επειδή οι ίδιοι είναι κατακερματισμένοι σε ομάδες επίσης κατακερματισμένες σε εν πολλοίς αυτιστικά άτομα, όχι μόνον επειδή η γενική τους μόρφωση θυμίζει ως προς το ποιόν και τη συγκρότησή της τον αεριτζίδικο και αυτοσχεδιαστικό χαρακτήρα της ελληνικής οικονομικής δραστηριότητας, όχι μόνον επειδή για τις παγκόσμιες πολιτικοοικονομικές εξελίξεις γνωρίζουν συνήθως ακόμα λιγότερα και από τα όσα επιφανειακά και ασυνάρτητα γράφονται στις ελληνικές εφημερίδες, αλλά και για έναν πρόσθετο λόγο: επειδή αντιλαμβάνονται την πολιτική με βάση φιλολογικές ή ηθικολογικές κατηγορίες και επιχειρούν πολιτικές αποφάνσεις στο επίπεδο των αντίστοιχων νερουλών γενικεύσεων.
Δεν είναι δύσκολο να αντιληφθεί κανείς ότι, από ψυχολογική άποψη, η ευρωπαϊκή πανάκεια αποτελεί μιαν ακόμη μεταμφίεση του όψιμου επιχώριου ευδαιμονισμού, ο οποίος ονειρεύεται ανεξάντλητες πηγές επιδοτήσεων και συνάμα την έμμεση τουλάχιστον διασφάλιση των συνόρων από ξένα όπλα, έτσι ώστε να κατοχυρωθεί από όλες τις πλευρές και να «την αράξει». Ωστόσο ακόμα και μία γνώση των διεθνών πραγμάτων τόσο ατελής, όσο αυτή πού συναντάται κατά κανόνα στην Ελλάδα, θα αρκούσε για να θεωρηθεί πρακτικά έωλη μία ουσιώδης προϋπόθεση της ευρωπαϊκής προοπτικής, δηλ. η πεποίθηση ότι η «Ευρώπη» θα αποτελέσει κάποτε, αν όχι μία πραγματική πολιτική ενότητα, πάντως ένα σύνολο κρατών ικανό να δρα σε κάθε περίπτωση ενιαία και αποφασιστικά ? τόσο η ένταση των πλανητικών ανταγωνισμών όσο και η όξυνση του προβλήματος της Ινδοευρωπαϊκής ηγεμονίας, ιδιαίτερα μετά τη γερμανική επανένωση, μάλλον τις κεντρόφυγες παρά τις κεντρομόλες δυνάμεις θα ενισχύσει στην ευρωπαϊκή ήπειρο, κι ας μη μιλήσουμε καθόλου για την επικείμενη διεύρυνση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας ή για τις μελλοντικές εξελίξεις στην ανατολική Ευρώπη. Οι τριγμοί πού ακούγονται στα θεμέλια του ευρωπαϊκού πολιτικού συστήματος, καθώς στις μεγαλύτερες ευρωπαϊκές χώρες το κύρος των κατεστημένων κομμάτων καταπίπτει, ενώ νέα ανέρχονται, η διαγραφόμενη για το άμεσο μέλλον οικονομική στασιμότητα και η συνεπόμενη στενότητα των πόρων οι οικολογικές και πληθυσμιακές αναταραχές: όλα αυτά, μαζί και με άλλα, θα ρίξουν το κάθε έθνος πίσω στις δικές του δυνάμεις, καθώς είναι ευκολότερο να συμμετέχουν όλοι στην κοινή ευημερία παρά ο ένας να βαστάζει τα βάρη του άλλου. Στην περίπτωση αυτή, στους κόλπους της «Ευρώπης» μάλλον θα είχαμε έναν συνασπισμό των ισχυρών με σκοπό ν’ απαλλαγούν από τους αδύνατους ή ανίκανους παρά την αδελφική διανομή προς ανακούφιση όσων ολιγώρησαν ή υστέρησαν.
Ώστε η «ευρωπαϊκή ένταξη» διόλου δεν θα λύσει τα μεγάλα προβλήματα της ελληνικής εθνικής πολιτικής κατά τον ευθύγραμμο τρόπο πού φαντάζονται πολλοί Έλληνες «ευρωπαϊστές», ποζάροντας από τώρα ως ξεσκολισμένοι και υπερώριμοι «Ευρωπαίοι». Όμως επίσης δεν θα τα έλυνε μία ελληνοκεντρική αναδίπλωση, η οποία ναι μεν είναι χρήσιμη για να θυμάται κανείς που και που ότι σε τελευταία ανάλυση πρέπει να σταθεί στα δικά του τα πόδια, εφ’ όσον ούτε από το πετσί του μπορεί να βγει, ωστόσο καθίσταται επιζήμια όταν ως πρόταση συνάπτεται με διάφορες ανιστόρητες ανοησίες πού αντιπαραθέτουν στην «πνευματική» Ανατολή την «υλόφρονα» Δύση κτλ. Τέτοιες αντιλήψεις μπορούν να χρησιμεύσουν μονάχα ως ιδεολογικές υπεραναπληρώσεις λαών συχνά ταπεινωμένων και με ελάχιστη συνεισφορά στον σύγχρονο πολιτισμό, δεν προσφέρονται όμως ως πυξίδα μιας εθνικής πολιτικής πάνω στον σημερινό πλανήτη. Γιατί, θέτοντας στο επίκεντρο ηθικά ή μεταφυσικά μεγέθη, φενακίζουν τα πνεύματα, καθώς επικαλύπτουν κάτω από διανοουμενίστικες αοριστολογίες την καθοριστική σημασία της μεθόδου του οικονομείν για μία σύγχρονη κοινωνία και τους υπαρξιακούς κινδύνους μιας ουσιώδους ολιγωρίας στο σημείο αυτό. Εδώ πρέπει να υπογραμμισθεί ότι η συνήθης αντιπαράθεση των εκσυγχρονιστικών τάσεων προς την καλλιέργεια της εθνικής παράδοσης είναι απλουστευτική και παραπλανητική.
Μονάχα η ευόδωση της εκσυγχρονιστικής προσπάθειας επιτρέπει την επιτυχή άμιλλα με άλλα έθνη και έτσι χαρίζει την αυτοπεποίθηση εκείνη, η οποία επιτρέπει την απροβλημάτιστη αναστροφή με την εθνική παράδοση και καθιστά ψυχολογικά περιττό τον πιθηκισμό. Αντίθετα, η ανικανότητα ενός έθνους να συναγωνισθεί τα άλλα σε ό,τι σήμερα — καλώς η κακώς — θεωρείται κεντρικό πεδίο της κοινωνικής δραστηριότητας θέτει σε κίνηση έναν διπλό υπεραναπληρωτικό μηχανισμό: τον πιθηκισμό ως προσπάθεια να υποκαταστήσεις με επιφάσεις ό,τι δεν κατέχεις ως ουσία και την παραδοσιολατρία ως αντιστάθμισμα του πιθηκισμού. Απ’ αυτή την άποψη, ο πτωχοπροδρομικός ελληνοκεντρισμός και ο κοσμοπολίτικος πιθηκισμός αποτελούν μεγέθη συμμετρικά και συναφή, όσο κι αν φαινομενικά εκπροσωπούν δύο κόσμους εχθρικούς μεταξύ τους. Μονάχα ο εκσυγχρονισμός στη βάση μιας μακρόπνοης εθνικής πολιτικής και εθνικής ανανέωσης θα δημιουργήσει συνθήκες ψυχικής υγείας, έτσι ώστε και η αναγκαιότητα του εκσυγχρονισμού (στη μορφή της τεχνικής-οικονομικής ορθολογικότητας) να καταφάσκεται και η στενότητα της παράδοσης να γίνεται αισθητή, και οι επικίνδυνες αντινομίες του σύγχρονου κόσμου να διαπιστώνονται ψύχραιμα και η εθνική παράδοση να βιώνεται δίχως συμπλέγματα κατωτερότητας ή ανωτερότητας.
Και η τελευταία τάση, για την οποία θα μιλήσουμε ακροθιγώς σε σχέση με την ελληνική εθνική πολιτική, δεν διαθέτει κάποιον αξιόλογο και μαζικό πολιτικό φορέα, αλλά είναι μάλλον διάχυτη, όπως και η προηγούμενη. Απλώνεται σε διάφορους βαθμούς ασάφειας κυρίως μέσα στον χώρο της ευρύτερης αριστεράς, μολονότι κάποτε συνοδοιπορεί με την πολιτική της ευρωπαϊκής ένταξης, αν και εφ’ όσον απ’ αυτήν αναμένεται η άμβλυνση των εθνικισμών και η προαγωγή της ειρήνης ή της συναδέλφωσης μεταξύ των λαών μέσω της απάλειψης των συνόρων, της καθολικής εφαρμογής των ανθρωπίνων δικαιωμάτων κτλ. κτλ. Τέτοιοι, κατά βάθος απολιτικοί, ευσεβείς πόθοι αποτελούν κατ’ ουσία την αριστερή εκδοχή ή παραλλαγή του μαζικο-δημοκρατικού ευδαιμονισμού,ο οποίος ονειρεύεται μία κατάσταση, όπου συλλογικές προσπάθειες και συλλογικές θυσίες θα είναι περιττές, και την απροθυμία του γι’ αυτές την ντύνει με ψευτοηθικές δεοντολογίες. Μετά την κατάρρευση του κομμουνιστικού κινήματος, οι παρεμφερείς αντιλήψεις εκπληρώνουν μία πρόσθετη ψυχολογική λειτουργία.
Πολλοί, των οποίων οι ελπίδες, οι διαγνώσεις και οι προγνώσεις διαψεύσθηκαν παταγωδώς και οι οποίοι τώρα δεν έχουν αρκετή αξιοπρέπεια για να σωπάσουν και να αναρωτηθούν μήπως είναι ανίκανοι να καταλάβουν τι γίνεται στον κόσμο, παρά αντίθετα συνεχίζουν απτόητοι τη φιλόδοξη πολιτική ή συγγραφική τους σταδιοδρομία επικαλούμενοι την ακατάλυτη πίστη τους στο «μέλλον του άνθρωπου» και στην «πρόοδο» — πολλοί τέτοιοι, λοιπόν, ζητούν σήμερα υποκατάστατα των παλαιών ορθόδοξων σοσιαλιστικών ουτοπιών σε θολούς ειρηνισμούς και σε οικουμενιστικές ηθικολογίες. Νομίζουν ότι με τον τονισμό του μεγάλου κοινού ανθρωπιστικού παρονομαστή και με την υπόμνηση του πάντα αδιάπτωτου ανθρωπιστικού τους φρονήματος θα ρίξουν μία γέφυρα ανάμεσα στις χθεσινές και στις σημερινές τους τοποθετήσεις, σβήνοντας έτσι από τη μνήμη των άλλων τις πολιτικές τους γκάφες και διασκεδάζοντας τις εύλογες αμφιβολίες, ως προς τις πνευματικές τους ικανότητες σ’ ό,τι αφορά στη σύλληψη πολιτικών καταστάσεων. Ο κόπος τους φαίνεται ωστόσο να πηγαίνει χαμένος. Γιατί και τα καινούργια τους θεολογούμενα απέχουν, το ίδιο όπως και τα παλιά, παρασάγγες από τις κινητήριες δυνάμεις της σύγχρονης πλανητικής ιστορίας και από τον χαρακτήρα της πολιτικής. Είναι πολιτικά νήπιος όποιος αναφέρεται στις δήθεν γενικές σύγχρονες τάσεις για υπέρβαση του εθνικού κράτους και για τη βαθμιαία πτώση των συνόρων, αποσιωπώντας ότι είναι δύο πολύ διαφορετικά πράγματα να περνούν τα σύνορα σου στρατιές τουριστών και να τα περνούν τα στρατεύματα ενός γειτονικού κράτους. Και εξ ίσου πολιτικά νήπιοι είναι όσοι φαντάζονται ότι τα «ανθρώπινα δικαιώματα» μπορούν ν’ αποτελέσουν αμετακίνητο κριτήριο για την άσκηση εθνικής πολιτικής, παραγνωρίζοντας τη συγκεκριμένη επήρεια και χρήση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων σε κάθε πολιτική συγκυρία.
Ας επαναλάβουμε, κλείνοντας, ότι σκοπός των σύντομων αυτών παρατηρήσεων δεν ήταν, ούτε μπορούσε να είναι, η διατύπωση συγκεκριμένων προτάσεων πάνω στα συγκεκριμένα προβλήματα πού αντιμετωπίζει σήμερα η ελληνική εξωτερική πολιτική. Θελήσαμε να τονίσουμε την απλή και στοιχειώδη αλήθεια, ότι μία τελεσφόρα και μακρόπνοη εθνική πολιτική μπορεί ν’ απορρεύσει μονάχα από μιαν ακμαία εθνική οντότητα ως conditio sine qua non. Το τι θα κάμει στα επί μέρους όποιος διαθέτει την απαραίτητη τούτη προϋπόθεση εξαρτάται από τον εκάστοτε διεθνή συσχετισμό δυνάμεων, από τις εκάστοτε ανάγκες και επιδιώξεις του. Για να περπατήσει κανείς πρέπει πρώτα-πρώτα να έχει πόδια, το που, πώς και πότε θα πάει, δεν το ξέρει πάντοτε εκ των προτέρων και δεν το καθορίζει πάντοτε ο ίδιος. Συχνότατα η σημερινή ελληνική εθνική πολιτική θυμίζει κάποιον ο οποίος δεν ανησυχεί γιατί δεν έχει πόδια, πιστεύοντας ότι στην κρίσιμη στιγμή θα του φυτρώσουν φτερά. Η στάση αυτή δεν προμηνύει τίποτε καλό. Πράγματι, μία νηφάλια εκτίμηση μάλλον θα κατέληγε στο πόρισμα ότι είναι άκρως αμφίβολο αν η Ελλάδα θα μπει στον επίπονο και τραχύ δρόμο της εσωτερικής ανόρθωσης, πού μόνος θα της έδινε τις προϋποθέσεις για την άσκηση εθνικής πολιτικής ικανής ν’ αντεπεξέλθει στις εξαιρετικά δυσχερείς συνθήκες της σημερινής πλανητικής συγκυρίας. Μάλλον θα συνεχίσει να αιωρείται αμήχανα μεταξύ ευρωπαϊκών ελπίδων και υπεραναπληρωτικού νευρωτικού εθνικισμού, ανήκοντας στην Ευρώπη με τον πιθηκισμό της και στα Βαλκάνια με ό,τι γνησιότερο έχει: τη μιζέρια και τον επαρχιωτισμό της.
Αυτό επιβάλλεται να πει όποιος επιχειρεί σήμερα μία διάγνωση πέρα από επιθυμίες και φόβους, συμπάθειες και αντιπάθειες. Ούτε αγνοώ ούτε λησμονώ τις άκρως τιμητικές ατομικές εξαιρέσεις έναντι των κανόνων πού διέπουν τη λειτουργία της σημερινής ελληνικής κοινωνίας. Όμως οι εξαιρέσεις δεν μπορούν ν’ αποτελέσουν το αντικείμενο μιας σύντομης κοινωνιολογικής και πολιτικής ανάλυσης, όταν οι κανόνες είναι τόσο εξόφθαλμοι και τόσο επαχθείς. Πολλοί ίσως βρουν υπερβολικά καυστικές διάφορες εκφράσεις απ’ όσες χρησιμοποιήθηκαν στην παραπάνω περιγραφή. Θα είναι ασφαλώς εκείνοι πού ακόμα δεν κατάλαβαν ότι στην Ελλάδα δεν υπάρχουν πια περιθώρια για μισόλογα και διακριτικούς υπαινιγμούς.




Ενδιαφέρουσα συνέντευξη (στον Σ. Τσακνιά) που εμφανίστηκε στο περιοδικό "Διαβάζω" το 4/1998, ο συγγραφέας αναφέρεται στη πολιτική ανάλυση και την εξέλιξη της αναλύτικής του θεώρησης.


Τι καλά να το διάβαζαν και κατόπιν να το λάμβαναν σοβαρά υπ'όψη οι ηγέτες του πολιτικο-διοικητικού κατεστημένου στην Ελλάδα του σήμερα.
Το παραπάνω εγείρει δύο σημαντικές δυσκολίες:

α) από τους πολιτικούς που θυμούνται την ανάγνωση, πόσοι θα ασχολήθούν, όταν ο χρόνος τους μπορεί να επενδυθεί (καλύτερα) στο να αερολογούν σε τηλε-κανάλια, πίνοντας καφέ στα πέριξ της Βουλής, ή ξεφυλλίζοντας  την κομματική εφημερίδα με τις ωραίες φωτό ωραίων κυρίων;
β) "άσε με τώρα, λες και δε είχα καλύτερη δουλειά να κάνω..."

Thursday, 18 September 2014

Made in Greece and Very Cool -- I Kid You Not!!

 Ο γώστός, φίλτατος, αγαπητός και απόλυτα εξαιρετικός Άγης έχει πολύ καλές ιδέες για τις e-αγορές μας, για portable giga-storage  κ.α.

Made in Greece, δε κάνω πλάκα...

Τι κοινό έχουν τα success stories, πέρα του ότι οφείλονται σε εργατικούς, εμπνευσμένους και θετικούς ανθρώπους;
έχουν πολύ μικρή σχέση με και εξάρτηση από, το Ελληνικό γκουβέρνο!

"Διαμάντια στα αποκαΐδια


Του Άγη Βερούτη

Σήμερα γράφω για κάτι που δεν έχω ξαναγράψει ποτέ. Για κάποιες ελληνικές εταιρείες άξιες θαυμασμού.

Πριν λίγες ημέρες έτυχα σε μια συζήτηση για το πόσο καλές υπηρεσίες εξυπηρέτησης πελατών έχουν κάποιες γνωστές ξένες εταιρίες διαδικτυακού εμπορίου, και πόσο κακές έχουν οι ελληνικές σε σύγκριση με τις πρώτες. Αυτό λέγω πως είναι απλά ανακρίβεια, για να μη πω πως είναι ψέμα.

Φυσικά ανέβασα πίεση, καθώς είναι γνωστό το πόσο αντίξοες είναι οι συνθήκες στις οποίες πρέπει να επιβιώσουν οι ελληνικές εταιρείες, αλλά και πάλι αυτό δεν είναι επαρκής δικαιολογία για κακή εξυπηρέτηση των πελατών τους από κανέναν.

Στην πραγματικότητα, παρά την κρίση, παρά την έλλειψη χρηματοδότησης από τις τράπεζες, παρά τα εμπόδια που βάζει το αδηφάγο ελληνικό κράτος, υπάρχουν στην Ελλάδα εταιρείες διαμάντια! Ελληνικές εταιρείες με δυνατότητα να ανταγωνιστούν οποιοδήποτε παγκόσμιο κολοσσό και να βγουν καλύτερες!

Δεν γράφω λοιπόν κάποια success stories για το πόσο καλά είναι τα πράγματα στην Ελλάδα, αλλά για το μεράκι και την τεχνογνωσία, την προσπάθεια, το μόχθο και τελικά το εξαιρετικό αποτέλεσμα που αυτές οι Ελληνικές εταιρείες φέρνουν.

Ένα πασίγνωστο τέτοιο παράδειγμα είναι η εταιρία καλλυντικών Κορρές, που εξάγει σε δεκάδες χώρες και έχει πελατολόγιο που ζηλεύουν οι μεγαλύτερες πολυεθνικές. Άλλη επίσης πασίγνωστη εταιρεία με εξαιρετική θέση στην παγκόσμια αγορά είναι η Follie-Follie, με καταστήματα στην Ευρώπη, την Ασία και την Αμερική, και πωλήσεις απλά παντού!

Όσον αφορά όμως την διαδικτυακή πώληση, το μυαλό μου πήγε αμέσως στην www.myshoe.gr, που ψάχνοντας λίγο έμαθα ότι είναι νούμερο 5 διαδικτυακό κατάστημα στην Ελλάδα σε μέγεθος πωλήσεων, αλλά είναι το μεγαλύτερο αμιγώς διαδικτυακό, χωρίς τεράστιες υπεραγορές σε όλες τις μεγάλες πόλεις.

Η εμπειρία μου ως πελάτης τους με κάνει να αναφέρω την myshoe. Αγοράζοντας παπούτσια εδώ και 3 χρόνια από εκεί για τα παιδιά μου και για εμένα, έχω επιλογή από χιλιάδες προϊόντα που δεν χωράνε σε κανένα μαγαζί, σε 2 μέρες έχω τα παπούτσια στο γραφείο μου χωρίς να πληρώσω για τον κούριερ ενώ οι ξένοι σχεδόν πάντα θα με χρεώσουν μεταφορικά, πληρώνω με αντικαταβολή ενώ κανένα eshop του εξωτερικού δεν μου στέλνει παπούτσια αν δεν χρεώσουν την πιστωτική μου κάρτα, και αν δεν μου αρέσει κάτι το στέλνω πίσω για να πάρω άλλο ή τα χρήματά μου, πάλι χωρίς να πληρώσω τον κούριερ!

Αν αυτό δεν είναι εξυπηρέτηση πελατών, τότε δεν ξέρω τί είναι παρά το γεγονός ότι έζησα σχεδόν 20 χρόνια της ζωής μου στο “βασίλειο” της εξυπηρέτησης πελατών, τις ΗΠΑ...

Είχα ακούσει για βραβεία που είχαν πάρει, οπότε το πρωί έκανα ένα τηλεφώνημα στην εταιρεία, και ένας ευγενέστατος κύριος μου έστειλε πληροφορίες για 4 Ελληνικά και Διεθνή βραβεία που έχουν πάρει σε ισάριθμα χρόνια και μου έστειλε, όπως του ζήτησα, μια φωτογραφία από τις αποθήκες τους που τράβηξε ο ίδιος για μένα με το κινητό του, όπου έχουν εκατοντάδες χιλιάδες παπούτσια. Βέβαια όπως ανακάλυψα δεν είναι καινούργια εταιρεία, αλλά μετράει 60 χρόνια και 3 γενιές, με 400.000 πελάτες στην Ελλάδα και στην Κύπρο.


Δεν θα μπω σε περισσότερες λεπτομέρειες, αλλά μόνο θα πω ό,τι μου είπε ο άνθρωπος που μίλησα: Ο στόχος τους είναι να έχει κάθε πελάτης τους, είτε μένει σε μεγάλη πόλη είτε σε μικρό χωριουδάκι, τη δυνατότητα να αγοράσει τα παπούτσια του από μια τεράστια επιλογή, με κόστος μικρότερο από όσο έχει ξανά ποτέ αγοράσει παπούτσια, και χωρίς να χρειαστεί να περιμένει.

Στο τέλος της κουβέντας μας ανακάλυψα ότι ο κύριος που μίλησα είναι ο 34χρονος ιδιοκτήτης της εταιρείας Νικόλας Μίνογλου!

Ένας φίλος, ο Βαγγέλης Αχιλλόπουλος, πριν 2 μήνες ξεκίνησε ένα startup, με χρήματα 100.000 ευρώ από venture capital. Δουλεύοντας σκληρά 16 ώρες την ημέρα 4 ομάδες των 12 ανθρώπων, όλοι Έλληνες μηχανικοί, έφτιαξαν την καλύτερη συσκευή αποθήκευσης ψηφιακής κινηματογράφησης στον κόσμο: το “Thunderpack”, με δυνατότητα αποθήκευσης 40 Terrabytes υψηλής ποιότητας ψηφιακού φιλμ και εργαλεία επεξεργασίας εικόνας, με αυτονομία 8 ωρών. Όλο αυτό είναι συμπιεσμένο σε ένα βαλιτσάκι 23 κιλών, που χωράει στο αεροπλάνο και μεταφέρεται οπουδήποτε γίνονται γυρίσματα ταινιών στον κόσμο. Πελάτες του θα είναι οι μεγαλύτερες εταιρείες παραγωγής ταινιών του Χόλιγουντ και του υπόλοιπου κόσμου.
Made in Greece φίλε!
Made in Greece!

Για να μην γρινιάζουμε λοιπόν ότι υπάρχουν μόνο κακές εταιρίες στην Ελλαδίτσα μας της κρίσης και να μην νομίζουμε ότι η χλόη είναι πιο πράσινη από την άλλη πλευρά του φράχτη.

Ναι, όντως επιχειρηματικά ή Ελλάδα έχει περάσει από την κόλαση του Δάντη, αλλά συνεχίζουμε να παράγουμε διαμάντια μέσα στα αποκαΐδια, για κανέναν άλλο λόγο παρά γιατί μπορούμε!

Έτσι."


Πηγή:www.capital.gr

Wednesday, 6 August 2014

Δεν Δόθηκε Πότέ Στον Έλληνα Πεδίο Υγιούς Οικονομίας...

Από to άρθρο "Κρεμάστε Εναν Ιδιοκτήτη" του Κου Ανδρέα Ζαμπούκα στο Capital, παραθέτω μια παράγραφο που εξηγεί τη πεμπτουσία των όσων υφίστανται όλοι όσοι προσπαθούν να ευδοκιμήσουν ΕΚΤΟΣ Δημοσίου στην Ελλάδα.

Είναι εξαιρετικό -- το πως πέτυχε να τα πει όλα σε μία πρόταση: "Εδώ και δύο αιώνες, δεν δόθηκε ποτέ στον Έλληνα, ένα πεδίο υγιούς οικονομίας για να εμπιστευτεί την προσωπική του ευδοκίμηση..."
Συμπληρώνω εγώ: εξ 'ου και ανάτρεξε και ανατρέχει σε άλλες, ανορθόδοξες οδούς για να προκόψει. Και η ανορθοδοξία (λαμογιά) έγινε ο κανόνας}


Ιδού η παράγραφος:
"Εδώ και δύο αιώνες, δεν δόθηκε ποτέ στον Έλληνα, ένα πεδίο υγιούς οικονομίας για να εμπιστευτεί την προσωπική του ευδοκίμηση. Απλά, η χώρα μοιράστηκε σε «φιλέτα» και  «ξεροκόμματα» για να μείνουν όλοι ικανοποιημένοι. Αυτό δεν ήταν καπιταλισμός αλλά  ένα τριτοκοσμικό παζάρι μικροσυμφερόντων. Το όνειρο κάθε επαρχιώτη ήταν για δεκαετίες, πότε θα έρθει στην Αθήνα να διοριστεί στο δημόσιο, να χτίσει σιγά σιγά τριώροφο για την οικογένεια  και αυθαίρετο στη Λούτσα για εξοχικό... Κανείς δεν του έδωσε τη δυνατότητα να επενδύσει τον κόπο του στην ανάπτυξη του δικού του τόπου. Κανείς δεν βοήθησε στην εκβιομηχάνιση, στην αστικοποίηση, στην εξαγωγική ανάπτυξη της περιφέρειας. Κανείς δεν καλλιέργησε την κουλτούρα συλλογικής διάθεσης της ιδιοκτησίας προς όφελος του συνόλου (συμμετοχή σε εταιρείες, σε υγιείς συνεταιρισμούς, σε μεταποίηση και εμπόριο). Και όποτε αυτό δοκιμάστηκε, για τα μάτια του κόσμου, απέτυχε εξαιτίας του άθλιου κομματικού κράτους που διέλυε τα πάντα πριν ακόμα, τα δημιουργήσει."
Ευχαριστώ, κε Ζαμπούκα

 Η ελπίδα είναι να δουν τα παιδιά μας το άρθρο αυτό και άλλα παρόμοια και να καταλάβουν, μήπως ξεφύγουν...

Thursday, 17 July 2014

Έχασα τον φίλο μου...

Δεν θα πάμε παρέα διακοπές τον επόμενο μήνα, δεν θα κάνουμε πρωτοχρονιά μαζί, δεν θα έρθει στα γενέθλιά του, δεν θα παίζει angry bird στο ipod με τον Χρήστο, δεν θα συζητήσουμε για το ζώο στην ομάδα του που τεμπελιάζει στη και μιλά άσχημα στους επισκέπτες του μουσείου, δεν θα πίνουμε παρέα, δεν θα συζητάμε τη Νένη-σίφουνα που σκαλίζει ακατάπαυστα την οθόνη της... Και πολλά άλλα δεν --
Ο Γιώργος με το γλυκούτσικο παλιο-βρωμο-γατάκι που έτρωγε συνέχεια και με ξυπνούσε κάθε μέρα στις 06:00 για να ξαναφάει...

"...ἀλλὰ γὰρ ἤδη ὥρα ἀπιέναι, ἐμοὶ μὲν ἀποθανουμένῳ, ὑμῖν δὲ βιωσομένοις· ὁπότεροι δὲ ἡμῶν ἔρχονται ἐπὶ ἄμεινον πρᾶγμα, ἄδηλον παντὶ πλὴν ἢ τῷ θεῷ." (Απολογία Σωκράτους - το τέλος)

"..ήλθε όμως η ώρα να πηγαίνουμε σε διαφορετικούς δρόμους· εγώ για να πεθάνω, εσείς για να ζήσετε. Ποιος από μας πηγαίνει στο καλύτερο κανείς δεν το γνωρίζει ― μόνον ο θεός."
Αγγλιστί:

"...but the hour of departure has arrived, and we go our separate ways, I to die, and you to live. Which of these two is better only God knows."









* Κάποια στιγμή θα βρω τρόπο να υμνήσω όλους τους ανθρώπους του Cochin και St Anne που μας περιέθαλψαν, την Νένη κι'εμένα και μας στήριξαν με την ανθρώπινη παρουσία τους και μας πρόσφεραν συμπόνια με απόλυτη αξιοπρέπεια και ειλικρίνεια...

Friday, 27 June 2014

Όσο συνεχίζουμε να πιστεύουμε ότι το Ελληνικό πολιτικό-συνδικαλιστικό κατεστημμένο βλέπει τη χώρα σαν Κράτος...

...και όχι σαν μαγαζί που στήθηκε για να κονομήσουν, ΔΕΝ θα καταλαβαίνουμε γιατί το προφανές σε ΟΛΟΥΣ τους άλλους, νοήμωνες και μη, ΔΙΑΦΕΥΓΕΙ στο πολιτικο-συνδικαλιστικό κατεστημμένο της σημερινής Ελλάδας.

Και θα αναρωτιόμαστε, όπως ο κος Κράλογλου σε άλλο ένα από τα ενδιαφέρονται, περιεκτικά και σωστά στοχευμένα άρθρα: "μα δεν το καταλαβαίνουν ότι κάνουν μ@λ@κίες; Εϊναι δυνατό, να είναι ΟΛΟΙ ζώα, στόκοι, ηλίθιοι;"
Στατιστικώς απίθανο, πράγματι.

Παραθέτω μία από τις πολλές και ενδιαφέρουσες απαντήσεις στο άρθρο αυτό (που πραγματεύεται τη μείωση των εξαγωγών τους τελευταίους μήνες λόγω της κεφαλαίων κίνησης και επένδυσης).

Σχόλιο:
"Συμμερίζομαι τις απόψεις του κου Κράλογλου και των όσων απαντησαν, αλλά πιστεύω ότι όλοι στηρίζονται σε λανθασμένη παραδοχή: ότι στη σύγχρονη Ελλάδα το "ΚΡΑΤΟΣ" έχει στόχο τη βελτίωση των πραγμάτων -- οικονομικά, κοινωνικά, κ.α.
Εγώ δεν πιστεύω ότι τούτου ισχύει, ούτε οι έχοντες πολιτική δύναμη ή οι επιρρεάζοντες τους πολιτικούς, έχουν αυτό το στόχο. Πιστεύω -- και οι ενδείξεις φαίνονται σαφείς -- ότι στόχος είναι η κονόμα.

Τώρα να μιλάμε για εξαγωγές κλπ.... πολύ δύσκολος και επίφοβος τρόπος να βγάλεις χρήμα: να βγάλεις το χρήμα που είναι ήδη στο συρτάρι, να το δώσεις σε κάποιον "επιχειρηματία" (και που τον ξέρω αυτόν; μήπως δεν είναι δικός μας;) ο οποίος θα επενδύσει το χρήμα, να παράξει κάτι, να το πουλήσει, για να σου απιστρέψει ΠΙΟ ΠΟΛΥ χρήμα στο συρτάρι... Ουουουουο. Κόπωση. Γιατί να κουραζόμαστε: ας βολευτούμε με ο,τι έχει το συρτάρι τώρα!
Παρ'αυτα, ΔΕΝ πιστεύω ότι οι πολιτικοί + συνδικάλες κλπ λαμόγια θέλουν το κακό κανενός, απλά ΔΕΝ εχουν στόχο το καλό κανενός εκτός του δικού τους "δεβλετίου"...
Εξ'ου και δεν κόβουν ΟΛΟ το μισθό ή ΟΛΗ τη σύνταξη... Τουλάχιστο όχι ακόμα."
_____

Το μόνο που μένει είναι να βρεθεί ο τρόπος να είμαστε ΟΛΟΙ μέρος του Ελληνικού πολιτικο-συνδικαλιστικού κατεστημμένου.

Για να πεινάσουμε παρέα...

Wednesday, 25 June 2014

Ελλάς 2 - Ακτή Ελεφαντοστούν 1 -- Αξιοπρεπείς, ωραίοι, νεο-Ελληνες: οχι Διότι κέρδισαν, αλλά για το πως κέρδισαν.

Η Ελλάδα πρωτοσέλιδο πάλι!

Αυτή τη φορά, στο ποδόσφαιρο: Από την ηττοπάθεια του πρώτου αγώνα σε νίκη στον τρίτο αγώνα:
Γκολ, 2-1. 20 δευτερόλεπτα πριν την λήξη του αγώνα.
Βέβαια είναι ωραίο να κυττάμε τα γκολ και να βλέπουμε νίκη της ομάδας μας και να γνωρίζουμε ότι με αυτή τη νίκη περνάμε στον επόμενο γύρο του Παγκοσμίου Κυπέλλου μάλιστα, για πρώτη φορά στην ιστορία μας...κλπ.



Είναι επίσης ωραίο να προσέξουμε και μία άλλν πτυχή του αγώνα:

ΕΛΛΑΣ                                                                 Α Ε
Φάουλ                                13                                                                        23
Κίτρινες κάρτες                  0                                                                         3

Και οι δύο ομάδες ήταν κόσμιες χθες... έχω δει άλλα παιχνίδια όπου μόνο η Ελληνική πλευρά ήταν πολιτισμένη - όχι μόνο όταν κυττούσε ο διαιτητής, αλλά και όταν δεν κυττούσε. Και ας έβριζε από μέσα του (στα ελληνικά) ο γνωστός Ελληνας διεθνής!

Θεωρώ όταν εν πολλοίς, η Ελληνική ομάδα έχει ταπεινοφροσύνη, που ήταν και είναι η μεγάλη της δύναμη εδώ και 10 χρόνια .Όπως τότε, το 2004, ένας από τους παικτες ρωτήθηκε μετά από νίκη στους 16 του Euro "πάμε για κύπελλο;" και απάντησε "Μα τι λέτε τώρα, ποιό κύπελλο. Απλά έχουμε τη τύχη να παίξουμε άλλο έναν αγώνα. Πρέπει να προετοιμαστούμε για αυτό τον αγώνα..." Και ως γνωστόν, πήρε το κύπελλο.

Είναι ωραίο λοιπόν να πανηγυρίζεις μια νίκη στα γκολ, είναι ακόμη πιο ωραίο να πανηγυρίζεις άλλη μία βραδυά όπου οι Ελληνες παίκτες δείχνουν ήθος, ηρεμία (όσο γίνεται!) και πολιτσμό. Τα τελευταία χρόνια, η εθνική ομάδα της Ελλάδας έχει βάλει πολλά γκολ στον αγώνα της συμπεριφοράς στο γήπεδο!
___________


Και ένα τελευταίο: συνήθως, αυτοί οι παίκτες ο,τι μπορούν κάνουν. Όπως λέει και ο προπονητής τους, "δεν είμαστε η χειρότερη ομάδα όταν χάνουμε, ούτε η καλύτερη όταν κερδίζουμε...". Αλλά προσπαθούν και, καμμιά φορά, όταν η ψυχολογία είναι σωστή, κάνουν την υπέρβαση.

Να μπορούσαν και άλλοι στην Ελλάδα, ιδίως αυτοί με πολιτική δύναμη να παρουν λίγο παράδειγμα από τους ανθρώπους αυτούς!

Αλλά βέβαια, να μου πεις, οι ποδοσφαιριστές μπορεί να κλωτσάν μόνο μία μπάλλα, αλλά έχουν κάποια εργασιακή εμπειρία τη πλάτη τους... ενώ οι πολιτικοί της Ελλάδας αποφέυγουν κάθε εργασιακή εμπειρία με εξέχουσα επιτυχία, χρόνια τώρα.

Δηλαδή, μια Εθνική εβδομάδα, αποτελούμενη από Ελληνες πολιτικούς θα εύρισκε δικαιολογία να ΜΗ παίξει σε κάθε αγώνα... "που να τρέχεις τώρα. Κόπωση!"

Tuesday, 24 June 2014

Παιδεία Δεν Υπάρχει Στην Ελλάδα... Αλλά Υπάρχει Μίμησης Παιδείας, Ασήμαντη και Ποταπή

Το άρθρο του αγαπητού Άγη Βερούτη ο οποίος, προς τιμήν της Ελληνικής "παιδείας", συζητάει από την οπτική γωνία υπαρκτής παιδείας στην Ελλάδα η οποία, λέει είναι "πίσω"...

 Εγώ πιστεύω ότι ΔΕΝ έχουμε καλώς νοουμένη παιδεία, αλλά μίμηση αυτής. Δηλαδή, σα να λέμε ότι θα κρινουμε όχημα εσωτερικής καύσης: το δικό μας όχημα, νεο-Ελληνικού τύπου  δεν είναι αυτοκίνητο (έστω με κακοτεχνίες) αλλά καρότσι με ηλεκτρικό κινητήρα που πάει στη πρίζα... άσχετο δηλαδή προς το

 

Η Παιδεία μας είναι 200 χρόνια πίσω


Του Άγη Βερούτη

Η Παιδεία μας τιμωρεί την κριτική σκέψη και προκρίνει την απομνημόνευση, όταν με το google τα βρίσκεις όλα σε 1".

Όπως έχει διαμορφωθεί και ασκείται από την πολιτεία σήμερα, η παιδεία παράγει τα υλικά με τα οποία χτίζεται το κομματικό κράτος.

Σκοπός της δεν είναι να παράγει μορφωμένους ανθρώπους, αλλά ανθρωπάκια, πειθήνια και με απουσία κάθε κριτικής σκέψης, που στόχο να έχουν ήδη από τα 16 τους να σπουδάσουν, να μπουν στην επετηρίδα, να διοριστούν στο δημόσιο και να περιμένουν υπομονετικά ώσπου στα πενηντα-και-κάτι να βγουν στη σύνταξη για να ξεκινήσουν να ζουν.

Σκοπός της σημερινής μας παιδείας μας είναι να παράγει γέρους!

Έχοντας ήδη διανύσει το ένα έβδομο του 21ου αιώνα, η παιδεία στη χώρα μας μοιάζει με αναχρονισμό από κάποιο καφκικό διήγημα, παρά το γεγονός ότι απασχολούνται σε αυτήν περισσότεροι δάσκαλοι ανά μαθητή από όσους απασχολούνται στην Φινλανδία που έχει το καλύτερο σύστημα παιδείας στον κόσμο!

Οι έφηβοί μας στιβάζονται ομαδόν για 7 ώρες την ημέρα υποχρεωτικά, μέσα σε δωμάτια (δήθεν “τάξεις”) με ανθρώπους που παριστάνουν τους δασκάλους, αλλά στην πραγματικότητα είναι βαριεστημένοι δημόσιοι υπάλληλοι που περιμένουν εναγωνίως τη συνταξιοδότησή τους, για να αρχίσουν δήθεν να ζουν ως άνθρωποι.

Μόλις ολοκληρωθεί ημερησίως η παραπάνω υποχρεωτική παρουσία τους (με ποινή αποκλεισμού από την εκπαίδευση), οι έφηβοί μας φεύγουν τρέχοντας για να σχηματίσουν νέες αγέλες σε διαφορετικές “τάξεις”, όπου μαυραγορίτες της γνώσης τους πωλούν την οργανωμένη και συστηματοποιημένη αποστήθιση της “διδακτέας ύλης” που ορίζει το Υπουργείο Παιδείας, αλλά ποτέ δεν θα τους διδάξουν οι δάσκαλοί τους.

Για να αγοράσουν αυτή τη γνώση στη μαύρη αγορά, οι γονείς τους καταθέτουν ένα βασικό μισθό μηνιαίως, και στερούνται βασικές ανάγκες τους στο όνομα του να δώσουν στο παιδί τους μια ευκαιρία να γίνει ακόμα ένα τούβλο του κομματικοκρατικού οικοδομήματος που λέγεται σήμερα ελληνικό κράτος.

Η τελική εξέταση, για την καταλληλότητα των εφήβων να περάσουν στην επόμενη βαθμίδα της δήθεν “ανώτατης” εκπαίδευσης, γίνεται επί ερωτημάτων που ή δεν έχουν διδαχθεί σχεδόν σε κανένα σχολείο της επικράτειας (σίγουρα όχι στο βάθος που ζητούν οι εξεταστές) ή απαιτεί αποστήθιση κατεβατών κειμένων, ως οι έφηβοι να ήταν ηθοποιοί που δίνουν παραστάσεις σε ξένη γλώσσα, άγνωστη σε αυτούς.

Η βαθμολόγηση ευνοεί την πειθήνια υποταγή σε κανόνες που καμιά σχέση δεν έχουν με την επιστήμη, τη γνώση, την διερευνητικότητα του πνεύματος, τη νεωτερικότητα, την αμφισβήτιση των αυθεντιών που επέτρεψε στην ανθρωπότητα να προοδεύσει.

Αντίθετα, τα ατίθασα πνεύματα ψαλιδίζονται και στιβάζονται σε σχολές πολύ διαφορετικές από την αρχική επιλογή τους. Έτσι, για να ξαναπεράσουν άλλη μια φορά τις ίδιες δοκιμασίες από νεποτιστικά διορισμένους “καθηγητές” πλέον, που πλαγιαρίζουν και αγοράζουν ακριβά ιταλικά αυτοκίνητα με τα λεφτά του ανώτατου ιδρύματος.

Οι καθηγητές κάνουν τα παραπάνω χαίροντας ασυλίας για τυχόν παράνομες πράξεις τους, και ταλαιπωρώντας το ποίμνιο με τις ασυναρτησίες που γράφουν στα ανέκδοτα “συγγράμματά” τους από τα οποία γίνεται η διδασκαλία, και διαρρέοντας τα θέματα των εξετάσεών τους στις οργανωμένες κομματικές νεολαίες, με αντάλλαγμα ψήφους για τις θέσεις κλειδιά του πανεπιστημίου, ή απλά ως δείγμα κομματικής καμαρίλας για να ευνοηθούν στον επόμενο κομματικό διορισμό σε κάποια αργόμισθη “θέση τρόπαιο”.

Οι πτυχιούχοι που παράγει αυτό το αρρωστημένο σύστημα είναι πνευματικοί ευνούχοι, οι πιο πειθήνιοι εξ αυτών έτοιμοι να χρησιμοποιηθούν ως τούβλα στην επόμενη φάση χτισίματος του κομματικοκρατικού κράτους.

Είναι βέβαιο ότι σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης υπάρχουν ρομαντικοί, είναι όμως τόσο λίγοι που είναι αδύνατον να επηρρεάσουν την πορεία του όλου.

Το σύστημα εκπαίδευσής μας αδυνατεί να δημιουργήσει προϋποθέσεις ένταξης των νέων στην αγορά εργασίας (πλην του δημοσίου), και αδυνατεί να παράγει την νεωτερικότητα στην έρευνα και στην επιχειρηματικότητα που θα φέρουν την Ελλάδα στο ίδιο επίπεδο με τις προηγμένες χώρες του 21ου αιώνα. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι η Ελλάδα έχει το μεγαλύτερο ποσοστό φοιτητών-μεταναστών στον κόσμο, όπως δεν είναι τυχαίο ότι έχει τη μεγαλύτερη διαφθορά στην ευρώπη και την υψηλότερη οικονομική ανελευθερία του δυτικού κόσμου. Αυτά πηγάζουν από την παιδεία μας, που ουσιαστικά είναι παιδεία ανοχής και καμαρίλας.

Παρόλα αυτά, ένας απόφοιτος του πολυτεχνείου της Ζυρίχης, που είναι αν όχι το καλύτερο, στα 10 καλύτερα στον κόσμο, με 3-4 χρόνια πτυχίο και 1 χρόνο μεταπτυχιακό, δηλαδή σύνολο 4-5 έτη σπουδές, θεωρείται από το ελληνικό κράτος ότι έχει υποδεέστερες σπουδές από εκείνες ενός αποφοίτου οποιουδήποτε ελληνικού πανεπιστημίου με 5 χρόνια πτυχίο και 2 χρόνια μεταπτυχιακό. Αυτό συμβαίνει παρά το γεγονός ότι το συγκεκριμένο ελληνικό πανεπιστήμιο μπορεί να μην εμφανίζεται καν στην ίδια παγκόσμια λίστα με τα 500 καλύτερα πανεπιστήμια του κόσμου.

Η αυτοϊκανοποίηση του ελληνικού συστήματος παιδείας ξεπερνά τη νομιμοποίηση της παράνοιας. Ακόμα και το σύστημα International Baccalaureate (IB) που λειτουργούν τα δημόσια λύκεια στην Ευρώπη, το προσφέρουν μόνο ιδιωτικά σχολεία στην Ελλάδα.

Ο μόνος τρόπος για να ξαναποκτήσουμε αξιόλογη παιδεία είναι να την ξαναχτίσουμε από την αρχή, χρησιμοποιώντας τις δοκιμασμένες μεθόδους που έχουν βρει άλλοι πριν από εμάς, και τα πρότυπα που ευνοούν την κριτική σκέψη των μαθητών, τη δημιουργικότητα, τα ειδικά ενδιαφέροντα του καθενός, την αμφισβήτηση, την νεωτερικότητα, την πρόοδο, και τους αληθινούς δασκάλους με μεράκι.

Ως τότε, θα παράγουμε τούβλα, για το χτίσιμο του κομματικού κράτους που μας έφερε την χρεοκοπία.
Πηγή: www.capital.gr 
---------------------

Ευτυχώς, υπάρχει το internet (διαδίκτυο) που βοηθάει στην ενημέρωση των νέων. Και η δυνατότητα ταξειδίου για να δούμε τι γίνεται εκτός Έλλάδος.

Friday, 13 June 2014

4 ΗΜΕΡΕΣ ΓΙΑ ΝΑ ΛΥΘΕΙ ΤΟ ΕΛΛΕΙΜΑ ΤΩΝ ΤΑΜΕΙΩΝ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

Ευρηματικό άρθρο του αγαπητού φίλου Άγη. Ηταν να συναντηθούμε τη περασμένη εβδομάδα, αλλά δεν το κατάφερα εγώ.

 Το άρθρο ανέβηκε στο Capital στις 12 Ιουνίου 2014. Σκοπέυω να συνεισφέρω σχόλια από αύριο.

 

Πως λύνεται το πρόβλημα των ταμείων σε τέσσερις ημέρες


Του Αγη Βερούτη

Το θέμα με το αναλογιστικό έλλειμμα και τα ασφαλιστικά ταμεία στην Ελλάδα του 2014 είναι ωρολογιακή βόμβα στα θεμέλια της οικονομίας και της κοινωνίας. Το έλλειμμα ανάλογα με το πόσο θα μειωθούν οι συντάξεις ή η ανεργία, κυμαίνεται ανάμεσα στα 200 και τα 600 δισεκατομμύρια ευρώ για την επόμενη 30ετία.

Ήδη το κράτος αναγκάζεται να συμπληρώνει με έσοδα από φόρους, τα χρήματα που μαζεύονται με τις εισφορές, για να πληρώνονται οι συντάξεις. Ουσιαστικά τις σημερινές συντάξεις τις πληρώνουν εν μέρει οι φορολογούμενοι, στο ποσόν περί των 10 δις από τα 27 δις που δίδονται σε συντάξεις ετησίως.

Αν υπολογίσουμε από τα πρόσφατα στοιχεία του συστήματος ΗΛΙΟΣ, περίπου 2 δισεκατομμύρια το χρόνο δίνονται σε συνταξιούχους κάτω των 55 ετών, ενώ ως την ηλικία των 65 δίδονται άλλα 7 δις. Σύνολο η Ελλάδα πληρώνει όσο 3 ΕΝΦΙΑ ετησίως, ή άνω από 7,5-πλάσια από όσο ήταν το Πρωτογενές Πλεόνασμα του 2013 (€1,2δις), σε συνταξιούχους που είναι κάτω από την ηλικία που μπορεί κάποιος να βγάλει νόμιμα σύνταξη σήμερα...

Αν υπολογιστούν και οι 300.000 που έχουν κάνει αίτημα συνταξιοδότησης και καθυστερούν να βγουν οι συντάξεις τους, πιθανά το σύνολο να ξεπερνάει τα 10 δις ετησίως, για συνταξιούχους κάτω από το ηλικιακό όριο της συνταξιοδότησης, που είναι περίπου ίσο με το ποσόν που συνεισφέρει το κράτος σήμερα από φόρους στο συνταξιοδοτικό.

Αν συνεχίσουμε να έχουμε τα ίδια ποσά εσόδων από εισφορές, και εξόδων σε συντάξεις, δηλαδή χονδρικά 17 δις είσπραξη εισφορών και 27 δις απόδοση συντάξεων, το αναλογιστικό μας έλλειμμα στην 30ετία θα είναι 300 δισεκατομμύρια ευρώ! Φυσικά, ο πληθυσμός μας γερνάει, η ανεργία καλπάζει κοντά στο 30%, και οι μισθοί πέφτουν. Το 600 δις φαντάζει ρεαλιστικά απειλητικό.

Έτσι είναι ξεκάθαρο γιατί τόσο μανιωδώς το κράτος προσπαθεί να καλύψει αυτό το ετήσιο αναλογιστικό έλλειμμα των 10 δις ετησίως, μειώνοντας τις εκροές του ασφαλιστικού συστήματος (διακοπή συντάξεων θυγατρικής αγαμίας και ψευδούς αναπηρίας και οριζόντιες περικοπές) ενώ η συλλογή των εισφορών επί δικαίων και αδίκων γίνεται πλέον με ναζιστική εμμονή.

Ενώ σύμφωνα με το μνημόνιο και το κοινό περί δικαίου αίσθημα, το κράτος θα έπρεπε να είχε μειώσει τις εισφορές των αυτασφαλισμένων αναλογικά και την πτώση της ιδιωτικής οικονομίας, και τις συντάξεις επίσης, δεν το έκανε. Οι μειώσεις ήσαν πολύ μικρότερες, ενώ οι αυτασφαλισμένοι που αδυνατούν να πληρώσουν τις υψηλές εισφορές ξεπερνούν τους 450.000 οι οποίοι συνεχίζουν μάλιστα να χρεώνονται για υπηρεσίες υγείας στις οποίες όμως τους απαγορεύεται η πρόσβαση παρανόμως και αντισυνταγματικά.

Το πρόβλημα είναι περίπλοκο, και κατά κύριο λόγο το κράτος αυθαιρετεί ενάντια στους αυτασφάλιστους, συνεισφέροντας τερατωδώς περισσότερους πόρους ανά συνταξιούχο και σε απόλυτους αριθμούς σε ευγενή ταμεία όπως των ΟΤΕ/ΔΕΗ (12-17 χιλιάδες ετησίως ανά συνταξιούχο), ενώ στους αυτασφάλιστους, αν δεν κάνω λάθος, θα δώσει λιγότερο από το 1/5 ανά συνταξιούχο σε συμπλήρωμα.

Το αποτέλεσμα είναι η υπερχρέωση των αυτασφαλισμένων, χωρίς κανένα πραγματικό όφελος για το κράτος, αφού οι αδυνατούντες να πληρώσουν απλά δεν πληρώνουν.

Έτσι συσσωρεύεται ένα έλλειμα από τη μια πλευρά, και ένα ιδιωτικό χρέος από την άλλη προς τα ταμεία. Έως 450.000 ασφαλισμένοι στα ταμεία αυτασφάλισης (ΟΑΕΕ, ΕΤΑΑ), σήμερα αδυνατούν να ανταπεξέλθουν στις υπέρογκες εισφορές λόγω μείωσης της δουλειάς τους, και ως τιμωρία μάλιστα έχουν εξαιρεθεί από την πλουτοπαραγωγική διαδικασία της χώρας.

Ταυτόχρονα, απειλούνται με κατασχέσεις της πρώτης κατοικίας τους και των λογαριασμών τους, καθώς και εμποδίζονται να δραστηριοποιηθούν επαγγελματικά λόγω μη ενημερότητας.

Στις περισσότερες χώρες βέβαια, οι ελεύθεροι επαγγελματίες και οι μικρομεσαίοι επιχειρηματίες είτε δεν πληρώνουν καθόλου εισφορές αν έχουν κάτω από ένα συγκεκριμένο εισόδημα (πχ στην Πορτογαλία αν έχεις εισόδημα ως ελεύθερος επαγγελματίας κάτω από το 6πλάσιο του βασικού μισθού, δεν πληρώνεις τίποτα), είτε πληρώνουν αναλογικά με το εισόδημά τους.

Στην Ελλάδα, το κράτος ζητάει συγκεκριμένο ποσόν εισφοράς ανάλογα με τα χρόνια που δουλεύει κάποιος, ανεξάρτητα αν βγάζει λιγότερο ή περισσότερα από όσα πριν 3, 5, 10 χρόνια.

Το αποτέλεσμα είναι σε όσους δουλεύουν μια 20ετία και πάνω, το κράτος να ζητάει από κάθε μικρομεσαίο όσο τα καθαρά ένός βασικού μισθού, δηλαδή 450 ευρώ το μήνα κεφαλικό φόρο.

Δεδομένων των περιστάσεων, είναι τό ίδιο ως να ζητάει από έναν άνεργο πρώην μισθωτό, ο οποίος δεν δικαιούται και επίδομα ανεργίας, να πληρώνει στο κράτος 450 ευρώ το μήνα, ακόμα και όταν ο μισθός του έχει παύσει καθώς δεν έχει πια δουλειά.

Όχι μόνο δεν μείωσε το κράτος τις εισφορές, με την ευλογία της τρόικας, όπως ήταν μνημονιακή υποχρέωση, αλλά και συνέχισε να υπολογίζει στα ποσά των οφειλών και υπηρεσίες που δεν παρασχέθηκαν, δηλαδή την ιατροφαρμακευτική περίθαλψη.

Όλα τα παραπάνω μπορούν να λυθούν σε 4 ημέρες, ή λιγότερο!

Αρκεί να υπάρξει πολιτική βούληση.

Η ταλαιπωρία και αδικία κατά εκατομμυρίων Ελλήνων με διώξεις και υπερφορολόγηση, και κατασχέσεις περιουσιών καθώς και ποινικές διώξεις, είναι επιλογή της τρόικας και των κυβερνώντων ώστε να συνεχίσουν να δίνουν συντάξεις σε ανθρώπους που δεν τις δικαιούνται, αλλά ανήκουν στο πελατολόγιο των κυβερνώντων.

Πάμε άλλη μία, όσο πιο απλά μπορώ: Η Ελλάδα και οι Έλληνες υποφέρουν, ώστε μια μικρή μερίδα ανθρώπων (συνταξιούχοι κάτω των 65 ετών) να συνεχίζει να εισπράττει τεράστιες συντάξεις σε ηλικίες που όλοι οι υπόλοιποι υποχρεούμεθα να δουλεύουμε.

Δεδομένου του γεγονότος ότι οι συντάξεις στην Ελλάδα είναι αναδιανεμητικές, δηλαδή δίνω τις εισφορές της Μαίρης στον Πέτρο ως σύνταξη, και επειδή τα ταμεία άδειασαν με το PSI αλλά και λόγω του ότι πάντα έδιναν μεγαλύτερες συντάξεις από τις εισφορές του καθενός, δεν τίθεται θέμα κανείς να πληρωθεί αδίκως λιγότερα από όσα έβαλε στο σύστημα. Και απλά αν υπάρχει πρόβλεψη για μεγαλύτερη σύνταξη σε όσους έβαλαν πραγματικά πολλά χρήματα στο σύστημα, τότε θα λυθεί εκ των προτέρων το θέμα.

Η λύση τόσο του ασφαλιστικού όσο και του αναλογιστικού ελλείμματος μπορεί να δοθεί σε 4 ημέρες, καθώς όλα τα στοιχεία βρίσκονται στο ΗΛΙΟΣ του Υπουργείου Εργασίας και στη ΓΓΠΣ του ΥΠΟΙΚ.

Ημέρα Πρώτη: Το ΥΠΟΙΚ βλέπει πόσοι συνταξιούχοι έχουν εισοδήματα επιπρόσθετα των συντάξεων, όπως με τις άγαμες θυγατέρες. Στέλνει τα στοιχεία αυτά στο Υπουργείο Εργασίας, μαζί με το ποσόν του συνολικού εισοδήματος πλην της συντάξεως.

Ημέρα Δεύτερη: Το Υπουργείο Εργασίας μηδενίζει τις συντάξεις κάτω των 55 ετών εκτός από εκείνες για αναπηρία, και μειώνει τις συντάξεις σε όλους τους υπόλοιπους που είναι κάτω των 65 ετών, ώστε να έχουν μέγιστη σύνταξη 700 ευρώ το μήνα αν δεν έχουν κανένα άλλο εισόδημα, ενώ αν έχουν τότε το συμπληρώνει ως τα 700 ευρώ. Κατόπιν απελευθερώνει την νόμιμη εργασία σε συνταξιούχους που σήμερα απαγορεύει. Με μείωση της σύνταξης όμως μόνο κατά το ήμισυ του πιθανού φορολογημένου εισοδήματος από εργασία, που σήμερα εργάζονται έτσι κι αλλιώς με "μαύρα".

Αντίστοιχα στους άνω των 65 ετών, μειώνει τη σύνταξη ώστε να μην ξεπερνάει το πλαφόν των 1200 ευρώ, όμως όποιος έχει άλλο εισόδημα, μειώνει το ποσόν της σύνταξης αναλογικά με εισοδηματικά κριτήρια. Εφόσον μιλάμε για αναδιανομή, δεν είναι λογικό να παίρνεις από τους φτωχούς, για να δίνεις παραπάνω σε όσους ζουν από τα λεφτά των φτωχών χωρίς να δουλεύουν, και μάλιστα αν έχουν και πρόσθετο εισόδημα! Κοινωνική Δικαιοσύνη! Εισοδηματικά κριτήρια!

Καταργεί το μηχανισμό για το συνταξιοδοτικό κομμάτι των ταμείων για μείωση του κόστους του κράτους κατά 1-2 δις ετησίως, και πλέον την απόδοση των συντάξεων κάνει το ΥΠΟΙΚ είτε ως πληρωμή στους λογαριασμούς των συνταξιούχων, είτε ως συμψηφισμό με φόρους για το υπόλοιπο εισόδημά τους.

Το κόστος συνταξιοδοτήσεως μειώνεται από 2 δις στους συνταξιούχους κάτω των 55 στα 200-300 εκατομμύρια, και στους 55-65 στα 2,5-3 δις μέγιστο, ενώ στους άνω των 65, μειώνεται από 17 δις ετησίως στα 7-9 δις.
Σύνολο συντάξεων προς πληρωμή ετησίως: 10-12,5 δις από τα 27 που αναδιανέμει σήμερα.

Ημέρα Τρίτη: Ξεχωρίζει η εισφορά υγείας από τη συνταξιοδοτική, ώστε να καλύπτει τα 5 δις του κόστους της υγείας που θα μαζεύει το ΥΠΟΙΚ και θα αποδίδει απευθείας στο Υπουργείο Υγείας. Το ύψος των σημερινών εισφορών υγείας του ΟΓΑ στα 680 ευρώ ετησίως είναι μια καλή στόχευση.

Το κράτος καταργεί τελείως την συνταξιοδοτική εισφορά (όπως συμβαίνει στο Ηνωμένο Βασίλειο) και όλοι πλέον οι εργοδότες δίνουν στο χέρι του εργαζόμενου το σύνολο του μικτού μισθού πλην φόρων και της μικρής εισφοράς υγείας που αποδίδει κατευθείαν στο ΥΠΟΙΚ για δρομολόγηση στο Υπουργείο Υγείας. Η οικονομία εκτοξεύεται, και η ανεργία μειώνεται κατακόρυφα, αυξάνοντας σημαντικά τα έσοδα του κράτους από φόρους εισοδήματος μισθωτών αλλά και εργοδοτών.

Τα 10 δις που ήδη δίνει το κράτος, και οι νέοι φόροι από τη ραγδαία ανάπτυξη της οικονομίας χωρίς ασφαλιστικές εισφορές, υπερκαλύπτουν τα 2,5 δις από τα 10 που δίνει σήμερα το κράτος. Ας μη ξεχνάμε και την εξοικονόμηση 1-2 δις από την κατάργηση των ταμείων και τους ταλαιπωρίας όλων από αυτά. Η ανεργία καταπολεμάται, οι τιμές όλων των προϊόντων που κατασκευάζονται στην Ελλάδα πέφτουν, οι εξαγωγές αυξάνονται.

Ημέρα Τέταρτη: Μετατρέπονται όλα τα ταμεία αυτασφάλισης σε ανταποδοτικά και συμπληρωματικά/επικουρικά ταμεία. Οι οφειλές διαγράφονται, καθώς η οφειλή σε ένα ανταποδοτικό σύστημα είναι προς εαυτόν. Οι ποινικές διώξεις και οι κατασχέσεις ακυρώνονται όλες.

Όσα πληρώσει καθένας στο σύστημα, τόση πρόσθετη σύνταξη θα λάβει, όποτε θέλει ανάλογα με το κεφάλαιο που έχει συσσωρεύσει, με μια ελάχιστη μηνιαία σύνταξη αξιοπρεπούς διαβίωσης που θα εγγυάται και θα πληρώνει το κράτος, όπως παραπάνω, που θα καλύπτει η κοινωνία με τους φόρους της. Οι συμπληρωματικές συντάξεις δεν θα λαμβάνονται υπόψιν για τον υπολογισμό του εισοδήματος από το ΥΠΟΙΚ, ώστε να δοθεί τεράστιο κίνητρο για ασφαλιστικές αποταμιεύσεις. Επίσης έτσι μπορούν να επανέλθουν στην παραγωγική οικονομία 450.000 οι Έλληνες που σήμερα διώκονται.

Τα παραπάνω λύνουν δε σε 4 ημέρες όλα τα προβλήματα τόσο του αναλογιστικού ελλείμματος, όσο και της υπερφορολόγησης, όσο και των χαμηλών μισθών, όσο και της ανεργίας, όσο και της εξαγωγικής ανταγωνιστικότητας των Ελληνικών προϊόντων, όσο και της ελκυστικότητας της χώρας για μεγάλες επενδύσεις σε βιομηχανικές μονάδες μεταποίησης και επεξεργασίας πρώτων υλών, όσο και της δυνατότητας παροχών τεκνοποίησης για να αμβλύνουμε το δημογραφικό!

Το κόστος των τουριστικών υπηρεσιών πέφτει κατακόρυφα καθώς έχουν μεγάλο ποσοστό εργασιακού κόστους, και οι τιμές των τουριστικών πακέτων της Ελλάδας μειώνονται επιτρέποντας στον Ελληνικό τουρισμό να εκτοξευτεί!

Το παραπάνω μείγμα είναι αναπτυξιακά εκρηκτικό!

Με αυτό το μέλλον των επόμενων γενεών των Ελλήνων διασφαλίζεται!

Η Ελλάδα γίνεται ξανά μια χώρα ευτυχισμένων ανθρώπων με δουλειές σε ελάχιστο χρόνο!
Περισσεύουν πόροι από την φορολόγηση της ανάπτυξης για μελλοντική επέκταση σε ελάχιστο εγγυημένο εθνικό εισόδημα!
Και όλα αυτά χωρίς ένα ευρώ από την Ευρώπη.
Με αύξηση του ΑΕΠ αντί για μείωση, λόγω της ανάπτυξης και των νέων επενδύσεων.
Το ερώτημα είναι, τολμάει κανείς;
-------------------------------
Άγη, 
Κατά πρώτο, οι περισσότεροι είναι παντελώς άσχετοι, μισο-αγράμματοι και γενικώς απολίτιστοι -- άρα ΔΕΝ τίθεται θέμα τόλμης αλλά κατανόησης, α) του προβλήματος, β) των πιθανών λύσεων.

Κατά δεύτερο και να γνωρίζαν, καταλάβαιναν, δεν θα το κάνουν -- διότι αν ήταν, θα το είχαν κάνει. Δεν θέλουν, όχι δεν τολμούν. Αν βουλιάξει η Ελλάδα, δεν ενδιφέρει τους πολιτικούς της: έχουν μαζέψει χρήαματα και θα φύγουν να ζήσουν εκτός χώρας... άσε τι λένε...


Thursday, 22 May 2014

Η Ελλάδα χρήζει μείωσης... (Εξαιρετικό κείμενο εκφράζει τις σκέψεις μου για την Ελλάδα -- πολύ καλύτερα απ'ότι εγώ...)

Κείμανο με το παρακάτω τίτλο που διάβασα στο Capital στη στήλη του Κου Κ. Στούπα. Το άρθρο ανήρτησε ο υπογράφων στο blog του, Realist Corner.

Τα εντός παρενθέσεων {} μικροσχόλια, δικά μου. Όπως και οι εμφάσεις...

{Ο φόβος μπροστά στην κάλπη...} ή 

"Περί Ελληνικού Κράτους και Κοινωνίας


(Αγαπητέ κύριε Στούπα,)
Καταρχήν να σας ευχαριστήσω θερμά για τη δημοσίευση του σχολίου μου (χρήστης Von Falkenheyn) στο προσωπικό σας ιστοχώρο. Το ενδιαφέρον σας για τα γραφόμενα μου με τιμά ιδιαίτερα. Στο παρόν email σας επισυνάπτω σημερινό μου κείμενο για το οποίο έλαβα το έρεθισμα να γράψω από το σημερινό σας κείμενο "Ο Φόβος μπροστά στην κάλπη".

Σε προηγούμενη επισήμανση μου είχα καταδείξει τις ιστορικές ομοιότητες ανάμεσα στη Γερμανία του μεσοπολέμου και τη σημερινή ελληνική πραγματικότητα. Σήμερα θα επιχειρήσω να προσεγγίσω τις ιδιαιτερότητες του ελληνικού φαινομένου.

Η ελληνική κοινωνία είναι, κατά βάθος, βαθύτατα συντηρητική και αποστρέφεται τις εξελικτικές διαδικασίες. Απουσιάζει η αστική τάξη τουλάχιστον με την έννοια που αυτή αναπτύχθηκε στον δυτικοευρωπαϊκό χώρο. Η ελληνική κοινωνία είναι ανώριμη να διαχειριστεί μια σύγχρονη αστικού τύπου δημοκρατία και αυτό γιατί δεν έχει μετέρθει των απαραίτητων μετασχηματισμών που προκάλεσε η βιομηχανική επανάσταση στη Δύση. Και εξηγούμαι: στην Ευρώπη, οι φεουδαρχικές κοινωνίες που αναπτύχθηκαν κατά τη διάρκεια του μεσαίωνα είχαν, σε γενικές γραμμές, τρεις τάξεις. Τους φεουδάρχες ευγενείς, τους εργάτες ακτήμονες οι οποίοι δούλευαν τη γη και προσέφεραν τις υπηρεσίες τους στους ευγενείς και τέλος, τις συντεχνίες οι οποίες προσέφεραν υπηρεσίες μετασχηματισμού της παραγωγής και συσσώρευσης της γνώσης. Από την εποχή της αναγέννησης και έπειτα, η αύξηση της συσσωρευμένης γνώσης, η ισχυροποίηση των δομών του εθνικού κράτους και η φθίνουσα αξία των ευγενών ως πάροχοι στρατιωτικών υπηρεσιών, οδήγησε στη δημιουργία μιας τάξης αστών, οι οποίοι ενώ παρήγαγαν πλούτο δε συμμετείχαν στη λήψη των αποφάσεων. Η γαλλική επανάσταση ανέδειξε αυτή την ανισορροπία με βίαιο τρόπο. Η βιομηχανική επανάσταση αντικατέστησε τους φεουδάρχες κατόχους γης με βιομήχανους αστούς κάτοχους κεφαλαίου. Οι ακτήμονες της γης μετατράπηκαν σε βιομηχανικούς εργάτες ενώ οι συντεχνίες απώλεσαν σταδιακά τη δύναμη τους μέσα από την αυξανόμενη πρόσβαση του πληθυσμού σε μη εκκλησιαστικές δομές παιδείας. Η επιτυχία της βιομηχανικής επανάστασης και ο μετασχηματισμός της κοινωνίας στη δύση πραγματοποιήθηκε ακριβώς λόγω της προϋπάρχουσας φεουδαρχικής δομής. Τα μεγάλα λατιφούντια μετατράπηκαν σε μεγάλες βιομηχανικές μονάδες και κάτι τέτοιο θεωρήθηκε λογική εξέλιξη των πραγμάτων. Το άτομο έμαθε να λειτουργεί με τη λογική ότι το δικό του το όφελος μεγιστοποιείται πρωτίστως μέσα από τη μεγιστοποίηση του οφέλους του συνόλου. Έτσι μπόρεσαν και κινητοποιήθηκαν μεγάλα κεφάλαια και μεγάλες ιδιοκτησίες οι οποίες οδήγησαν στο παραγωγικό πλεονέκτημα της δύσης έναντι του υπολοίπου κόσμου, ένα πλεονέκτημα το οποίο εξακολουθούμε ακόμα και σήμερα να απολαμβάνουμε.

Στον ελλαδικό χώρο δεν υπήρξαν ποτέ τέτοιοι μετασχηματισμοί. Η Οθωμανικού τύπου φεουδαρχία στηριζόταν στην εκχώρηση κατακτημένων περιοχών σε στρατιωτικούς ευγενείς οι οποίοι, αφού απέδιδαν κάποιο ποσό στην υψηλή πύλη, μετά λειτουργούσαν κατά κανόνα ληστρικά στις περιοχές της δικαιοδοσίας τους. Η Οθωμανική διοίκηση βασίστηκε στην παραχώρηση μίκρο-προνομίων σε τοπικούς προύχοντες (κοτζαμπάσηδες, δημογέροντες, αρματολίκια κλπ) οι οποίοι φρόντιζαν για την τήρηση της τάξης με το αζημίωτο. Επίσης, από την άλωση ακόμα της Πόλης, η οθωμανική διοίκηση αναγνώρισε την εξουσία και τα προνόμια του πατριαρχείου και μέσω αυτού ενθάρρυνε την καλλιέργεια μιας αντί-δυτικής συνείδησης (προτιμότερο το σαρίκι του σουλτάνου από την καλύπτρα του καρδιναλίου). Ο τοπικός πληθυσμός προκειμένου να αποφύγει την ακανόνιστη και συχνά ληστρική συμπεριφορά των τοπικών φεουδαρχών εξωθήθηκε σε περιοχές φτωχές καλλιεργητικά όπου κυριάρχησε η μικροιδιοκτησία και η καλλιέργεια επιβίωσης. Στη συνείδηση του ελληνικού πληθυσμού χαράχθηκε η καχυποψία για την κεντρική εξουσία τόσο σε κεντρικό όσο και σε τοπικό επίπεδο. Προκείμενου να γλυτώσει από τον φοροεισπράκτορα έγινε ειδικός στην ατομική επιβίωση και την περιφρούρηση της μικροιδιοκτησίας του. Ήταν πολύ ευκολότερη η επιβίωση σε ατομικό επίπεδο από ό,τι σε ομαδικό. Παράλληλα και ίσως εξαιτίας όλων των παραπάνω, άνθησαν οι συντεχνίες οι οποίες, λόγω του ότι ήταν απαραίτητες για την οθωμανική οικονομία, συχνά εξασφάλιζαν μονοπωλιακά προνόμια.

Η απελευθέρωση από τον οθωμανικό ζυγό και η θεμελίωση του νεοελληνικού κράτους δεν επέφερε σημαντικές αλλαγές ούτε τους απαραίτητους μετασχηματισμούς ωρίμανσης της κοινωνίας. Οι πολίτες παρέμειναν εξαιρετικά καχύποπτοι έναντι της κεντρικής εξουσίας, ενώ οι τοπικοί άρχοντες ανθίσταντο στην εκχώρηση εξουσίας στο κράτος. Αντίθετα με ό,τι επεδίωξε ο Καποδίστριας, η οργάνωση της παραγωγικής διαδικασίας ουδέποτε επιδιώχθηκε ενώ ουδέποτε διασυνδέθηκε η παιδεία με την παραγωγική διαδικασία της χώρας (είναι τραγική ειρωνεία της ιστορίας ότι το Πανεπιστήμιο Αθηνών ονομάστηκε Καποδιστριακό όταν οι αντίπαλοι του τον κατηγορούσαν ως «φωτοσβέστη» επειδή δεν ήταν, ορθώς, στις προτεραιότητες του Καποδίστρια η ίδρυση πανεπιστημίου). Η κρατική δομή διεκδικήθηκε από όλους ως λάφυρο από το οποίο όλοι ήθελαν να σιτίζονται εις βάρος κάποιων άλλων. Η επανάσταση του 1843 εν πολλοίς έγινε διότι η βαυαρική διοίκηση είχε αποκλείσει μεγάλο μέρος της εγχώριας αριστοκρατίας από τη νομή της εξουσίας.

Κάπως έτσι πορεύθηκε το νεοελληνικό κράτος από ιδρύσεως του. Με πολίτες απαίδευτους, ανίκανους να λειτουργήσουν ως μέρος ενός συνόλου και όχι ως μονάδες. Με πολίτες καχύποπτους έναντι της κεντρικής εξουσίας την οποία κοιτούσαν να εξαπατήσουν με την πρώτη ευκαιρία. Αλλά και με μια κεντρική εξουσία η οποία ουδέποτε λειτούργησε αμερόληπτα υπέρ του συνόλου και πάντα λειτουργούσε με τη λογική του Οθωμανού φοροεισπράκτορα: όποιον πετύχω μπροστά μου αδύναμο να μου αντισταθεί τον τσακίζω στους φόρους και παίρνω όσα μου λείπουν. Πάντα πορευθήκαμε με αναλαμπές και πάντα αναζητούσαμε τους σωτήρες στο πρόσωπο ενός πεφωτισμένου ηγέτη τον οποίο όμως φθονούσαμε και προσπαθούσαμε με κάθε τρόπο να κάνουμε στην άκρη. Ηγέτες όπως ο Καποδίστριας, ο Τρικούπης και ο Βενιζέλος πολεμήθηκαν αδυσώπητα από την αδράνεια ενός συστήματος που δεν έχει μάθει να εξελίσσεται. Αλλά και οι πολίτες, όταν απαίδευτοι (και με το απαίδευτος δεν εννοώ την έλλειψη πτυχίων ή τυπικών γνώσεων, αλλά την έλλειψη κριτικής σκέψης και ορθολογισμού) αποτελούσαν και αποτελούν εύκολο στόχο για τις σειρήνες της δημαγωγίας και του λαϊκισμού. Σε τι αλήθεια διαφέρει ο Δηλιγιάννης του 19ου αιώνα από τους πολιτικούς του σήμερα; Από ιδρύσεως του νεοελληνικού κράτους η κρατούσα λογική ήταν ότι όποιος κατόρθωνε να αναρριχηθεί στην εξουσία είχε το δικαίωμα και την υποχρέωση να καρπωθεί οφέλη και να μοιράσει προνόμια στους υποστηρικτές του.

Η επανάσταση που επέφερε ο Ανδρέας Παπανδρέου είναι ότι έκανε τον κόσμο να πιστέψει ότι πλέον όλοι μπορούσαν να γλύψουν το πιάτο και να προσδοκούν σε ψίχουλα από το φαγοπότι. Πριν από αυτόν, μόνο μια μικρή κάστα μπορούσε να γευθεί τους καρπούς της εξουσίας αλλά ο Ανδρέας τα ανέτρεψε όλα αυτά αυξάνοντας εντυπωσιακά την πίτα. Όμως, αυτή η διεύρυνση δεν έγινε άνευ κόστους: για να εξασφαλίσουν όλοι το μικροεισόδημα τους, τη μικροπαροχή τους, τη μικροδουλεία τους με το δημόσιο, από κάπου έπρεπε να βρεθούν χρήματα. Αυτά προήλθαν με εκτεταμένο δανεισμό και έτσι ουσιαστικά όλη η ελληνική κοινωνία εθίστηκε στη λογική του τρώω σήμερα και πληρώνω αύριο. Όσοι λίγοι απέμειναν να παλεύουν προκειμένου να δημιουργήσουν πλούτο μέσω της παραγωγής έφθασαν να θεωρούνται γραφικοί. Γιατί να δουλέψεις πραγματικά όταν μπορείς να εξασφαλίσεις τον επιούσιο μέσω κάποιας μορφής σχέση με το δημόσιο; {συμπληρώνω: ..."ιδία δε, όταν, με το να είσαι παραγωγικός εμπίπτεις σε έντονο (και, πλέον, παγκόσμιο) ανταγωνισμό με άλλους που κάνουν την ίδια δουλειά, διότι η παραγωγικότητα είναι ελέυθερη για όλους! Ενώ η προνομιακή σου σχέση με το Κράτος είναι μοναδική -- εξ'ου και την λέμε "προνομιακή": Παίζεις μόνος!}

Κάπως έτσι περνούσε ο καιρός με την ελληνική κοινωνία βυθισμένη σε μια μακαριότητα, πιστεύοντας ότι τα πράγματα πάντα έτσι θα είναι χωρίς καμιά αλλαγή. Οι ελάχιστες φωνές ορθολογισμού που έκρουαν τον κώδωνα του κινδύνου παραμερίζονταν ως ενοχλητικά γραφικές. Οι περισσότεροι άλλαζαν πλευρό και συνέχιζαν τον ύπνο τους. Και έτσι, σίγα σιγά, χωρίς να το καταλάβουμε ή να προβάλουμε αντίσταση, διαλύθηκαν τα σχολεία και τα πανεπιστήμια μας, διαλύθηκε ο παραγωγικός ιστός και κάθε έννοια συνοχής του συνόλου. Ο καθένας έκανε ότι ήθελε για το προσωπικό και μόνο συμφέρον του αγνοώντας οποιαδήποτε συνέπεια των πράξεων του εις βάρος του συνόλου. Η έννοια της αριστείας, δηλαδή η ηθική και υλική επιβράβευση του καλύτερου, έννοια απαραίτητη για την πρόοδο της κοινωνίας, ποδοπατήθηκε από τη μετριοκρατία της μάζας που δεν ήθελε να εκτεθεί η δική της ημιμάθεια ή χειρότερα, να διακοπεί το σιτηρέσιο από το κοινό ταμείο.
Υπήρξε λοιπόν ανέκαθεν ένα άτυπο κοινωνικό συμβόλαιο μεταξύ των πολιτών και των ηγετών: οι ηγέτες θα ανέχονται και θα ικανοποιούν την μικροπαρανομία των πολλών προκειμένου αυτοί να ανέχονται τις συμπεριφορές και το φαγοπότι των μεγάλων. Όταν όμως η οικονομική κρίση σάρωσε αυτό το οικονομικό μοντέλο πυραμίδας που είχε στηθεί, οι πολίτες δεν διέθεταν το ορθολογικό υπόβαθρο για να αναζητήσουν την πραγματική αιτία των πραγμάτων. Στην αρχή σάστισαν και μετά αντέδρασαν πριμοδοτώντας τη δημαγωγική φωνή αυτών που του υποσχέθηκαν ασφάλεια, αδράνεια και προστασία της μικροιδιοκτησίας τους. Αντέδρασαν έτσι γιατί ο ημιμαθής ή απαίδευτος πολίτης ξεχνάει γρήγορα και τα μαθήματα του μεσοπολέμου, της κατάρρευσης του ανατολικού μπλοκ ή ακόμη και αυτά της δικής μας νεοελληνικής ιστορίας, μοιάζουν πλέον μακρινά. Ο Αδόλφος Χίτλερ εκμεταλλεύτηκε το πληγωμένο γόητρο του γερμανικού λαού σε συνδυασμό με τη δεισλυτουργικότητα του τότε πολιτικού συστήματος. Ο αντισημιτισμός προστέθηκε ως δημαγωγικό καρύκευμα ή ως ιδεολογική συγκολλητική ουσία ενός ανερμάτιστου προγραμματικού λόγου. Δεν είναι τυχαίο ότι ο Χίτλερ επεδίωκε με κάθε τρόπο τη φυγή από τα προβλήματα μέσω ενός πολεμικού επεισοδίου.    

Η χρυσή αυγή λοιπόν δεν πράττει κάτι το διαφορετικό: έχουμε ένα σύστημα εξουσίας που έχει χρεοκοπήσει και μια ηγεσία ανίκανη να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων. Ο αντισημιτισμός έχει αντικατασταθεί από το μένος εναντίον των μεταναστών προσφέροντας ουσιαστικά στους πολίτες αυτό που το ίδιο το κράτος, μέσα στην αποσύνθεση του, αδυνατεί να προσφέρει. Το πληγωμένο γόητρο ανέκαθεν υπήρχε στο νεοελληνικό κράτος από την εποχή ακόμα της Μεγάλης Ιδέας. Το σημαντικότερο όμως είναι ότι προσφέρει ψευδώς το αίσθημα της ασφάλειας στον πολίτη τόσο σε πρακτικό επίπεδο (λαθρομετανάστες) όσο και σε ψυχολογικό: εγώ ο μικρός και ταπεινός ψηφίζω ανώνυμα ένα αντισυστημικό κόμμα το οποίο το σύστημα το φοβάται. Και έτσι αυτή η ψευδαίσθηση εξουσίας (ή μικροεξουσίας) προστίθεται μέσα σε όλα τα άλλα πράγματα που ο πολίτης αγαπά, δηλαδή το σπίτι του, το αυτοκίνητο του, το αυθαίρετο εξοχικό του (μικροιδιοκτησία), την μικροπαρανομία του, την αργομισθία του, τη φοροδιαφυγή του και τόσα άλλα πράγματα που, ενώ βλάπτουν λίγο ή πολύ το σύνολο, εμάς μας φαίνονται φυσιολογικά.

Εν κατακλείδι, το πρόβλημα της Ελλάδας είναι διαχρονικό και πηγάζει από δύο κύριες αιτίες: η πρώτη έχει να κάνει από το γεγονός ότι δεν λειτουργούμε ως σύνολο, αλλά ως άτομα. Ακόμα και όποτε λειτουργήσαμε ως σύνολο ακολούθησε αυτοκαταστροφική εμφυλιακή πορεία. Η δεύτερη αιτία είναι ότι ουδέποτε υιοθετήσαμε ως σύνολο ένα ρεαλιστικό σχέδιο ή μια μακρόπνοη στρατηγική σε βάθος χρόνου. Πάντα λειτουργούμε πυροσβεστικά και κατόπιν εορτής και ποτέ ως προϊόν πρωθύστερου σχεδιασμού. Το κράτος της Ελλάδας είναι σήμερα 193 ετών. Που θέλουμε να βρίσκεται σε τριάντα ή πενήντα χρόνια από σήμερα; Πως σχεδιάζουμε να βελτιωθούμε ως σύνολο σε βάθος χρόνου; Ποιοι είναι οι στόχοι που θέτουμε και πως θα τους επιτύχουμε; Ποιες είναι οι προκλήσεις του μέλλοντος και ποιο το διεθνές περιβάλλον εντός του οποίου διαβιούμε; Τι πραγματικά έχει αλλάξει από το 1821 μέχρι σήμερα; Τα τσαρούχια μας που είναι πλέον παπούτσια και οι φουστανέλες που έγιναν παντελόνια; Αυτή είναι η πρόοδος; Ή μήπως οι συμπεριφορές μας ανακυκλώνονται ξανά και ξανά και αντιμετωπίζουμε συνεχώς τα ίδια δεινά υπό διαφορετικές περιστάσεις;

Τα νούμερα κάποια στιγμή θα ευημερήσουν. Δεν έχει σημασία αν θα είναι φέτος ή του χρόνου ή όποτε. Το ερώτημα είναι, μπορούμε να γίνουμε καλύτεροι ως κοινωνία, να λειτουργήσουμε ως σύνολο και να διδαχθούμε από τα παθήματα μας. {απάντηση: βέβαια μπορούμε να γίνουμε καλύτεροι. Δεν θέλουμε. Είναι στατιστικά άτοπο να παραδεχτούμε ότι οι νεο-Ελληνες είναι ηλιθιότεροι των άλλων Ευρω-συμμάχων: ούτε ηλίθιοι, ούτε πθιο ευφυείς. Κανονικοί άνθρωποι, είμσατε, δόξα τω Θεώ! Και με κάποια θέληση για δημιουργία, λόγω της στέρησης που υφιστάμεθα στη Σοβιετική Δημοκρατία μας}  Τότε ναι, θα έχουμε κερδίσει κάτι από αυτήν την ιστορική στιγμή. Αν όχι, τότε αυτά που συζητούμε σήμερα απλά θα ανακυκλώνονται στο μέλλον με διαφορετικό περιτύλιγμα.  

Με φιλικους χαιρετισμούς,
Κυπαρισσίδης Αναστάσιος


Είμαι στη διάθεση σας για κάθε διευκρίνηση. Το κείμενο το έχω αναρτήσει εδώ:

_______________________________


Αξίζει να παραθέσω εδώ μίαν απλή πρόταση που αναρτήθηκε σήμερα και είναι εξόχως περιεκτική αλλά και ουσιώδης: 
"Στην Ελλάδα χρειάζεται μια επανάσταση μείωσης φορών, γραφειοκρατίας, δαπανών για να μπορέσει να πάρει (...) εμπρός..."